Κεφάλαιο 25 - Ντένβερ Κολοράντο

755 126 134
                                    

Πετάμε με ένα Airbus A321, με προορισμό το Ντένβερ. Καθόμαστε στα δεξιά του αεροσκάφους, τέταρτη σειρά απ'το τέλος, σε τρεις διαδοχικές θέσεις. Εγώ στο παράθυρο, ο Τζέιμι δίπλα μου και στη θέση του διαδρόμου ο Μαρκ. 

Η πτήση ξεκίνησε στην ώρα της και μέχρι στιγμής είναι ήσυχη, χωρίς αναταράξεις. Το ευγενέστατο πλήρωμα, μας πρόσφερε καφέ, γλυκά και σφολιατοειδή και τώρα επικρατεί μια ησυχία, με μόνο θόρυβο το καλυμμένο βουητό από τους κινητήρες του αεροπλάνου. 

Ο Μαρκ παρακολουθεί μια αστυνομική ταινία στην μικρή οθονίτσα μπροστά του, φορώντας τα ασύρματα ακουστικά, που του έδωσε μια πολύ γλυκιά ξανθιά αεροσυνοδός με ολόλευκο αστραφτερό χαμόγελο.

Ο Τζέιμι έχει ανοιχτό μπροστά του το -"Σκιές της πόλης" ένα μυθιστόρημα της Ελίζαμπεθ Ντρέικ- και κάθε τόσο γυρνάει, με κοιτάζει με θαυμασμό και μου χαμογελάει. Δεν έχει σχολιάσει τίποτα, αλλά δείχνει να τον έχει απορροφήσει. Από χτες που το πήρε στα χέρια του, δεν το έχει αφήσει ούτε στιγμή. Δεδομένου ότι δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο βιβλίο και τον βλέπω να βρίσκεται κάπου στη μέση, αναρωτιέμαι αόριστα, αν το τελείωσε και το ξανάρχισε απ' την αρχή, ή είναι πολύ αργός αναγνώστης.

Το κουδουνάκι και η φωτεινή ένδειξη 'ΠΡΟΣΔΕΘΕΙΤΕ' ανάβει πάνω απ' τις θέσεις μας.

Κοιτάζω απ' το παράθυρο. Το αεροδρόμιο του Ντένβερ με τις χαρακτηριστικές μυτερές, λευκές τέντες του, παραταγμένες στη σειρά, απλώνεται από κάτω μας. Εικοσιμία λευκές τέντες από τεφλόν και φάιμπεργκλας σε μια σειρά, που παριστάνουν την οροσειρά των χιονισμένων Rocky Mountains που φαίνονται στο βάθος πίσω απ'το αεροδρόμιο. Αλλά και μια αναφορά στα 'τίπις' των αυτόχθονων ιθαγενών, που ζούσαν μέσα στις χαρακτηριστικές τέντες από δέρμα ζώων σε αυτή την περιοχή.

Βγαίνουμε στο αεροδρόμιο και μας παίρνει κάμποση ώρα να παραλάβουμε τις βαλίτσες μας, που βγαίνουν στην κυλιόμενη κορδέλα με ρυθμό χελώνας. Ο Μαρκ εντωμεταξύ μιλάει στο τηλέφωνο με την εταιρία ενοικιάσεως αυτοκινήτων, που τον ενημερώνουν ότι έχουν έρθει έξω από την πύλη εννέα και μας περιμένουν να μας παραδώσουν το τζιπ που κλείσαμε. 

Με το που βγαίνουμε από το αεροδρόμιο, ο ψυχρός αέρας μας χτυπάει στο πρόσωπο. Παρόλο που έχει επτά βαθμούς έξω, η αίσθηση δεν είναι άσκημη. Δεν έχει καθόλου υγρασία και ο ξηρός παγωμένος αέρας του βουνού, είναι πολύ ευχάριστος.

Νιώθω μια ελαφριά ζαλάδα και ο Μαρκ μου λέει ότι οφείλεται στο υψόμετρο που δεν έχω συνηθίσει ακόμα και να πίνω αρκετό νερό για να βοηθήσω τον οργανισμό μου να προσαρμοστεί. Η mile high city θέλει το χρόνο της για να σε δεχτεί.

Μαύρο νερόDonde viven las historias. Descúbrelo ahora