Κεφάλαιο 12ο

4.3K 414 9
                                    

"Δεν μπορώ, δεν μπορώ..." μουρμουρίζω αδύναμη πριν ανοίξω την πόρτα του συνοδηγού. Η Βανέσσα ξεφυσά και εκνευρισμένη κάνει τον γύρο του αυτοκινήτου και μου ανοίγει την πόρτα.

"Αλίκη βγες έξω, τώρα!" απαιτεί και σιωπηλά την υπακούω. Κοιτάζω το σπίτι ευθεία μου, όπου γίνεται το πάρτι και το μόνο που πετυχαίνω είναι να αγχωθώ περισσότερο.

"Αλίκη χαλάρωσε, ένα απλό πάρτι είναι..." προσπαθεί να με παρηγορήσει αλλά δεν πιάνει. Είμαι πολύ σφιγμένη και μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να χαλαρώσω... Να πιω.

"Βανέσσα θέλω να πιω." αποφασίζω φωναχτά. Γυρίζει απότομα το κεφάλι της και με κοιτάζει με γουρλωμένα μάτια.

"Τι φωνάζεις χριστιανή μου;" παραπονιέται και ψιθυρίζω ένα άψυχο "συγνώμη".

"Και πως και αποφάσισες ότι θες να πιεις;" ρωτάει ειρωνικά. Ανασηκώνω αδιάφορα τους ώμους μου για να μην υποψιαστεί τίποτα και προχωράω ακάθεκτη προς το εσωτερικό του σπιτιού.

"Θα μου φέρεις ένα ποτό ή θα πρέπει να το πάρω μόνη μου; Ξέρεις ότι δεν έχω ιδέα από αυτά!" λέω και γελάει. Σε λιγότερο από 30 δεύτερα έχει εξαφανιστεί από δίπλα μου. Κοιτάζω τριγύρω προσπαθώντας να διακρίνω κάποιο γνωστό άτομο. Όλοι ξέρουμε ότι με το 'γνωστό άτομο' εννοώ τον Οδυσσέα.

"Ήρθες!" αναφωνεί ξαφνιασμένος ο Οδυσσέας. Ορθώνω το κορμί μου και χαμογελάω πλατιά. Από τι θυμάμαι πολύ καλά, του αρέσει η αυτοπεποίθηση και ο δυναμισμός. Ε λοιπόν ήρθε η ώρα να ξανά βγάλω στην επιφάνεια την άλλη εκδοχή του εαυτού μου. Να βγάλω εκείνη...

"Αμφέβαλες;" ρωτάω με σηκωμένο το ένα φρύδι. Προσπαθώ να τον φλερτάρω αλλά δεν ξέρω αν το κάνω καλά ή όχι. Δεν το έχω ξανά επιχειρήσει... Δεν χρειάστηκε βασικά. Ποτέ άλλοτε δεν έχω ενδιαφερθεί για αγόρι εκτός από την στιγμή που μετακόμισε ο Οδυσσέας εδώ. Εδώ και έναν χρόνο λοιπόν είμαι κολλημένη με αυτόν τον τύραννο.

"Αν πω όχι θα είναι ψέματα οπότε..." γελάει και το ίδιο κάνω και εγώ. Μένουμε για λίγο σιωπηλοί ώσπου μιλάει ξανά.

"Άντε έλα!" με προστάζει αλλά του κάνω νόημα να περιμένει.

"Μισό να πάρω το ποτό μου." δηλώνω και κοιτώ τριγύρω για να βρω την Βανέσσα.

"Από πότε πίνεις;" ρωτάει ξαφνιασμένος έχοντας σηκωμένο το φρύδι του. Για όλα υπάρχουν πρώτη φορά σωστά; Δεν είναι ότι θα υιοθετήσω την συνήθεια να πίνω. Χαλαρώστε όλοι.

