•Κεφάλαιο ένα• 🍎

117 15 2
                                    

«Ένα, δυο, και επίθεση!» Η βροντιά φωνή του ήχησε στους σταύλους καθώς το ξίφος μου διαπέρασε το σκιάχτρο μπροστά μου

Κοίταξα για λίγο τα γαλανά του μάτια, καθώς απέσυρε το όπλο μου από το τσουβάλι της άμμου.

«Πολύ καλά ξάδερφε. Αν συνεχίσεις έτσι την εξάσκηση θα γίνεις και ο πρώτος ξιφομάχος των βασιλείων» είπε

«Σε ευχαριστώ Στήβεν» μουρμούρισα

Με τον ξάδερφο μου μεγαλώσαμε σαν αδέρφια, είχαμε μόλις μερικούς μήνες διαφορά ενώ μας επισκέπτονταν σε καθημερινή βάση. Ήμουν έτοιμος να συνεχίσω την εξάσκηση μου όταν η φωνή της μητριάς μου ήχησε από μακριά.

«Άαρον!» Φώναξε και αναστέναξα απογοητευμένος

«Τι;!» Αποκρίθηκα

«Έλα λίγο μέσα» είπε και αμέσως στράφηκα προς τον Στήβεν

«Πρέπει να μπω μέσα. Θα σε δω αργότερα» είπα και έτρεξα προς την είσοδο

Έσπρωξα την μεγάλη και βαριά πόρτα και εισήλθα βαριεστημένα στο χώρο. Στο σαλόνι κάθονταν ο πατέρας μου με την Τάμπιθα. Την γυναίκα του και εξαιρετικά απεχθής μητριά μου. Μόλις με είδαν ίσιωσαν την κορμοστασιά τους κοιτάζοντας με αυστηρά.

«Που ήσουν;» Ρώτησε ο πατέρας μου με έναν εκνευρισμό στον τόνο της φωνής του

«Έξω στους σταύλους με τον Στήβεν. Εξασκούμασταν στην ξιφομαχία» απάντησα

«Και γιατί δε πήρες και τον αδερφό μαζί σου;» Ρώτησε η Τάμπιθα

Κοίταξα στιγμιαία τον δεκαεξάχρονο αδερφό μου Ρίτσαρντ ο οποίος διάβαζε ένα βιβλίο και αμέσως ξινίστηκα. Με τον Ρίτσαρντ αν και είχαμε μόλις δυο χρόνια διαφορά δεν είχαμε σχεδόν τίποτα κοινό σε ενδιαφέροντα. Για την ακρίβεια δεν υπήρξαμε ποτέ κοντά σαν αδέρφια. Ανέκαθεν τον ένιωθα ξένο και απόμακρο ενώ ταυτόχρονα η αδιαφορία και η μόνιμη κρύα του στάση δε βοηθούσαν στην επίτευξη κάποιου δέσιμου μεταξύ μας.

Από τότε που μας θυμάμαι πάντοτε μας ξεχώριζαν. Η Τάμπιθα τον μεγάλωνε μέσα στα χατήρια σε αντίθεση με τον πατέρα μου που έκανε τα πάντα για να με σκληραγωγήσει. Ωστόσο ήταν δίπλα μου καθόλη την διάρκεια της εφηβείας μου και με το που ενηλικιώθηκα, μου εκμυστηρεύτηκε την αληθινή ταυτότητα μου. Το πως ήμουν ο μοναχογιός της πρώτης του αγάπης και το πόσο υπέροχη ήταν. Μιλούσε για αυτήν με έναν θαυμασμό και τρυφερότητα που ποτέ δεν είδα ανάμεσα σε αυτό και την Τάμπιθα. Για την ακρίβεια όταν ήμουν δώδεκα χρόνων είχαν αρχίσει να κοιμούνται σε ξεχωριστές κρεβατοκάμαρες αλλά ποτέ δεν έμαθα το γιατί.

Ο σκοτεινός πρίγκιπαςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora