Έφτασαν ξημερώματα στην Αθήνα. Το ταξίδι τούς είχε κουράσει, ωστόσο ήταν ενθουσιασμένοι με το νέο τους ξεκίνημα και δεν έβλεπαν την ώρα να φτάσουν στο σπίτι που θα φιλοξενούσε προσωρινά τον έρωτά τους. Η Ελένη κοιτούσε την Αθήνα μαγεμένη και ανυπομονούσε για την πρώτη τους βόλτα εκεί.
Μετά από λίγο περπάτημα έφτασαν στο σπίτι. Μόλις μπήκαν τους τύλιξε μια ζεστή ατμόσφαιρα. Το σπίτι ήταν άνετο και ευρύχωρο κι η Ελένη ενθουσιάστηκε. Έκανε σα μικρό παιδί που ανακαλύπτει κάτι καινούριο. Κοιτούσε αποσβολωμένη τα αρχοντικά έπιπλα, ενώ εντυπωσιάστηκε από τα ξύλινα σκαλιστά τραπέζια. Τα ντουλάπια ήταν γεμάτα τρόφιμα, αφού η Ανέτ είχε φροντίσει μια μέρα πριν και είχε στείλει δικό της άνθρωπο να περιποιηθεί το σπίτι υπό άκρα μυστικότητα.
Ο Λάμπρος κατευθύνθηκε στην κάμαρη για να αφήσει τις βαλίτσες τους κι η Ελένη τον ακολούθησε. "Πώς σου φαίνεται καρδιά μου;" τη ρώτησε κι βλέποντας την ευτυχία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της. "Είναι πολύ όμορφο" του απάντησε και του χάρισε το πιο γλυκό χαμόγελο. Τον πλησίασε και τον φίλησε τρυφερά, αθώα στο μάγουλο. Έκανε να φύγει από την αγκαλιά του για να τακτοποιήσει τα ρούχα τους, όμως εκείνος την τράβηξε μαλακά κοντά του. "Για πού το έβαλες Σταμίρη;" τη ρώτησε παιχνιδιάρικα. "Τώρα θα ξεκουραστούμε κορίτσι μου. Είχαμε μεγάλο ταξίδι" της είπε και την σήκωσε στην αγκαλιά του. Την ακούμπησε μαλακά στο κρεβάτι και κάθισε δίπλα της. Της έβγαλε τα παπούτσια κι αφού έβγαλε κι εκείνος τα δικά του, ξάπλωσε κοντά της κι εκείνη χώθηκε πρόθυμα στην αγκαλιά του κι άφησε το σώμα της να γεμίσει με το άρωμά του. Κούρνιασε στο στήθος του κι άκουγε την καρδιά του που χτυπούσε ακανόνιστα. Το ένα του χέρι κλείδωσε στη μέση της, ενώ το άλλο χάιδευε τρυφερά το πρόσωπο της.
Την πήρε ο ύπνος σχεδόν αμέσως από την κούραση. Έμεινε να την χαζεύει να κοιμάται, ώσπου λίγο αργότερα αποκοιμήθηκε κι ο ίδιος σε έναν ύπνο βαθύ, αφού σε ολόκληρη τη διαδρομή δεν έκλεισε ούτε για μια στιγμή τα μάτια το, επειδή ήθελε να την προσέχει. Να ξέρει ότι είναι καλά κι ότι θα φτάσουν χωρίς προβλήματα στον προορισμό τους.
Ο Γιώργης ξύπνησε με ένα περίεργο προαίσθημα. Ένιωθε ένα βάρος στο στήθος του και αδυνατούσε να καταλάβει τον λόγο. Αφού ετοιμάστηκε, βγήκε από την κάμαρή του. Πήγε να ξύπνησε τις κόρες του, μα μόλις είδε ότι το κρεβάτι της Ελένης ήταν άδειο έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του. Ξύπνησε γρήγορα τη Δρόσω και την Ασημίνα και τις ρώτησε πού είναι η αδερφή τους, προσπαθώντας να βρει μια άκρη, μα ούτε εκείνες γνώριζαν. Βγήκε από την κάμαρη κι εκείνες τον ακολούθησαν αμίλητες. Η Δρόσω είχε τρομοκρατηθεί κι είχε κρυφτεί στην αγκαλιά της Ασημίνας. Το βλέμμα του Γιώργη έπεσε πάνω στο λευκό φύλλο χαρτί που υπήρχε στο τραπέζι. Το άρπαξε αμέσως κι άρχισε να το διαβάζει φωναχτά.

ESTÁS LEYENDO
Μια νέα αρχή
De TodoΤι θα γινόταν αν ο Λάμπρος όταν έλαβε το γράμμα της Ελένης στο στρατόπεδο πήγαινε να τη βρει για να της εξηγήσει και να της ζητήσει να κάνουν μια νέα αρχή; Θα δεχτεί να γυρίσουν σελίδα στη σχέση τους ή θα τερματιστεί για πάντα;