Η δυνατή μουσική του μπαρ ξεχυνώταν έξω από τον σκοτεινό, όμορφα φωτιζόμενο χώρο. Ο ήχος της μεγάλης μηχανής σκέπασε για μια στιγμή την χορευτική μελωδία.
Ο Σεμπάστιαν έσβησε την μηχανή και γύρισε ελαφρώς το σώμα του προς την Νταϊάνα που τον αγκάλιαζε από τη μέση.
Τα γαλάζια μάτια της κοπέλας περιεργάζονταν το χώρο γύρω από το μπαρ. Δεν καταλάβαινε τι ήθελαν εδώ. Γιατί της είχε φέρει σε ενα τέτοιο μέρος. «Σεμπάστιαν...»
«Είπα να σε βγάλω για ένα ποτό μικρή», της είπε παιχνιδιάρικα. Με το κεφάλι του της έκανε νεύμα να σηκωθεί από την μηχανή. Το σώμα της ομως δεν υπάκουγε. Δεν πίνει πρώτον, δεν της αρέσουν αυτά τα μέρη δεύτερον. Μια φορά στη ζωή της ήπιε λίγο παραπάνω και ένιωθε λες και το μεθύσι δεν ειχε αποστραγγιστεί από τις φλέβες της ακομα. Για άλλη μια φορά έβλεπε γύρω της κορίτσια ντυμένα λες και είχαν τελειώσει στα καταστήματα τα σωστά νούμερα για το σώμα τους. Και η ίδια φορούσε φόρμα. Ένιωθε σαν ένα ξεχασμένο τριαντάφυλλο ανάμεσα σε έναν κήπο γεμάτο από ζιζάνια, ολα ίδια ακριβώς, ολα τοξικά.
Τελικά το βλέμμα της έπαψε να σέρνεται στο χώρο και κατέληξε στα ανυπόμονα μάτια του Σεμπάστιαν.
«Ζήσε μικρή»
Ο ψίθυρός του γαργάλισε την σάρκα του αυτιού της. Το σώμα της ανταποκρίθηκε σε αυτόν τον σιγανό ήχο. Ανατρίχιασε. Να ζήσει; Δεν ήξερε αν ήταν καλή ιδέα. Ειχε υποσχεθεί να μην ξαναδοκιμάσει κάτι τόσο ριψοκίνδυνο για τα δικά της δεδομένα. Όμως, να ζήσει της είπε.
Ίσως ανέλυε υπερβολικά πολύ τα πράγματα. Ίσως σκεφτόταν υπερβολικά πολύ και έχανε σημαντικές στιγμές από την ζωή της. Ίσως ζύγιζε υπερβολικά πολύ τις συνέπειες. Ζεις μόνο μια φορά, οπότε ζήσε αυτήν την μια φορά.
Τα χείλη της συσπάστηκαν σε ένα γλυκό χαμόγελο. Στηρίζοντας τα χέρια της στους σκληρούς ώμους του Σεμπάστιαν κατέβηκε από τον μαύρο ταύρο και στάθηκε αποφασισμένη μπροστά στον ξανθό νεαρό.
«Νόμιζα ότι ποτέ δεν θα αποφάσιζες», την πείραξε χαμογελώντας καθώς έσβηνε την μηχανή.
«Μην γίνεσαι δραματικός», γέλασε η κοπέλα. Δεν ήξερε τι ήταν ακριβώς αυτό που την έκανε ξαφνικά τόσο τολμηρή απέναντί του. Συνήθως ένιωθε αμήχανα και άβολα.
«Αποκτήσαμε θάρρος βλέπω», χαμογέλασε ο άνδρας.
«Είχες δίκιο απλά. Τα σκέφτομαι ολα τόσο πολύ που στο τέλος το κεφάλι μου θα εκραγεί», εξήγησε καθώς περπατούσαν στο μικρό πάρκινγκ.
CZYTASZ
The Dance Of The Moon
WilkołakiΜια ήρεμη πόλη, με φιλικούς κατοίκους και μηδαμινή εγκληματικότητα. Μια ήρεμη ή όπως φαίνεται στον έξω κόσμο, ζωή μιας μαθήτριας του Ρόμπερτ Σμιθ. Τι συμβαίνει όμως όταν όλα ανατρέπονται; Ο ερχομός των δύο μυστήριων αγοριών στην πόλη, στο λύκειο του...