○○9○○

232 20 14
                                    

■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■

《Τα λέμε》φώναξα στα κορίτσια και οι δρόμοι μας χώρισαν. Διασκέδασα πολυ στο μπαρ που πήγαμε αλλά ειμαι κουρασμένη.

Η ώρα είναι τρεις τα ξημερώματα και περπατάω στην παραλιακή με προορισμό το διαμέρισμα μου.

Τα μαλλιά μου μπλέκονται και χορεύουν μαζί με τον άνεμο και η μυρωδιά της αλμίρας φτανει στα ρουθούνια μου.

Τότε πίσω μου ακούω ενα μπουκάλι να σπάει. Τρομαγμένη βλέπω έναν μεθυσμένο τύπο να έρχεται κατα πανω μου.

《Τ-ι κανεις;;》του λέω όταν με έπιασε απο τους ώμους.

《Σςςς αν κάτσεις ήσυχη εμείς οι δυο θα περάσουμε πολυ καλά》μου είπε και χαμογέλασε πονηρά ενώ εμένα μου έρχονταν εμετός.

Με οδηγεί στο πιο κοντινό στενάκι που είναι τυλιγμένο με πυκνό σκοτάδι.

Και αρχίζει να μου φιλάει τον λαιμό τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα και προσπαθώ να τον απώθησω μακριά μου αλλά με κρατάει πολυ σφιχτά.

《ΒΟΉΘΕΙΑ,ΒΟΉΘΕΙΑ ΌΧΙ ΜΗΝ ΤΟ ΚΆΝΕΙΣ》ουρλιάζω.

Το μάγουλο μου είναι κοκκινο, ναι με χαστούκισε,με έσπρωξε με δύναμη σε έναν τοίχο και το κεφάλι μου συγκρούστηκε με αυτόν. Αίματα τρέχουν στο πρόσωπο μου και εγώ ανήμπορη πια να τον παρακαλάω να σταματήσει.

Τι χαζή που ειμαι που δεν γύρισα με τα κορίτσια...

Πριν καν το καταλάβω έχει κατεβάσει την φούστα μου και το παντελόνι του και με ορμή μπαίνει βαθιά μέσα μου.

Έκλεισε το στόμα μου με την βρώμικη παλάμη του για να μην ακούγονται τα ουρλιαχτά μου.

Ζαλισμένη πλέον με τοποθετεί στο πάτωμα και ξαναμπαίνει μέσα μου, με φιλάει παντού. Και εγώ σαν άψυχο πράγμα με γουρλωμένα μάτια δεν κάνω τίποτα.

Δεν σκέφτομαι,είναι σαν αυτο που λένε ότι μετα απο το τίποτα επικρατεί το χάος και εγώ εκείνη την στιγμή ήμουν κομμάτι του

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.


Δεν σκέφτομαι,είναι σαν αυτο που λένε ότι μετα απο το τίποτα επικρατεί το χάος και εγώ εκείνη την στιγμή ήμουν κομμάτι του.

Αισθανόμουν τόσο αδύναμη που το μονο που μπορούσα είναι να βγάζω δάκρυα.

Έχυσε πανω μου. Και όταν τελείωσε μου ψιθύρισε
《Ήσουν καλο κουταβάκι》μου έγλυψε το αυτί. Και έφυγε αφήνοντας με γυμνή απο κάτω σαν ζώο, ολο το βράδυ έμεινα εκεί την στάση που με άφησε.

Λέγομαι Νικολέτα Δημητρίου και αυτή είναι η ιστορία μου...

Τέλος...

■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■■


ONE SHOTS Where stories live. Discover now