Κεφάλαιο 6

285 16 0
                                    

Οι μέρες πέρασαν γρήγορα κι αποχωρίστηκαν ξανά. "Ένας αποχωρισμός πιο κοντά στην αιωνιότητα" σκέφτηκε η Ελένη καθώς επέστρεφε στο σπίτι, με την καρδιά της μισή για ακόμα μια φορά. Πάντα όταν έφευγε μακριά του ένιωθε λες και κόβεται στα δύο η καρδιά της κι ένα κομμάτι της το έπαιρνε μαζί του αν όχι ολόκληρη. Όπως κι αυτή κρατούσε την δική του. Μόνο που αυτή τη φορά είχαν κάτι παραπάνω να τους ενώνει. Φορούσαν τις βέρες τους, που θα τους θύμιζαν σε κάθε δύσκολη στιγμή πως η αγάπη τους πάλεψε και νίκησε για ακόμη μια φορά. Αυτή ήταν η αλήθεια τους. 

Τα βήματά της δεν την έβγαλαν ποτέ στο σπίτι. Εκεί δεν μπορούσε παρά να παίξει θέατρο. Χωρίς να το καταλάβει έφτασε στη ρεματιά. Αυτό το μέρος ήταν γεμάτο με τις αναμνήσεις τους και μόνο γαλήνη της πρόσφερε το να βρίσκεται εκεί. Όλα της τον θύμιζαν κι έτσι της έλειπε λιγότερο. Εκεί μπορούσε να είναι ο εαυτός της. Μπορούσε να αφήσει τα συναισθήματά της να τυλίξουν την ατμόσφαιρα χωρίς να φοβάται ότι θα την δει κάποιος. Άγγιξε τη βέρα που κρεμόταν στον λαιμό της και ευχήθηκε αυτή να ήταν η τελευταία δοκιμασία που τους επιφύλασσε η μοίρα. Έκλεισε σφιχτά τα μάτια της κι έφερε στο μυαλό της τη μορφή του. Η έκφρασή της ηρέμησε κι η γαλήνη επέστρεψε στο πρόσωπό της. Έμεινε εκεί για ώρα μέχρι που κατάλαβε πως είχε αργήσει και θα την έψαχναν. Αν μπορούσε θα έμενε εκεί για πάντα.

Επέστρεψε στο σπίτι αργά το απόγευμα. Σχεδόν δεν άκουσε τις αδερφές και τον πατέρα της που την ρωτούσαν ανήσυχοι πού εξαφανίστηκε. Τους καθησύχασε πως είναι καλά και κλείστηκε στην κάμαρη. Η μοναξιά ήταν το μόνο που είχε ανάγκη εκείνη τη στιγμή. Ήθελε να περάσει λίγο χρόνο με τον εαυτό της, να βάλει τις σκέψεις της σε μια σειρά, μέχρι την επόμενη φορά που θα αναγκαζόταν να πει ψέματα, παριστάνοντας πως δεν νοιάζεται για εκείνον.. Αν μπορούσε θα φώναζε επιτόπου να το μάθουν όλοι, πως τον αγαπάει και είναι μαζί του είτε το θέλουν είτε όχι οι γονείς τους.

Ο Λάμπρος επέστρεψε στο στρατόπεδο με βαριά καρδιά που την άφησε ξανά μόνη της. Το μόνο που τον παρηγορούσε ήταν η συντροφιά του Χρήστου, που είχε αποδειχτεί ο κρυφός του σύμμαχος. 

Κάθονταν σε μια απόμερη γωνιά, κάτω από τα σύννεφα που είχαν μαζευτεί στον ουρανό και συζητούσαν. Τότε ο Χρήστος αποφάσισε να του αποκαλύψει κάτι παράτολμο που ήταν έτοιμος να κάνει. "Λάμπρο" ξεκίνησε κάπως διστακτικά. "Ξανασκέφτηκα όσα μου είχες πει, ξέρεις...για την Ελευθερία. Αποφάσισα να μη σκύψω το κεφάλι. Θα παλέψω κι ας χαλάσει ο κόσμος. Στην άδεια μου θα πάω να την βρω" του είπε αποφασιστικά κι ύστερα τον ευχαρίστησε που του έμαθε να μην τα παρατάει με την πρώτη δυσκολία. "Η αγάπη σας πρέπει να γίνει δίδαγμα" του εξομολογήθηκε ο Χρήστος, γιατί σε αυτή την αγάπη δεν λογάριασαν τίποτα και κανέναν πέρα από την ευτυχία τους κι ήταν έτοιμοι να κάνουν το πιο παράτολμο βήμα, χωρίς ενδοιασμούς, δίχως "πρέπει" και "μη", αλλά με οδηγό και συνοδοιπόρο την καρδιά. Και μ' αυτήν όσο σκληρά κι αν πάλευες πάντα ήσουν ο χαμένος.

Μια νέα αρχήWhere stories live. Discover now