Παλιοί Λογαριασμοί!

7K 166 16
                                    

Ανγωστος : θέλεις πολυ να μάθεις ποιος θα σε σκοτώσει?Ελα αύριο 8 η ώρα το βράδυ στο πάρκο, *να είσαι μόνη σου*
Τι στο... Oh shit 😯😮
Τώρα έχω αρχίσει να φοβάμαι την ζωή μου.
Ποιος να είναι άραγε ο άνθρωπος που θέλει να με σκοτώσει? Και γιατί? Τι του έκανα?
Με όλες αυτές τις σκέψεις να τριγυρνάνε στα μυαλό μου έκλεισα το κινητό μου και έπεσα ξερή στον ύπνο.

Επόμενη μέρα :
Οι ακτίνες του ήλιου εισχωρησαν από το παράθυρο και το φως έπεφτε στα μάτια μου. Από την ενόχληση που ειχα αποφάσισα να ανοίξω τα μάτια μου. Τα άνοιξα και τσέκαρα να ελέγξω το κινητό μου.
2 νεα μηνύματα από τον :Ανγωστο

Ανγωστος: ε ψιτ μικρούλα, μην τολμήσεις και δεν έρθεις, αλλιώς θα πω στον πλούσιο μπαμπάκα σου όλα όσα ξέρω για εσένα😏

Ανγωστος : να είσαι έτοιμη για όλα!

