Έμεινε παγωμένος στη θέση του, με το στόμα ανοιχτό. Δεν μπορούσε να σταυρώσει λέξη. Εγώ είχα διαρκώς το κεφάλι σκυμμένο, νιώθοντας ανείπωτη ντροπή.
-Πάμε σπίτι.... Μουρμούρισε αναστενάζοντας.
Έγνεψα καταφατικά. Μπήκαμε στο αυτοκίνητό του. Κάθισα πίσω μαζεμένη, κρατώντας αγκαλιά ένα διακοσμητικό μαξιλάρι που είχε πρόσφατα αγοράσει. Εκείνος με κοίταξε διακριτικά από το καθρεφτάκι και ξεφύσησε.
-Τι θα κάνω μ'εσένα, μου λες;
Δεν του απάντησα. Γύρισα από την άλλη.
-Ινόβη!
-Τι είναι; Ρώτησα με σπασμένη φωνή.
-Τίποτα, άστο....
Με είδε που ρουφούσα την μύτη μου και σκούπιζα διαρκώς τα μάτια μου.
-Δεν θα το πω στη μαμά σου ούτε θα την χωρίσω.... Αν αυτό σε κάνει να αισθάνεσαι καλύτερα...
-Εντάξει....
Για λίγο επικράτησε σιγή. Έπειτα, αποφάσισα να μιλήσω, προσπαθώντας παράλληλα να μην κλάψω.
-Εγώ..... Δεν θέλω να δημιουργήσω προβλήματα.... Γι'αυτό δεν σου το λεγα και.... ντρέπομαι.......Βλέπεις....
-Δεν χρειάζεται να απολογείσαι, καταλαβαίνω.....
Χτύπησε με μπουνιά το τιμόνι του και κόρναρε επίμονα τον μπροστινό του που πήγαινε σαν χελώνα. Αυτό ήταν που καταλάβαινε, ε;
-Άντε την τύχη μου μέσα παλιομαλα.....
-Άντριου είναι σχολή οδηγών.....
-ΣΚΑΣΕ ΕΣΥ! Εννοώ..... Μην μιλάς επειδή έχω νεύρα....
-Εγώ σου τα προκάλεσα, το ξέρω...
-Όχι, Ινόβη.... Δεν μου τα....
Διέκοψε την φράση του καθώς άρχισα να κλαίω απαρηγόρητη.
-Ινόβη, είναι εντάξει, κοίτα, απλώς....
-Τίποτα δεν είναι εντάξει! Είμαι ένα τέρας, Άντριου!-Μην μιλάς έτσι για τον εαυτό σου..... Έι!
Το αυτοκίνητο σταμάτησε μπροστά στο σπίτι. Ξεκλείδωσα και κλαίγοντας ανέβηκα πάνω, βροντώντας την πόρτα του δωματίου πίσω μου.
-Τι έπαθε η Ινόβη; Ρώτησε τον Άντριου η μαμά, η οποία παραδόξως ήταν ήδη σπίτι....
-Τσακωθήκαμε για κάτι και της μίλησα λίγο άσχημα....
Ετοιμάστηκε να με ακολουθήσει, όμως εκείνη του έπιασε το χέρι.
-Άφησέ την να ηρεμήσει... Κι όλα θα πάνε καλά....
-Μια άχρηστη μάνα σαν κι εσένα, Αλεξία, η οποία δεν ξέρει καθόλου καλά την ίδια της κόρη, δεν μπορεί να λέει απλά αυτό το πράγμα, ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ;
👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄👄25 Δεκεμβρίου, Χριστούγεννα. Πήγαμε στην εκκλησία - πώς κι έτσι το έπαθε η μαμά μου; - κι έπειτα γυρίσαμε σπίτι για να ετοιμάσουμε τα φαγητά. Αυτή τη φορά θα μαγείρευα εγώ κι ο Άντριου.... Σιγά να μην ανεχόμασταν να φάμε την λαστιχένιες μπριζόλες της μαμάς μου.... Το φαγητό της ήτανε απαίσιο, ποτέ δεν είχε ασχοληθεί με την μαγειρική.... Εκείνη βάφτηκε και στολίστηκε λες και θα πήγαινε στα μπουζούκια.... Ε, μάνα, ξέρω γω στο σπίτι μέσα θα σαι....