"Δεν το έχω κάνει συνήθεια, απλά περνάω μια φάση και θέλω κάτι για να ξεχαστώ." απαντώ ειλικρινά και γουρλώνει τα μάτια. Ύστερα δείχνει να σκέφτεται τα λόγια μου και βγάζει ένα επιφώνημα "Αα".

"Μιλάς για εκείνο το παιδί... Που χωρίσατε;" υποθέτει κατσουφιάζοντας και γνέφω. Ακριβώς για αυτό μιλάω, μπράβο Οδυσσέα μου. Έρχεται η Βανέσσα και μου παραδίδει ένα κόκκινο πλαστικό ποτήρι. Την ευχαριστώ και με ενημερώνει πως αν την χρειαστώ θα είναι στο μπροστινό μέρος της αυλής. Σε αντίθεση με εμένα η Βανέσσα έχει σχέση και μάλιστα σοβαρή. Για αυτό συνήθως ακούω τις συμβουλές που έχει να μου δώσει πάνω σε αυτόν τον τομέα διότι και εκείνη τα ίδια έχει περάσει και ξέρει. Είναι φυσιολογικό να φοβάμαι να ρισκάρω. Όλοι την πρώτη φορά που χρειάστηκε να πάρουμε μια ανατρεπτική απόφαση διστάσαμε και είναι φυσιολογικό. Τον άνθρωπο τον φοβίζει το άγνωστο. Του αρέσει να πατάει σε γνωστά εδάφη και όχι με ένα μαντήλι τυλιγμένο γύρω από τα μάτια του. Μπαίνοντας στο άγνωστο, απελευθερωνόμαστε από κάθε περιορισμό, διότι νέες επιλογές είναι διαθέσιμες μέσα σε κάθε στιγμή της ύπαρξης μας και γινόμαστε ελεύθεροι. Η ελευθερία συνεπάγει την αποδοχή, δηλαδή το να επιτρέπουμε να μας βρει ότι είναι να έρθει και το να αποχωριζόμαστε εκείνα που παρέρχονται. Η ελευθερία συνεπάγει την αποκοπή μας από το γνωστό, την προθυμία και την αυτοπεποίθηση να εισερχόμαστε στο απέραντο άγνωστο κάθε στιγμή της ζωής μας. Ο φόβος για το άγνωστο είναι οπισθοδρόμηση, στασιμότητα, συντηρητισμός και διαφθορά. Είναι πραγματικά άσχημο να κάνεις τα ίδια πράγματα από συνήθεια, να παίζεις τους ίδιους ρόλους από ανασφάλεια, να μην πρωτοτυπείς και αυτοσχεδιάζεις, να συμβιβάζεσαι με το ρεύμα, να δείχνεις ευπρεπής, αλλά είμαστε άνθρωποι και οι άνθρωποι έχουν μάθει να λειτουργούν μόνο στις καθημερινές συνήθειες τους, πέρα από αυτό διστάζουν και οπισθοχωρούν. Το ερώτημα είναι: αξίζει να ρισκάρεις και να περπατήσεις με ένα μαντήλι τυλιγμένο γύρω από τα μάτια σου; Γιατί αν αποφασίσεις να κυνηγήσεις το άγνωστο, από την σταθερότητα μπορεί να βρεθείς στο πουθενά.

"Αλίκη με ακούς;" ρωτάει ο Οδυσσέας κουνώντας τα χέρια του κοντά στο πρόσωπο μου.

"Εμ συγνώμη αφαιρέθηκα... Τι είπες;" ρωτάω σαστισμένη και πίνω μια γουλιά από το ποτό μου.

"Λέω... Πάμε;" ρωτάει και γνέφω. Δεν είμαι τόσο σίγουρη αν θέλω να πάω εκεί που με οδηγεί γιατί γνωρίζω πολύ καλά ότι το εκεί περιλαμβάνει και την Βασιλική.

Undiscovered loveOnde histórias criam vida. Descubra agora