•Μύριαμ POV•"Τι πράγμα;" φώναξα εξαγριωμένη.
"Αυτό που άκουσες. Δε μου αρέσει να επανάλαμβάνομαι."
"Δηλαδή αν δε σας πω πρέπει να σας κάτσω;"
"Εγώ δε το έθεσα ακριβώς έτσι, αλλά ναι."
"Δεν είμαστε καλά. Από που και ως που εγώ με εσάς;"
"Από τον λίγο καιρό που με ξέρεις."
"Αν το μάθει ο πατέρας μου δε ξέρω τι είναι ικανός να κάνει για αυτό αφήστε με να φύγω."
"Καλά, αλλά να ξέρεις θα το ερευνήσω."
Άνοιξε τις ασφάλειες και έτρεξα κατευθείαν στο δωμάτιο μου.
Δε το πιστεύω πόσο θράσος μπορεί να έχει ένας άνθρωπος.
Ξάφνου ένιωσα από τα μάτια μου να κυλάει ρυάκι.
Δε ξέρω γιατί έκλαψα περισσότερο από όλα.
Για τον τρόπο συμπεριφοράς του; Για το γεγονός ότι με ταύτισε με αυτές που πηδάει;
Ιδέα δεν είχα.
Δε το πολυσκέφτηκα κιόλας διότι τα μάτια μου έκλεισαν απότομα.
•Next morning•
Ξύπνησα εξαιτίας ενός εκτυφλωτικού φωτός.
"Ρε μαμά πάλι άνοιξες το παράθυρο;"
"Ε ναι παιδί μου. Κοιμάσαι τόσες ώρες 1 πήγε."
"Πωωω άσε με."
"Αγάπη μου τι έχεις;" με ρώτησε συμπονετικά.
"Τίποτα ρε μαμά."
"Ναι για αυτό κοιμήθηκες με τα ρούχα και το μακιγιάζ και είσαι σα το τέρας του Λοχ Νες." μου είπε ειρωνικά.
"Καλά φύγε τώρα. Θα ετοιμαστώ και θα κατέβω κάτω."
"Εντάξει, αλλά μην στεναχωριέσαι για κάποιον που δεν αξίζει."
Μωρέ πως τα καταλαβαίνει όλα; Απορία το έχω.
Και μια μέρα πριν μου έρθει περίοδος εφοδιάζει το σπίτι με πατατάκια, σοκολάτες, παγωτά και ρομαντικές ταινίες.
Τέλος πάντων αφού ετοιμάστηκα, κατέβηκα κάτω ήταν όλοι μαζεμένοι και εννοώντας όλοι ήταν και η Barbie.
Ε βέβαια δε του κάθισα εγώ και βρήκε αντικαταστάτρια.
"Καλημέρα σας."
"Καλημερα princessa." μου είπε ο πατέρας μου.
"Τι καλημέρα ρε Ιάσωνα 1 το μεσημέρι;" είπε γελώντας η μάνα μου.