Το δάσος

457 73 9
                                    

Νωρίς το πρωί. Ο ουρανός περίμενε τον ήλιο να ανατείλει και να φωτίσει τον κόσμο με τις λαμπερές του ακτίνες. Ο λύκος είχε βγει στο δάσος για πρωινό κυνήγι. Η Vallerie ντύθηκε και αποφάσισε να ακολουθήσει τα βήματα του ζώου στο δάσος. Κάθε φορά που άνοιγε την ξύλινη πόρτα της μικρής καλύβας και άφηνε το δροσερό αεράκι να εισχωρήσει στο δωμάτιο, ανατρίχιαζε. Η κοπέλα ζούσε σ'αυτό το μέρος εννέα χρόνια κι όμως δεν μπορούσε να χορτάσει το εντυπωσιακό θέαμα. Όλα τα ζώα συνυπήρχαν αρμονικά. Κανένα δεν ήταν ανώτερο από το άλλο. Ακούγοντας τον ήχο των πουλιών να κελαηδούν και των ελαφιών να τρέχουν, της δινόταν η ευκαιρία να ηρεμήσει. Σε κάθε βόλτα της στο μαγευτικό αυτό δάσος, η Vallerie σκεφτόταν τον λόγο που ο κόσμος την απομόνωσε. Ο λύκος της. Γιατί να διώξουν ένα μικρό κορίτσι εφτά χρονών μακριά από τον πολιτισμό και την ανάπτυξη?? Ο λόγος ήταν ότι ο κόσμος φοβάται ο,τι δεν μπορεί να ελέγξει. Γιατί μόλις μάθανε ότι η Vallerie μπορεί να ελέγξει το άγριο αυτό κτήνος, την θεώρησαν μάγισσα. Μόνιμος κίνδυνος που έπρεπε να απομακρυνθεί. Ακόμη και η οικογένεια της πίστευε στις δεισιδαιμονίες που διαδίδονταν σαν φωτιά στην μικρή πόλη. Κανένας όμως δεν σκέφτηκε πως τα αληθινά κτήνη ήταν οι ίδιοι που αποφάσισαν να διώξουν ένα αθώο κοριτσάκι και να το στείλουν σε ένα επικίνδυνο δάσος. Και από τότε η Vallerie προσπαθούσε να προσαρμοστεί στο καινούριο περιβάλλον, χωρίς την βοήθεια κανενός. Μόνο με την συντροφιά του μοναδικού της φίλου, του λύκου.

Η Κατάρα του ΛύκουWhere stories live. Discover now