- Θέλεις να σου δείξω μια ωραία συνταγή; Έσπασε την σιγή ο πατριός κι εγώ έγνεψα απλά καταφατικά.
Τον παρακολουθούσα καθώς μου έδειχνε τι να κάνω, εντελώς αμίλητη. Από εκείνη την μέρα, οι σχέσεις μας είχαν χαλαρώσει κατά πολύ.... Έπρεπε να του το πω πιο μπροστά ή.... Να μην το μάθει ποτέ..... Αλλά πώς; Αυτό δεν γινόταν.........
Έβαλα Χριστουγεννιάτικη μουσική. Εκείνος άρχισε να χορεύει. Γέλασα. Μου έδωσε το χέρι του. Δειλά εναπόθεσα το δικό μου, καθώς είχε περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φορά που ήμασταν κάπως διαχυτικοί ο ένας με τον άλλον. Αρχίσαμε να χορεύουμε χαμογελαστά. Στη συνέχεια, ήρθε η μαμά μου. Απομακρύνθηκα κατευθείαν από κοντά του, παρόλο που εκείνος ζητούσε να συνεχίσουμε τον χορό. Γύρισα πλάτη συνεχίζοντας να μαγειρεύω. Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν άντεχα να τους βλέπω να διασκεδάζουν, παρόλο που αυτή η σκέψη δεν ήταν καθόλου σωστή και υγιής. Έπρεπε να θέλω το καλό τους, όμως αισθανόμουν ώρες ώρες πως δεν ταίριαζαν τόσο..... Και φυσικά, δεν εννοούσα πως εγώ ταίριαζα μαζί του, απλώς...... Να..... Οι χαρακτήρες τους........
Μόλις τελειώσαμε το μαγείρεμα και τα πιάτα ετοιμάστηκαν, στρώσαμε το τραπέζι και καθίσαμε να φάμε, πολύ σιωπηλά, μέσα σ'ένα κλίμα αμηχανίας.
-Εσείς παιδιά ήσασταν πολύ κοντά ο ένας στον άλλον, τι συνέβη εντελώς ξαφνικά; Απόρησε η μαμά μου.
Δεν της απαντήσαμε. Άλλαξα θέμα.
-Αυτή η συνταγή για την γαλοπούλα πέτυχε τελικά! Μαμά, δοκίμασε λίγο!
-Μμμμ όντως, είναι πολύ νόστιμη! Ποιος είχε την ιδέα;
-Ο Άντριου, είπα και τον κοίταξα διακριτικά.
Έπειτα βιαστικά συνέχισα να τρώω. Τέλειωσα σχετικά γρήγορα. Σηκώθηκα από το τραπέζι.
-Ινόβη, πού πας;
-Πάνω... Να.... Σας αφήσω μόνους......
-Προτού φύγεις.... Έχουμε κάτι να σου πούμε....
Γύρισα προς το μέρος της μαμάς μου παραξενεμένη. Τα μάτια της έδειχναν μια χαρά και συνάμα μια ταραχή, μια αγωνία. Το άλλοτε γεμάτο αυτοπεποίθηση βλέμμα της ήταν τώρα πολύ αμήχανο και απλωνόταν κάπως ανήσυχο. Κοιτάχτηκε με τον πατριό. Κάτι μου έλεγε ότι θα πάθαινα σοκ. Άμα γινόταν να επιλέξω στο να μην το μάθω ποτέ ή να το μάθω με μια φράση, ασφαλώς και θα διάλεγα το πρώτο.
-Αγαπούλα μου, εγώ κι ο Άντριου.... Παντρευόμαστε.....
Τα μάτια μου γούρλωσαν. Έσφιξα μπουνιά το ένα μου χέρι, ενώ το άλλο γράπωσε την πλάτη της καρέκλας στην οποία πρωτύτερα καθόμουν. Τα χείλη μου σφίχτηκαν. Τα έσφιξα, να μην ουρλιάξω... Τα μάτια μου δεν τα έκλεισα. Τα κράτησα έτσι ακέραια, να μην δακρύσουν. Το κεφάλι μου βούιζε από μουσική γάμου και.... το γέλιο τους.....
-Να ζήσετε, αποκρίθηκα.
