κεφαλαιο 28

1.9K 274 6
                                    

   -Δηλαδη? Ρωτησα περιεργη για περισσοτερες λεπτομεριες.
    Εκεινος χαμογελασε.
   -Απο οταν ηρθε αυτη στο σπιτι της οικογενειας του ενιωσαν και οι δυο οτι "ανηκαν" ο ενας στον αλλο ή μαλλον καλυτερα αυτο νομιζε η αληθινη Συνθια. Βλεπεις ειχε ερωτευτει παραφορα. Και εκεινος δεν εκανε πισω. Την χρησιμοποιουσε για να ικανοποιηθει.
  -Ωραια αλλα η... Κικην που κολλαει?
  -Πρωτον ειναι Κριτην και δευτερον... ηταν η πρωστατης της Συνθια, οποτε... μεσω των ονειρων που της εδειχνε αρχισε και η ιδια να ερωτευεται τον Ντανιελ.
   Τοτε οι σκεψεις μου αρχισαν να περνουν αλλη πορεια.
   -Οποτε, και εσυ ησουν προστατης πριν σε διωξουν. Αληθεια γιατι σε εδιωξαν?
   -Μεγαλη ιστορια.
   -Μην ανυσηχεις ωρα εχουμε.
   Εκεινος αναστεναξε αλλα δεν παρετηθηκε.
    -Καλα μην μου πεις... αλλα θα μου πεις ποιανου προστατης ησουν?
     Εκεινος απλος με κοιταξε.
    -Αντωνι θα μου πεις?
   Το χαμογελο εκανε την εμφανιση στο προσωπο του για ακομα μια φορα.
    -Αντωνι?
    -Του Ντανιελ.
    -Του Ντανιελ?! Μα...
Εμεινα αφωνη. Τι να ελεγα τωρα?
     -Ξερω, αδικια της ζωης. Ειπε εκεινος.
     Εγω συνεχισα να τον κοιταω σαν χανος.
    -Δηλαδη ησουν...
    -Κατι σαν προστατης του? Αμε! Αλλα δεν ηταν αυτη η δουλεια μου.
    -Ποια ηταν η δουλεια σου?
   -Απλα να του στελνω ονειρα. Οχι μονο στομ υπνο του αλλα και στον ξυπνιο του.
    -Δηλαδη του εδεινες ελπιδα?
   -Πες το κι ετσι.
    Τον κοιταξα παραξενεμενη. Καλα, ας το αντεξω οτι ηταν ο "προστατης" του Ντανιελ, αλλα τι ειχε κανει για να διωχτει?
    -Μαγκι? Καλα εισαι?
   -Υπεροχα!
    -Χαιρομαι. Ειπε και γυρισε να φυγει.
    -Που πας? Ρωτησα πανικοβλημενη. Δεν ηθελα να μινω μονη.
    -Μια βολτα? Ειπε εκεινος αθωα ενα ηταν παραξενεμενος.
   -Να ερθω και εγω?  Ξαναρωτησα.
   -Αναλογα, θα προσπαθησεις να μου ξεφυγεις?
    Δεν εδωσα συμασια στο πονηρο υφος που ειχε παρει.
   -Οχι βεβαια! Απαντησα.
   Εκεινος γελασε.
   Χωρις να πει τιποτα με πηρε αγκαζε και βγηκαμε εξω.
    Τα δεντρα φωτιζοταν απο το φως τπυ ηλιου. Πραγμα παραξενο γιατι ειμασταν στον πατο ενος γκρεμου.
    Περπατουσαμε χερι χερι στα δεντρα. Ηταν πανεμορφα.
    -Και για πες γιατι σε διωξανε? Ρωτησα ταχα αδιαφορα.
     Εκεινος γελασε ευθιμα.
   -Δεν τα παρατας με τιποτα ετσι?
Ενα πλαγιο χαμογελο σχηματιστηκε στο προσωπο μου.
    Εκεινος αναστεναξε.
   -Ο Ντανιελ.
   -Ο Ντανιελ τι?
   -Ο Ντανιελ, ξεχασε τα ονειρα, της ελπιδες, τα παντα. Χαθηκε στη λιθη του.Και δεν φτανει αυτο, κατεληξε και εδω περα.
    Ο Αντωνι φαινοταν εκτος εαυτου παρολα αυτα συγκρατιοταν. Ομως δεν ειχε τελειωσει ολα οσα ηθελε να πει.
  -Και φυσικα ποιος πληρωσε τις βλακειες του?! Εγω! Εγω εκδιωχτηκα, εγω ηρθα εδω για να ηρεμησω αλλα πως! Εδω κατεληξε και αυτος! Μου πηρε τα παντα!
  Η συγκρατηση που ειχε χαθηκε με μιας. Τωρα στα ματια του μενονταν φουρτουνα. Το χερι του εσφυγγε δυνατα το δικο μου. Ειχε σκιψει το κεφαλι και τα μαλλια του επεφταν μπροστα στα ματια του.
    Κατι μεσα μου μου ειπε οτι δεν μου ειχε αφηγηθει τα παντα ακομα. Οτι κατι εκρυβε. Κατι που τον πονουσε περισσοτερο απο αυτα που μολις τωρα μου ειπε.
    Πηγα να τον ρωτησω. Αλλα ενας ηχος μου αλλαξε γνωμη. Καποιος ηταν εκει.
     Ενιωσα την καρδια μου να χτυπαει δυνατα μεσα στο στυθος μου.
    -Συγγνωμη που διακοπτω αυτη την γλυκια στιγμη... αλλα θελω να πω κατι στον Αντωνι.
   
  
 
   
   
   
    
  

The ForgottenOnde histórias criam vida. Descubra agora