✴Κεφάλαιο 24✴

110 14 6
                                    

«Είναι μέσα! Τι περιμένετε; Σώστε τη!». Η Σαμάνθα είχε πέσει πάνω σε έναν άνδρα ντυμένο με στολή πυροσβέστη και τον ταρακουνούσε φωνάζοντας. Ήταν σε κατάσταση τρέλας. Η Σκάρλετ όσο μπορούσε την συγκρατούσε ενώ πάσχιζε και η ίδια να μην αφήσει τον φόβο να δηλητηριάσει το μυαλό της.

Λίγα βήματα πιο μακριά, ο Άνταμ παρακολουθούσε το κτήριο να καίγεται στην πύρηνη Κόλαση. Η όψη του όμοια με φαντάσματος. Ήθελε να πει κάτι μα η φωνή δεν έβγαινε από το στόμα του, είχε σκαλώσει και αρνούνταν πεισματικά να απελευθερωθεί στον ζεστό αέρα. Τα μάτια του παρακολουθούσαν τον Ζέντερ που στεκόταν μπροστά στον σταύλο αγνοώντας τις φωνές των πυροσβεστών.

Ο Ζέντερ γύρισε και κοίταξε τους φίλους της Νταϊάνα. «Δεν είναι μέσα», τους φώναξε για να ακουστεί πάνω από την οχλαγωγία. «Ούτε εκείνη αλλά ούτε και το άλογο»

«Τότε που είναι;», ρώτησε σχεδόν ψιθυρίζοντας η Σκάρλετ. Τα πράσινα μάτια της έμειναν καρφωμένα στον άνδρα.

Η Βικτώρια κλαψούρισε πίσω από την πλάτη του Άνταμ και εκείνος της έριξε μια ματιά. Τα μάτια της ήταν υγρά και θλιμμένα. Ξεφύσηξε και την αγκάλιασε προστατευτικά από τους ώμους. Το καστανομάλλικο κεφάλι της ακούμπησε στον ώμο του και το σώμα του εισέπραξε όλο το βάρος του κορμιού της.

Κανένας δεν είχε ακούσει την ερώτηση της Σκάρλετ, ο Ζέντερ όμως την κοίταξε. Η κοπέλα πρόσεξε στο βλέμμα του ανάμεικτα συναισθήματα. Θυμός, μίσος, , ανακούφιση, αγωνία, μα και κάτι ακόμα, κάτι που δεν μπορούσε να το προσδιορίσει. Ξαφνικά ένιωσε την μικροκαμωμένη κοπέλα να τινάζεται και να ξεφεύγει από την αγκαλιά της, κραυγάζοντας παράλληλα: «Νταϊάνα!».

Η Σαμάνθα όρμησε μπροστά σπρώχνοντας όσους βρέθηκαν στον δρόμο της. Οι υπόλοιποι ακολούθησαν με το βλέμμα παγωμένοι.

Το μαύρο άλογο αδιαφορώντας για τον οξύ πόνο στα πόδια του που προκάλεσαν οι φλόγες, μετέφερε την αναίσθητη σύντροφό του. Η Νταϊάνα κρεμόταν αδέξια από την ράχη του πληγωμένου ζώου. Είχε λιποθυμήσει όταν ο Ντέιμον κατάφερε το επικίνδυνο άλμα. Ο φόβος, η αγωνία, ο πόνος, ο καπνός και η αφόρητη ζέστη είχαν εξαντλήσει τον οργανισμό της.

Πριν προλάβει να φτάσει η Σαμάνθα, ο Ζέντερ ήδη ήταν δίπλα της. Ο Ντέιμον φρέναρε απότομα και η Νταϊάνα γλύστρισε από την ράχη του και θα χτυπούσε άσχημα στο έδαφος αν ο Ζέντερ δεν την έπιανε στην αγκαλιά του. Το κεφάλι της ακούμπησε στο στήθος του καθώς την βόλεψε καλύτερα στα χέρια του. Τα ρούχα, τα μαλλιά, το πρόσωπό της, όλα, είχαν σημαδευτεί από καπνιά. Το χέρι της που κρεμόταν άψυχο αιμορραγούσε στο σημείο που είχε ακουμπήσει το ζεματιστό σίδερο. Το αίμα έσταζε και άφηνε ματωμένα ίχνη στο διάβα τους. Ο άνδρας φώναξε να κάνουν στην άκρη. Το πλήθος κοιτούσε με μπλεγμένα συναισθήματα την εικόνα της λιπόθυμης κοπέλας και του μαυροντυμένου άνδρα.

The Dance Of The Moon Donde viven las historias. Descúbrelo ahora