Κεφάλαιο 29

422 67 104
                                    

<<Τι έκανες;>> την ρώτησε ο Απόλλωνας με φωνή που έτρεμε. Η Μαρία κατάλαβε πως κάτι γίνετε και γραπώθηκε πάνω από το χέρι του άντρα, σαν να εξαρτάτε η ζωή της από αυτό. Εκείνος της έκανε νόημα να μην πει λέξη και άκουγε με προσοχή.

<<Τι έπαθες Απόλλωνα;>> γέλασε η γυναίκα. <<Φοβάσαι;>>.

<<Γελάς;>> την ρώτησε έκπληκτος από το θράσος της. <<Τολμάς και γελάς;>>.

Ήταν τρελή... Πως του είχε διαφύγει αυτό τόσο καιρό; Πως δεν το είχε προσέξει και την είχε 'μυθοποιήσει' με τέτοιο τρόπο στο μυαλό του;

<<Ηρέμησε>> του απάντησε με έναν εντελώς χαλαρό τόνο στην φωνή της. <<Είναι μια χαρά. Το μόνο που θέλω είναι να σε δω...>>.

<<Δεν είσαι καλά>> της απάντησε εκείνος θυμωμένος όσο δεν πάει. <<Απήγαγες το παιδί μου απλά και μόνο επειδή ήθελες να με δεις;>>.

<<Δεν είχα άλλη επιλογή>> του απάντησε. <<Αρνιόσουν να με δεις. Έπρεπε με κάποιο τρόπο να σε πίσω>>.

<<Πραγματικά... δεν ξέρω τι να σου πω τώρα...>>. Όλες οι βρισιές του κόσμου ένιωθε πως δεν φτάνουν. Ένιωθε το αίμα στην καρδιά του κυριολεκτικά να βράζει από το θυμό του.

<<Εσύ δεν χρειάζεται να μου πεις τίποτα>> απάντησε η γυναίκα. <<Εγώ θα σου πω που να έρθεις να με συναντήσεις>>.

<<Θα έρθω>> της είπε. <<Πες μου που είσαι;>>.

<<Μόνος σου θέλω να έρθεις>> του είπε με νόημα. <<Δεν θέλω να φέρεις κανέναν μαζί σου. Θέλω απλά να ιδωθούμε>>.

<<Έχεις και το παιδί εκεί;>>.

<<Ναι, εδώ είναι>>.

<<Λέγε που είσαι>>.

<<Στην αποθήκη είμαι... Στην γνωστή αποθήκη...>>.

Ο Απόλλωνας έμεινε να κοιτάει το κενό. Νόμιζε πως είχαν περάσει αιώνες από τότε που είχε να πατήσει το πόδι του εκεί μέσα.

<<Έρχομαι>> της είπα.

<<Σε περιμένω. Είμαι εδώ με το παιδί. Θα μιλήσουμε και θα την πάρεις>>.

Το έκλεισαν και η Μαρία έμεινε να τον κοιτάει με κομμένη την ανάσα.

<<Ξέρουμε που είναι το παιδί, ηρέμησε>> της είπε ο Απόλλωνας.

Η γυναίκα με τα χίλια πρόσωπα 2. Οι μάσκες πέφτουν.Where stories live. Discover now