Προσπάθησα να σκάσω ένα εντελώς ψεύτικο χαμόγελο, το οποίο βγήκε τελείως λυπημένο . Στα μάτια μου αντικατοπτριζόταν η απογοήτευση. Η φωνή μου είχε σπάσει σταδιακά στις δυο αυτές, τόσο σύντομες λέξεις. Ανέβηκα πάνω, κάπως βιαστικά.
Εδώ πάνω δεν με έβλεπαν, μπορούσα να ξεσπάσω ελεύθερα στο μονότονο, βουβό μου κλάμα. Βουβό, να μην προδοθώ.... Να μην μετατρέψω την χαρά τους σε λύπη.... Τι περίμενες , Ινόβη; Κάποτε θα ερχόταν αυτή η στιγμή..... Είσαι μικρή και.... Είναι δικός της.... Αυτή τον γνώρισε...... Αυτή τον έφερε στο σπίτι..... Γι'αυτόν χώρισε τον μπαμπά σου..... Αναθεματισμένη μέρα που συναντήθηκαν αυτές οι δυο ψυχές.... Όχι, μικρό , αξιολύπητο κορίτσι.... Μην καταρριέσαι..... Οι κατάρες είναι μονάχα για τους απελπισμένους....
Μα κι εγώ απελπισμένη είμαι..... Μια απελπισμένη φωνή, μια κραυγή, που ικετεύει για βοήθεια..... Που όμως από κανέναν δεν εισακούεται, ποτέ.... Και χάνεται, ανάμεσα σε μυριάδες χιλιάδες γέλια ψυχών ξενυχτισμένων από γλέντια και καλοπέραση, σε αντίθεση με την μαυροφορεμένη αυτή ψυχή, την ξενυχτισμένη από μελαγχολία .... Το πέπλο της τόσο σκοτεινό.... Σκισμένο, ταλαιπωρημένο, από τον δρόμο που διανύει κάθε μέρα.... Από τα ξενυχτισμένα βράδια στους σκοτεινούς δρόμους της θλίψης και της αποτυχίας.....
-Ινόβη!
Κάποτε αυτή η φωνή τόσο αγγελική, αυτή την στιγμή τόσο τρομαχτική, σαν απειλή.....
-Τι θέλεις Άντριου;
Μια φωνή άλλοτε θυμωμένη ή χαρούμενη, τώρα απλά σπασμένη, θλιμμένη.....
-Σχετικά με αυτό που σου είπαμε....
-Ήταν ιδέα της μαμάς , σωστά;
Τον κοίταξα. Αναστέναξε, καρφώνοντας τα καστανά του μάτια στα δικά μου.
-Όχι.... Ήταν δικιά μου ιδέα.....
Η οριστική φράση.... Η φράση που με αποτέλειωσε.... Όμως η παρακάτω ήταν που ράγισε την ύπαρξή μου σε χιλιάδες μικρά κομματάκια.... Αυτό το γυαλί, κόντευε να σπάσει, ορίστε τώρα, θριμματισμένο....
-Δι....δικιά.... σου; Μα είναι τόσο νωρίς και....
-Και αυτό είναι για το καλό όλων μας, Ινόβη..... Και πρώτ'απ'όλα..... Για το δικό σου καλό....
Νοιάζεσαι για μένα..... Όμως πλέον, αυτό έπαψε να είναι μια ευλογία.....
💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗💗Hey guys!!!!! Ομγ αυτό δεν γίνεται!!! So...
🦋Πώς βλέπετε την απόφαση;
🦋Θα γίνει ο γάμος;
Μείνετε συντονισμένοι και θα το μάθετε!!!
Περιμένω σχόλια!!!😘💟😘
Αν σας άρεσε αφήστε ένα vote, με στηρίζει και με βοηθάει να συνεχίσω την ιστορία!!!
Ευχαριστώ πολύ όλους όσους με στηρίζετε !!!!
Love u all!!!💞💖💘💕
YOU ARE READING
Ο πατριός μου
RomanceΓίνεται ν'αγαπήσεις το άτομο που μισείς όσο τίποτε άλλο στον κόσμο; Μπορείς να εμπιστευτείς αυτόν που στάθηκε αφορμή να χωρίσουν οι γονείς σου; Η Ινόβη είναι ένα δεκαεξάχρονο κορίτσι που έρχεται αντιμέτωπη με τις προκλήσεις της ζωής πολύ μικ...