Κεφάλαιο 6

693 56 1
                                    

Άνοιξα σιγά σιγά τα μάτια μου και τα ανοιγόκλεισα αρκετές φορές για να ξυπνήσω, καθώς χασμουριώμουν και τεντωνόμουν ταυτόχρονα. Έβγαλα τα σκεπάσματα από πάνω μου και πήγα στο προσωπικό μου μπάνιο. Αφού πλύθηκα, κατέβηκα κάτω στην κουζίνα. Είδα τη μαμά μου να κάθεται στο τραπέζι της κουζίνας πίνοντας ήσυχα το χυμό της, καθώς διάβαζε άρθρα στο Facebook στο Tablet φορώντας τα γυαλιά μυωπίας της.

Πολύ παράξενο... Δε συνηθίζει να είναι τόσο ήσυχη, κανονικά θα έπρεπε να αρχίσει από τώρα τις ερωτήσεις για το πώς ήταν η βόλτα με την Έρρικα. Κάτι δεν πήγαινε καλά εδώ...

«Καλημέρα...» είπα διστακτικά προσπερνώντας την και πήγα στο ψυγείο να δω τι έχει για να φάω, ενώ την κοιτούσα που και που καχύποπτα.

Ok, δε μου αρέσει καθόλου αυτό!

Έφτιαξα ένα σάντουιτς, έστιψα χυμό πορτοκάλι, τον έβαλα στο ποτήρι μου και πήρα το πιάτο με το σάντουιτς και το ποτήρι με το χυμό, και κάθισα στην απέναντι θέση από τη μητέρα μου τρώγοντας μια μπουκιά από το φαγητό μου. Εκείνη χωρίς να πάρει ακόμα τα μάτια της από την οθόνη του Tablet ήπιε άλλη μια γλυκιά από τον καφέ της, ενώ εγώ την κοιτούσα ακόμη περίεργα.

Μήπως, να τρέξω να κρυφτώ στο σπίτι της Έρρικα ή του Ανέστη;

«Μαμά, πες το θα με σκάσεις!» είπα λίγο νευριασμένη και πολύ φοβισμένη, γιατί ήμουν πλέον σίγουρη ότι εμαθε ότι βγήκα και θα ακούσω κήρυγμα. Πήρα μία μεγάλη ανάσα έτοιμη να τα ακούσω, ενώ αυτή πήρε το βλέμμα της από το Tablet, ίσιωσε το κορμί της, έβγαλε τα γυαλιά της αφήνοντας τα στο τραπέζι και με κοίταξε με εκείνο το αυστηρό και σοβαρό βλέμμα που κάνει το αίμα μου πάντα να παγώνει.

Ok, σίγουρα έμαθε ότι βγήκα.

«Μήπως, θέλεις να μου πεις κάτι Αντριάνα;» είπε αυστηρά και έκλεισα τα μάτια μου αφήνοντας τρεμάμενα την ανάσα, πήρα άλλη μια μεγάλη ανάσα και άνοιξα τα μάτια να την κοιτάξω. Ίσιωσα κι εγώ το κορμί μου και έτοιμη για να ακουστώ πιστική στην απάντηση μου.

«Όχι» απάντησα μονολεκτικά κοιτόντας οπουδήποτε αλλού εκτός από επτά μάτια της, γιατί θα πρόδιδα τον εαυτό μου.

«Πού ήσουν χθες το βράδυ, Αντριάνα;» συνέχισε στον ίδιο τόνο και μαζεύτηκα στην καρέκλα μου. Δε μου αρέσει να της λέω ψέματα, όμως είναι αναγκαίο σε αυτήν την περίπτωση.

«Σπίτι, που αλλού να ήμουν δηλαδή;» απάντησα λες και ήταν το προφανές, αλλά η αβέβαιη φωνή μου είμαι σίγουρη ότι πρόδιδε ότι της έλεγα ψέματα.

Moon ProphecyOnde histórias criam vida. Descubra agora