Άφησα το κινητό μου με δύναμη πάνω στο πάπλωμα και Κατευθύνθηκα στο μπάνιο να πλυθω.
Βουρτσισα τα δόντια μου και έριξα άφωνο νερό πάνω στο πρόσωπο μου.
Έπειτα έτρεξα προς την ντουλάπα μου και επέλεξα τι ρούχα να φορέσω για σήμερα. Έπρεπε να φαίνομαι επικίνδυνη, έτοιμη για όλα!
Έτσι χωρίς πολύ σκέψη άρπαξα ένα δερμάτινο μπουφάν και μαύρα ρούχα.
Είχα βάλει και μέσα στην τσάντα μου ένα σπρέι με κόκκινη πιπεριά, σε περίπτωση που γίνει κάτι κακό να μπορώ να υπερασπιστω τον εαυτό μου.
Έριξα μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη και έβλεπα πόσο αδυνάτισμα λογικο αφού αυτές τις μέρες δεν έτρωγα τίποτα.
Αφησα ένα χαρτί στο τραπέζι της κουζίνας που έγραφε ότι θα βρισκόμουν έξω και να μην ανησυχεί η μαμά μου και έπειτα έκλεισα την πόρτα πίσω μου και άρχισα να ξεκινάω το μονοπάτι που θα καθόριζε την ζωή μου.
Άνοιξα το κινητό μου και αφού είδα ότι είχα ακόμα μερικές ώρες χρόνο αποφάσισα να πάω μια βόλτα στο τότε σπίτι μου.
Κάποτε ήταν το μέρος που ζούσα.
Η γειτονιά που είχα μεγαλώσει*είχα ζήσει άσχημες μα και όμορφες στιγμές* πέρασα από κάτι χωματόδρομους και Κατευθύνθηκα ακριβώς μπροστά στο τότε *σπίτι μου*.
Άνοιξα την σκουριασμενη πόρτα και μπήκα μέσα.
Μόλις είδα το μέρος που έπαιζα μαζί με τον μπαμπά μου ένα δάκρυ εσταξε από το μάτια μου.
Γιατί έπρεπε να χωριστούν? Γιατί χώρισαν? Ειμασταν η καλύτερη οικογένεια, αγαπήσαμε ο ένας τον άλλον.
Με αυτή την σκεψη βγήκα έξω από το παλιό φθαρμενο σπίτι μου και κατευθύνουν προς το πάρκο, το σημείο όπου θα συναντούσα τον άνθρωπο που ήθελε να με δει νεκρή!
Κοίταξα το κινητό μου και η ώρα δεν είχε πάει 8 ακόμα οπότε δεν θα εμφανιζόταν από τώρα ο Μυστηριώδης δολοφόνος.
Κατευθύνθηκα προς ένα παγκάκι στην γωνία και έκατσα δειλά κλείνοντας σφιχτά τα πόδια μου.
Είδε κρύο, ο αέρας φυσούσε δυνατά κάνοντας τα μαλλιά μου να ανεμίζουν σαν τρελά.
Παρατήρησα λίγο ένα μέρος εκεί όπου ερχόταν άτομα που "είχαν κακή φήμη" κοίταξα πιο προσεχτικά και πιο παρατηρητηκα, και με την άκρη του ματιού μου είδα... *αυτόν*ήταν εκεί και μιλούσε με άλλη επικίνδυνη συμμορία. Το βλέμμα μου είχε κολλήσει επάνω του και τότε ενώ τον κοιτούσα, με κατάλαβε και γύρισε το κεφάλι του να με κοιτάξει. Με κοιτούσε με ένα περίεργο βλέμμα, δεν μπορούσα να καταλάβω τι αισθανόταν.. Αν αισθανόταν κάτι για εμένα.
Το βλέμμα μου πήγε αλλού σε κάτι πολύ πιο ενδιαφέρον. Έξω κοντά στο πάρκο είχε παρκάρει μια μαύρη λιμουζίνα και μέσα υπήρχε ένας τύπος με μαύρο κουστούμι και μαύρα μαλλιά. Φαινόταν σαν... Μαφιόζος.
Περίεργο έχω την αίσθηση ότι κάπου τον έχω ξανά δει αυτόν τον τύπο αλλά δεν θυμάμαι από που. Έριξα μια τελευταία ματιά στο κινητό μου και είδα ότι η ώρα είχε πάει 8 ακριβώς.
Ο τύποις που βρισκόταν μέσα στην λιμουζίνα βγήκε έξω και άρχισε να κοιτάει στα παγκάκια, σαν να έψαχνε κάποιον... Αυτός ο τύπος είναι που θέλει να με σκοτώσει? Ένας επαγγελματίας μαφιόζος?
Κατάπια αργά από τον φόβο μου και ο ιδρώτας άρχισε να στάζει.
Κοίταξα τριγύρω μου και έβλεπα τον "ΜΑΛΑΚΆ" να κατευθύνεται προς το μέρος μου.
Ήρθε και έκατσε ακριβως δίπλα μου.
Με κοιτούσε πολύ έντονα και στο βλέμμα του μπορούσα να καταλάβω ότι φοβόταν.
Τον κοίταξα ακόμα μια φορά στα μάτια και τότε άρπαξε το χέρι μου και με σήκωσε από το παγκάκι. Με σήκωσε στον αέρα και με κουβαλησε σαν σακί με πατάτες στην πλάτη του.
Άρχιζε να τρέχει από το πάρκο και τότε κατάλαβα ότι ο τύπος με την λιμουζίνα μας ακολουθούσε και πυροβολισμοί ακουγόταν πίσω μας. Τα βήματα του έγιναν πιο γρήγορα και οι ανάσες του πήγαιναν πολύ γρήγορα.
Φτάσαμε σε έναν άγνωστο δρόμο, σε ένα σκοτεινό στενό δρομάκι και μόλις έλεγξε ότι κανένας δεν βρισκόταν πλέον εκει στο πεδίο μας, με άφησε κάτι και με κοιτούσε στα μάτια.
Ιωάννα: τι στο διάολο ήταν αυτό?

Αντώνης : θα σου εξηγήσω αλλά αυτή την στιγμή πρέπει να σιγουρευτείς ότι κάνεις δεν σε παρακολουθεί. Κινδυνεύεις πρέπει να φύγεις από το σπίτι σου. Έμαθαν που μένεις.

Ιωάννα : και που να μένω δηλαδή?

Αντώνης : μπορείς να μένεις σε μένα για ένα χρονικό διάστημα όσπου να είμαστε πλέον σίγουροι ότι δεν σε έχουν στο στόχο.

Ιωάννα : Αντώνη, ποιοι ήταν αυτοί? Και γιατί θέλουν το κακό μου?

Αντώνης : παλιοί *φίλοι*ας το πούμε και έτσι. Εγώ φταίω για όλα που κινδυνεύεις. Δεν έπρεπε ποτέ να ανακατευτώ σε αυτήν την ιστορία.. Το πληρώνω ακριβά τώρα!

ˢᴱˣᵀᴵᴺᴳ ᴰᴬᴰᴰᵞ ᴮᴼᵞ 👅🔥Where stories live. Discover now