Κεφάλαιο 1 - Επίσκεψη στο γιατρό

2K 160 126
                                    

Έχεις νιώσει ποτέ, ενώ κάθεσαι σε ένα χώρο αναμονής ιατρείου, να πνίγεσαι? Να βυθίζεσαι σε βαθιά νερά και να μην έχεις από κάπου να πιαστείς για να σταματήσεις την κάθοδο? Και μετά να έρχεται η ασφυξία. Η ανάσα που κρατάς τελειώνει, δεν αρκεί πια, θέλεις να την αφήσεις και να εισπνεύσεις καινούργιο, φρέσκο αέρα, αλλά δεν μπορείς γιατί όλα γύρω σου είναι μαύρο νερό.

Το νιώθω να με κατακλύζει, το στήθος μου πονάει, πνίγομαι, χάνομαι ....

-«Μπορείτε να περάσετε κα Σάντοου.» 

Η φωνή της υπερβολικά ευγενικής, υπερβολικά ξανθιάς, υπερβολικά βαμμένης γραμματέως, που δεν θυμάμαι πώς τη λένε, με επαναφέρει στην πραγματικότητα.

Εισπνέω απότομα, συνειδητοποιώντας ότι φαίνομαι σα να τρόμαξα απ'το άκουσμα της φωνής της. Τουλάχιστον αυτό δείχνει το περίεργο βλέμμα που μου ρίχνει, σμίγοντας ελαφρώς τα τέλεια σχεδιασμένα φρύδια της και χαμογελώντας μου συγκαταβατικά.

-«Ο γιατρός σας περιμένει.»

-«Ευχαριστώ.»

Ψελλίζω μέσα απ'τα δόντια μου και μαζεύω γρήγορα την τσάντα μου και τη ζακέτα που πήρα το πρωί μαζί μου για την πρωινή δροσιά, και που τώρα, μέσα στην αποπνιχτική ζέστη του μεσημεριού, φαίνεται τόσο περιττή.

Ανοίγω την πόρτα. Η αίθουσα είναι λουσμένη στο φως από τον, απ'το ταβάνι ως το πάτωμα, τοίχο από υαλότουβλο που βρίσκεται δεξιά απ'την είσοδο. Μου πονάει τα μάτια. Στο βάθος, πίσω απ' το τεράστιο για τον χώρο, γραφείο από σκούρα καρυδιά, καθισμένος στη μαύρη δερμάτινη καρέκλα του και σκυμμένος σε βαθιά περισυλλογή στις σημειώσεις του, ο γιατρός. Ανασηκώνει το βλέμμα του και μου χαμογελάει ζεστά.

-«Καλώς ήρθες καλή μου! Πέρασε! Πώς νιώθουμε σήμερα?»

Το σιχαίνομαι όταν το κάνει αυτό. Πώς νιώθουμε σήμερα???!!! Ποιος του έδωσε το δικαίωμα να νομίζει ότι μπορούμε να μοιραζόμαστε συναισθήματα, να νιώθουμε από κοινού? Τον αγριοκοιτάζω και θέλω να του φωνάξω ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να «νιώθουμε» κάτι μαζί, αλλά το γλυκό του βλέμμα με μαλακώνει. Άλλωστε, είναι η μέθοδος που χρησιμοποιεί μαζί μου, ή με όλους του τους ασθενείς δεν ξέρω, να ... νιώθουμε παρέα σε τι κατάσταση βρίσκεται το διαταραγμένο μυαλό μου.

-«Καλημέρα γιατρέ. Αρκετά καλά, ευχαριστώ.» 

Πλησιάζω στο γραφείο του και κάθομαι στην συνηθισμένη μου θέση, τη μαύρη πολυθρόνα από μαλακό δέρμα, που βρίσκεται ακριβώς απέναντί του. Δίπλα, είναι ένα στρογγυλό τραπεζάκι από την ίδια σκούρα καρυδιά, που είναι φτιαγμένο και το γραφείο του και φιλοξενεί πάνω μια μικρή λάμπα απ'αυτές που έχουν στις βιβλιοθήκες, με πράσινο γυαλί και κορδονάκι για να την ανοίγεις, ένα πορσελάνινο μπολάκι γεμάτο ζελεδάκια τυλιγμένα σε χρωματιστά χαρτάκια  και ένα πακέτο χαρτομάντιλα. Τα τελευταία προφανώς για χρήση των πιο σαλεμένων πελατών του απ'ότι είμαι εγώ. Ή των λιγότερο σαλεμένων, αυτών που μπορούν να κλάψουν.

Μαύρο νερόDonde viven las historias. Descúbrelo ahora