10-παράπονα;

25 2 0
                                    

Η πόρτα ανοίγει και ο Άλεξ μπαίνει μέσα στο σπίτι , τον κοιτάω με σηκομένω φρύδι «Πού ήσουν τέτοια ώρα Άλεξ» τον ρωτάω και φένεται αρκέτα ανγχομένος για την απάντηση που θα ποτ δώσει και τη θα ακολουθήσει πάρα κάτω , «Σου μήλησε η Ντέινα έτσι; »πλησιάζω προς το μέρος του κάθως το χέρι μου προσγηόνεται  με δύναμη πάνω στο πρόσωπο του. « Πώς μπόρεσες Άλεξ;» τον χτυπάω στο στήθος ασταμάτητα και αυτός με σταματάει πιάνοντας τους καρπούς μου , για να ηρεμήσω . Τον σπρόχνω έτσι ώστε να με αφήσει και αρχίζω να φωνάζω! «Έγω δέχτηκα να σε βοηθήσω Άλεξ και εσύ κάνεις τέτοια τελικά είσαι πολύ μαλάκας γιατί δεν πηδήχτηκες με καμία απο εδω μέσα αλλα ναι! Αφου έχεις πάει με όλες μας ηλήθιε!»

Η Κάτ κατεβένει τα σκαλιά και τρύβει τα μάτια της όλα καλά εδώ; Ρωτάει και μιά κοιτάει εμένα και μία τον Άλεξ , νεύει θετίκα και χτηπάω το πόδι μου στο πάτωμα βγάζωντας ένα εποφώνημα θυμού απο το στόμα μου και φεύγω απο το δωμάτιο. Βλάκα βλάκα βλάκα , σε μισώ! Τέλος δέν συνεχίζω άλλο αυτήν την ηλήθια συμφωνία όκει μας είδε η Ντέινα έχω τελείωση τη δουλεία μου , τωρά έμεινε να εκπληρώσει αυτός τα λεγόμενα του και να ξεμπερδέυω μια και καλή μαζί του! Θα φύγω μετα δέν αντέχω να μείνω στη συμμορία ουτε μήνα παραπάνω!

~•~

Το επόμενο πρωί . Τεντόνομαι και αφήνω τις πατούσες μου να αγγίξουν στο παγωμένο πάτωμα του δωματίου. Σέρνω τα πόδια μου μέχρι το σαλόνι και βλέπω πως κανένας δέν είναι πουθένα , κατευθήνομαι προς την τραπεζαρία και παλη άδια . ο Πατέρας μου εμφανίζεται «Είναι σε αποστολή » λέει και έρχεται προς το μέρος μου με κοιτάει στα μάτια και ακουμπάει το μάγουλο μου «Είσαι ίδια η μητέρφα σου » λέει ενω με κοιτάει στα μάτια κα χαμογελάει , δεν ανταποδίσω το χαμόγελο και απαντάω με ένα σκέτο ευχαριστώ.

«Έλλη πέσμου την αλήθεια εσύ έφτεγες στην τελευταία αποστολή;» το σκέφτομαι για λίγο , να του πω την αλήθεια; ή να την κρατίσω για τον εαυτό μου , τα λόγια του Άλεξ έρχονται στο μυαλό μου 'να σκέφτεσαι το δικό σου συμφέρον και να μήν βοηθάς τους άλλους' . Επίσης ακόμη του κρατάω κακία για την ξεπέτα του με την μισησμέμη μου εχθρό Ράνια οπόταν τι με κρατάει πίσω απο το να πώ την αλήθεια του πατέρα μου εε; «Έλλη κάτι σε ρώτησα , εσύ φέρεις την ευθήνη για την τελευταία αποστολή; » Καθώς πάω να ανοίξω το στώμα μου και να πώ την αλήθεια του πατέρα μου , ο Άλεξ και τα παιδία μπαίνουν μέσα στην κουζίνα και κάθονται στίς καρέκλες γύρο απο το τραπέζι.

We are undercover nowWo Geschichten leben. Entdecke jetzt