XIV

500 43 7
                                    

Η πόρτα άνοιξε κι ο Ντέρεκ την τράβηξε μέσα βίαια. Η ζήλεια τον τυφλώνει.

"Γαμώτο Derek μην με σπρώχνεις! Τι έπαθες;" Τον ρώτησε θυμωμένη.

"Τι τρέχει με την καινούργια νυφίτσα;" την κρατούσε βίαια από τον καρπό κι εκείνη μούγκρισε αντιδραστικά.

"Τι ανοησίες με ρωτάς ούτε που τον ξέρω!" Αποτραβήχτηκε τελικά.

"Για αυτόν τον λόγο και οι παλμοί σου που αυξήθηκαν λες και έτρεχες για ώρες;" την έπιασε στα πράσα κι εκείνη έπρεπε να βρει μια δικαιολογία.

"Αυτό ήταν από τον φόβο μου!" είπε ψέμματα και προσπάθησε να κρατήσει τους παλμούς τις σταθερούς.

"Δεν αισθάνθηκα κανέναν φόβο πάνω σου. Μάλλον ότι σου άρεσε." Σταύρωσε τα χέρια του.

"Τι λες; Βιάζεσαι να βγάλεις συμπέρασμα; Γιατί να το κάνω μπροστά στα μάτια σου;" του φώναξε κάνοντας νευρικές κινήσεις πέρα δώθε.

"Η οπτική επαφή είναι αρκετή. Κοπιάσαμε να είμαστε πάλι μαζί και τώρα τα καταστρέφεις όλα." Γύρισε στο μέρος της, κοιτώντας την επίμονα και τώρα το φιλί που διαλύει διαφωνίες και εντάσεις δεν έχει εμφανιστεί και κάνεις δεν κάνει κίνηση για αυτό.

"Πολύ καλά λοιπόν. Μπορεί να έχεις και δίκιο. Και επειδή ξέρω πως θα αντιδράσεις, θα φύγω." Στάθηκε στην πόρτα και αυτός έκατσε στον καναπέ του.

"Θεέ μου..." Ψιθύρισε εκείνος και κινήθηκε προς τον καναπέ.

"Σε αγαπάω, δεν το καταλαβαίνεις δεν χρειάζεται να το λέμε συνέχεια για να το ξέρουμε. Εσύ το έχεις πει." Άνοιξε την πόρτα. "Όταν ηρεμήσεις πάρε με τηλέφωνο. Δεν είμαι θυμωμένη μαζί σου. Έχεις δίκιο και εγώ το ίδιο θα έκανα μπορεί και χειρότερα." Έφυγε απο το σπίτι του και πήγε προς το δάσος για λίγες στιγμές αποχής από καυγάδες κι εντάσεις. Η Έλεν στεκόταν έξω από το παλιό σπίτι του Ντέρεκ και την στιγμή που ξαπόστασε στο σκαλοπάτι, ξαφνικά εμφανίστηκε ο Theo. Εκείνη ταράχτηκε με την παρουσία του, σκεπτόμενη την διαμάχη που είχε προηγουμένως με τον αγαπημένο της και φοβισμένη ότι ίσως ο Ντέρεκ να είχε δίκιο. Το άγνωστο στοιχείο του νεαρού άνδρα, τη γοητεύει ενώ δεν πρέπει.

"Προβλήματα με τον ψηλό;" Η ερώτηση του, ξάφνιασε την Έλεν.

"Τ - τι πράγμα;" Σηκώθηκε απότομα από το σκαλοπάτι έντρομη.

"Λέω, μάλωσες εξαιτίας μου με τον ψηλό;" την πλησίασε επικίνδυνα.

"Τι σε κάνει να νομίζεις πως μάλωσα μαζί του εξαιτίας σου;" Εκανε ένα βήμα πίσω και στραβοπάτησε στο υψωμένο σκαλί. Το χέρι του, την κράτησε και στάθηκε πάλι στο ίσωμα.

Η Έλξη [TW au] ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗWhere stories live. Discover now