Κεφάλαιο 1

844 46 4
                                    


Ξύπνησα με έναν αβάσταχτο πονοκέφαλο. Γύρισα απότομα να κοιτάξω το ξυπνητήρι μου και είδα ότι η ώρα ήταν 6 το πρωί. Έχω δύο ώρες ακόμα για ύπνο αλλά πώς μπορεί να κοιμηθεί κάνεις με τέτοιο πονοκέφαλο. Σηκώθηκα και κάθισα στο κρεβάτι μου. Ένιωθα τον πόνο να με τυφλώνει. Συγκέντρωσα το βλέμμα μου σε μια γωνιά του δωματίου μου. Έπειτα σηκώθηκα έπρεπε να τσεκαρω άμα τα έχω μαζέψει όλα. Όλα όσα θα χρειαστώ για την φετινή χρονιά στο καινούργιο μου σχολείο. Ανοίγω την τσάντα μου… όλα τελεια και τακτοποιημένα. Ίσως έπρεπε να σταματήσω να αγχώνομαι τόσο. 

Δεν ήμουν χαρούμενη να αφήσω το παλιό μου σχολείο. Ήξερα πως έπρεπε να φύγουμε, δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Δεν παραπονιέμαι, δεν περνάω άσχημα. Είναι σαν να επέστρεψα στη ζωή που είχα  πριν τέσσερα χρόνια. Είμαι γείτονας με τον καλύτερό μου φίλο και αυτή τη φορά θα πάμε και μαζί στο ίδιο σχολείο. Σιγά-σιγά το άγχος μετατρέπεται σε ενθουσιασμό. 

Σηκώνομαι, αποφάσισα πως πρέπει να ετοιμαστώ. Φοράω γρήγορα τα ρούχα μου, χτενίζω τα μαλλιά μου, πλένω τα δόντια μου. Κοιτάω τον εαυτό μου στον καθρέφτη " πότε μεγάλωσα τόσο;" ρωτάω τον εαυτό μου. 

Κατεβαίνω κάτω για πρωινό. Ξέρω ότι ο πατέρας μου δεν θα μπορέσει να με πάει σήμερα στο σταθμό του τρένου. Ίσως η δουλειά του να είναι πιο σημαντική και από την ίδια του την κόρη. Πάλι καλά που ο πατέρας του καλύτερου μου φίλου νοιάζεται αρκετά άστα να πάει και εμένα και τον γιο του στο σταθμό. 

Τελειώνω το πρωινό μου. Φοράω τα παπούτσια μου και αρπάζω το μπαούλο μου. Δεν υπάρχει κανείς στο χωλ. Κοιτάζω το ρολόι μου και βλέπω πως η ώρα έχει περάσει, έχει φτάσει 7:30. Αποφασίζω πως είναι η ώρα να φύγω. Δεν θέλω να αργήσω. Κοιτάζω δεξιά-αριστερά, δεν φαίνεται κάνεις ακόμα και το σπιτικό ξωτικό δεν ήτανε στο σαλόνι να καθαρίζει όπως συνηθίζει να κάνει." Πού να χάθηκε και αυτό ; " ρωτάω τον εαυτό μου. 

Ανοίγω την πόρτα και κοιτάω πίσω μου. Παγώνω δεν ξέρω τι να κάνω. Πρέπει να αποχαιρετήσω τον πατέρα μου; Θα κάνω μήνες να τον δω και όμως αυτός δεν έχει έρθει να μου πει ένα αντίο ή να μου ευχηθεί καλή τύχη. Ίσως αυτό είναι ένα σημάδι ότι δεν νοιάζεται αρκετά. Παίρνω μία βαθιά ανάσα, σηκώνω το κεφάλι μου και κάνω ένα βήμα έξω από την πόρτα. Κλείνω την πόρτα πίσω μου και παίρνω μία βαθιά ανάσα. Αυτός ο καθαρός αέρας κάθε φορά μου φτιάχνει τη διάθεση. 

Ξεκινάω για το σπίτι του καλύτερου μου φίλου, του γείτονα μου. Το σπίτι δεν είναι πολύ μακριά περπατάω μέσα από ένα δρομάκι και… να το, το βλέπω. 

Έξω βρίσκεται ο καλύτερός μου φίλος, έτοιμος κι αυτός με το μπαούλο του. Τρέχω προς το μέρος του φωνάζοντας…

"ΝΤΡΆΚΟ" 

Ένα χαμόγελο σχηματίζεται στο χλωμό πρόσωπο του ξανθού αγοριού. Αμέσως αφήνει την βαλίτσα του και με αγκαλιάζει. Τραβιόμαστε κοι οι δύο αργά ο ένας από τον άλλον.

"Ενθουσιασμένη για την πρώτη σου μέρα ;"  με ρωτάει 

"Πιο πολύ αγχωμένη θα έλεγα" χαμογελάω απαλά.

Βλέπω να ξεπροβάλλει από την πύλη του σπιτιού ο κ. Μάλφοι .

" Καλημέρα Μισέλ" μου λέει με ένα άψυχο τόνο και ύστερα χωρίς να περιμένει απαντήσει μας κοίτα και τους δύο. "Έτοιμοι ;"

"Ναι" λέμε και οι δύο ταυτόχρονα.

"Ελπίζω να ξέρεις ότι θα διακτινιστούμε στον σταθμό; " ξαναγύρισε το βλέμμα σε εμένα.

"Ναι φυσικά" 

"Εντάξει λοιπόν" έκανε μια παύση "Κρατηθείτε και οι δύο" είπε και άπλωσε τα χέρια του. 

Ένιωθα να χάνω την γη από τα πόδια μου σαν να πετούσα δεν μπορούσα να δω τίποτα. Πήρα και βαθιά ανάσα και μέτρησα αντίστροφα. 5…4...3...2...1 Φτάσαμε !

Επικίνδυνα μυστικάWhere stories live. Discover now