<<ΑΚΟΜΗ ΕΤΣΙ ΕΙΣΑΙ; ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΤΙ ΤΡΑΒΑΩ Η ΔΥΣΜΟΙΡΗ; ΤΣΑΚΙΣΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΑΞΕ ΡΟΥΧΑ ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΣΟΥ ΠΕΤΑΞΩ ΤΟ ΒΑΖΟ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΚΑΙ ΩΩΩ ΠΙΣΤΕΨΕ ΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΑΖΟ ΑΦΗΝΕΙ ΚΑΡΟΥΜΠΑΛΟ>>
<<Θεε μου Λιλυ ηρεμισε θα παθεις τιποτα>> της λεω ενω συνεχιζω να αραζω στον καναπε τρωγοντας πατατακια με τις φορμες μου και βλεπωντας στην τηλεοραση Φιλαρακια.
Ακουω τα τακουνια της να πλησιαζουν και σφιγγω το τηλεκοντρολ πανω μου. Πηγαινει και στεκεται μπροστα στην τηλεοραση. <<Σε μιση ωρα θα αρχισουν να ερχονται οι καλεσμενοι και εσυ ακομη εισαι ΕΤΣΙ>> με δειχνει εξαλλη. <<Πρεπει να σταματησεις να το κανεις αυτο. Ποτε θα μαθεις να ετοιμαζεσαι παντα μια ωρα πιο μπροστα;>>
<<Γιατι μια ωρα πιο μπροστα;>>
<<Γιατι ποτε δεν ξερεις αν θα ρθει κανενας καλεσμενος πριν την ωρα του. Παντα υπαρχουν οι τελειωμενοι που ερχονται πιο νωρις για να φανε και να πιουνε. Λες και δεν ξερεις>> ρωταει ενω ταυτοχρονα ανοιγει η πορτα της εισοδου και μπαινει μεσα ενας κυριουλης με κουστουμι κρατωντας εναν τεραστιο δισκο.
<<Καλησπερα, η δεσποινις Λιλυ;>> μας κοιταει και τις δυο απο πανω μεχρι κατω.
<<Παρακαλω, εγω ειμαι>> παει προς το μερος του η φιλη μου.
<<Ειμαστε απο το catering που πηρατε τηλεφωνο. Να ανεβασουμε τα πραγματα;>> παρατηρω πως την κοιταζει αλλα εκεινη δεν παιρνει χαμπαρι.
<<ΩΩ φυσικα. Σας εχω κανει χωρο εκει>> δειχνει την ακρη του διαμερισματος και προχωραει προς το εκει λεγοντας του που ακριβως θα μπει το καθε εδεσμα.
Καθομαι και την παρακολουθω καθως δινει οδηγιες και αγριοκοιταζει τον δυσμοιρο οταν της προτεινει καποια αλλη λυση.
Θα ηθελα ωρες ωρες να ειμαι σαν τη Λιλυ. Να εχω τον τσαμπουκα και να μπορω να λεω ο,τι θελω.
Ενα μηνυμα στο κινητο μου με κανει να ξυπνησω και αμεσως να το δω.
Απο Κειλεμπ:
Μωρο μου, τι ωρα να περασω;
Ωχ.
Ο Κειλεμπ.
Τον ειχα ξεχασει εντελως αυτες τις δυο μερες. Βασικα σκοπιμα τον ξεχασα ουπς.
Πεταω το κινητο πανω στον καναπε και κοιταζω αφηρεμενη εξω απο το παραθυρο. Αν η σχεση μου με τον Κριστιαν σοβαρεψει, τοτε πρεπει επειγοντως να σκεφτω τον τροπο που θα το μαθουν η Λιλυ και ο Κειλεμπ.