Η Vallerie άνοιξε αναστατωμένη τα μάτια της. Κρύος ιδρώτας έλουζε το πρόσωπό της. Ήταν η τρίτη φορά μέσα στην βδομάδα που έβλεπε τον ίδιο εφιάλτη. Ο μαύρος λύκος είχε στοιχειώσει πια τα όνειρα της. Υπήρχαν φορές που κατάφερνε να κοιμηθεί μόνο λίγες ώρες.
Η ίδια ήταν παρούσα στην μοιραία επίθεση της αδερφής της, εκείνο το πρωινό. Ζούσαν στα παράλια της μικρής πόλης και το αφιλόξενο δάσος δεν ήταν παρά λίγα χιλιόμετρα μακριά. Την μέρα εκείνη οι δυο αδερφές παίζανε ανέμελα στην αυλή του δυόροφου κτηρίου. Όταν εμφανίστηκε ο λύκος, η Valle δεν ήξερε τι να κάνει. Προσπάθησε να κρυφτεί. Όταν όμως κατάλαβε πως δεν ήταν αυτή ο στόχος, ήταν πια αργά. Η Grace είχε ήδη δώσει την τελευταία της πνοή. Μέσα σε λίγα λεπτά, το σωματάκι της μικρής Grace έστεκε άψυχο στην αγκαλιά της Vallerie. Έκλαιγε με λυγμούς. Δεν μπορούσε να αντιληφθεί το γεγονός ότι την είχε χάσει. Ότι δεν θα ξανάκουγε την φωνούλα της. Ότι δεν θα ξανάπαιζαν μαζί. Κάνεις εκείνη την μέρα δεν είχε καταφέρει να την απομακρύνει από την αδερφή της. Και το χειρότερο ήταν ότι κανένας δεν την παρηγόρησε. Όλοι νόμιζαν πως εκείνη έφταιγε. Πως είχε χάσει τον έλεγχο του Olliver. Της φόρεσαν την ταμπέλα ''ΕΠΙΚΊΝΔΥΝΗ''. Δεν μπορούσε να πάει πουθενά χωρίς να την δείχνουν με το δάχτυλο. Τα νέα μεταδίδονταν γρήγορα στην μικρή πόλη και έτσι μέσα σε λίγες μέρες όλοι ήξεραν τι είχε συμβεί. ''ΜΟΙΡΑΊΟ ΑΤΎΧΗΜΑ: Μικρό κορίτσι χάνει τον έλεγχο και επιτίθεται στην αδερφή της. Το κορίτσι υπόκειται στα σοβαρά τραύματα του.'' έλεγαν τα άρθρα στις εφημερίδες. ΨΈΜΑΤΑ. Μόνο η Vallerie γνώριζε την αλήθεια. Κανείς όμως δεν την πίστευε. Ούτε η ίδια της οικογένεια. Με διώξανε. Έλεγε και ξανάλεγε μέσα στους λυγμούς της. Ο πατέρας της την κοιτούσε σαν να ήταν τέρας. Η μητέρα της την φρόντιζε τα πρώτα χρόνια μέχρι που σταμάτησε να την επισκέπτεται και εκείνη. Ήταν μόνη και φοβόταν. Ώσπου εμφανίστηκε απροσδόκητα στην ζωή της ο Gabe. Αψηφώντας κάθε κίνδυνο, την είχε πλησιάσει. Του όφειλε εξηγήσεις. Δεν μπορούσε να τον αφήσει στο σκοτάδι.
Ο Gabe έσφιξε την κρύα καραμπίνα στο χέρι του καθώς ακολουθούσε αποφασιστικά το μονοπάτι. Έπρεπε να ξαναβρεί τον εαυτό του. Να συμπεριφερθεί όπως του είχε διδάξει ο πατέρας του. Εκδίκηση. Η λέξη αυτή στριφογύριζε στο μυαλό του. Ήταν μια παράλογη σκέψη, αλλά ένιωθε την ανάγκη να πραγματοποιήσει την υπόσχεση στον πατέρα του. Οι πιθανότητες να βρει τον λύκο που τον σκότωσε ήταν μηδαμινές. Κάτι όμως κάτι τον παρακινούσε να συνεχίσει ακόμη κι αν ήταν αδύνατο.
Ήταν έτοιμος να πυροβολήσει όταν η Vallerie φάνηκε από το μονοπάτι. Το ελάφι που είχε στοχέψει, απομακρύνθηκε φοβισμένο στην θέα του λύκου. ''Καλημέρα.'' αποκρίθηκε η κοπέλα. ''Καλημέρα Valle.''είπε ο Gabe πλησιάζοντας την. ''Νομίζω πως μου χρωστάς μερικές εξηγήσεις...'' ''Έχεις δίκιο... Συγνώμη, απλά βιαζόμουν χθες και δεν πρόλαβα να σου μιλήσω. Γιαυτό ήρθα σήμερα.''είπε η Vallerie σκυθρωπά. ''Δεν θέλω να βγάλεις γρήγορα συμπεράσματα. Να, η αλήθεια είναι πως την πληγή μου την απέκτησα εξαιτίας του Jason.'' ''ΤΙ?! Το ήξερα!! ΔΕΝ μπορείς να τον εμπιστευτείς!! Τι σου έκανε? Γιατί? Πως?!'' Ο Gabe είχε μπερδευτεί τελείως. Έβραζε από θυμό. Την είχε προειδοποιήσει για εκείνον τον Jason. ''Ήταν ένα ατύχημα... Δεν ήθελε να μου κάνει κακό!'' Μάλλον τελικά ήταν κακή ιδέα να του πει την αλήθεια. O Gabe δεν θα καταλάβαινε ότι και αν του έλεγε. Και δεν ήθελε καθόλου να ξαναμαλώσουν. ''Μου κάνεις πλάκα τώρα έτσι? Σου επιτέθηκε και μου λες πως ήταν ατύχημα? Καταλαβαίνεις τι μου λες τώρα?!'' Φώναζε πια και τίποτα δεν ήταν ικανό να τον ηρεμήσει. ''Εγώ φταίω που σε άκουσα. Εγώ φταίω που σου έκανε κακό. Θα τον τσακίσω που τόλμησε να απλώσει χέρι πάνω σου!!!'' Η Vallerie δεν είχε πια τι να πει. Αρνιόταν να το δεχτεί αλλά όσο καλός κι αν φαινόταν ο Jason, o Gabe είχε ένα δίκιο. Δεν μπορούσε έτσι εύκολα να τον εμπιστευτεί όσο κοντά της και αν τον ένιωθε. ''Δεν κινδυνεύω. Και δεν φταις εσύ! Σου είπα, ήταν μια παρεξήγηση... Μπορώ να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Γιατί σε νοιάζει τόσο πολύ τέλος πάντων?!?'' Βρισκόταν πια σε απόσταση αναπνοής. ''Γιατί Σ'ΑΓΑΠΏ!!'' είπε και κόλλησε τα χείλη του πάνω στα δικά της. Εκείνη ανταπέδωσε παθιασμένα το φιλί, τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του. Το συναίσθημα που ένιωσε ήταν πρωτόγνωρο για εκείνη. Ένιωθε σαν να βρήκε το άτομο που την συμπλήρωνε. Τίποτα δεν έστεκε ικανό να της χαλάσει την χαρά. Να τους χωρίσει. Δεν μπορούσε να εκφράσει με λόγια τα συναισθήματα της. Ήταν σαν να επουλώθηκε το τεράστιο κενό στην καρδιά της. ''Και εγώ σ αγαπώ.'' ψιθύρισε μέσα από τα φιλιά τους.
VOUS LISEZ
Η Κατάρα του Λύκου
FantastiqueΗ δεκαεξάχρονη Vallerie δεν είναι σαν τα άλλα κορίτσια. Ο κόσμος την είχε απομονώσει επειδή θεωρούσαν πως είναι επικίνδυνη. Οι γονείς της την έστειλαν στο δάσος. Εκεί, στην προσπάθεια της να προσαρμοστεί, ανακαλύπτει πως δεν είναι μόνη.