Κεφάλαιο 21

308 15 0
                                    

Το φως του ήλιου εισέβαλε στο δωμάτιο κι η Ελένη άνοιξε δειλά τα μάτια της. Ήταν λες και δύο ήλιοι φώτιζαν το βλέμμα της. Το άρωμά του αμέσως πλημμύρισε τα πνευμόνια της. Ένιωσε την ψυχή της να γεμίζει με αγαλλίαση. Το χαμόγελο έλαμψε στο πρόσωπό της. Εισέπνευσε τον αέρα γύρω της και τον ένιωσε διαφορετικό. Όλα ήταν διαφορετικά και συγχρόνως τόσο ίδια. Τα κορμιά τους ήταν μπλεγμένα. Το κεφάλι της πάντα ακουμπισμένο στο στήθος του για να ακούει την καρδιά του και να γεμίζει ζωή το σώμα της.

Η Ελένη τον χάζεψε για λίγο καθώς κοιμόταν γαλήνιος με ένα αδιευκρίνιστο χαμόγελο να στολίζει το πρόσωπό του. Άφησε ένα τρυφερό φιλί στο μάγουλο του και γλίστρησε ήρεμα από την αγκαλιά του, προσέχοντας να μην ταράξει τον ύπνο του. Φόρεσε βιαστικά το μεσοφόρι της και τύλιξε το κορμί της με τη ρόμπα της. Βγήκε από την κάμαρη και έκλεισε αθόρυβα την πόρτα πίσω της. 

Στο σπίτι επικρατούσε ησυχία. Υπέθεσε πως δεν είχε ξυπνήσει κανένας ακόμα. Περιηγήθηκε για λίγο στο σπίτι. Στο σαλόνι, στο έπιπλο πίσω από την τραπεζαρία παρατήρησε μια φωτογραφία της μητέρας του Λάμπρου. Την πήρε στα χέρια της και την επεξεργάστηκε για λίγο. Έφερε στο νου της τις λιγοστές φορές που την είχε συναντήσει. Θυμήθηκε το χαμόγελο της, το ζεστό της βλέμμα, αλλά και τον τρόπο που έλαμπαν τα μάτια του αγαπημένου της κάθε φορά που μιλούσε για εκείνη. 

Ξαφνικά το βλέμμα της έπεσε πάνω σε ένα χαρτί που υπήρχε στο τραπέζι. Το διάβασε γρήγορα και τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα. Το είχε αφήσει ο Μιλτιάδης για να τους ενημερώσει πως με τον Γιάννο θα έπαιρναν τον πρωινό τους καφέ στο καφενείο. Ήταν ολομόναχοι στο σπίτι.

Αμέσως πέρασε μια ιδέα από το μυαλό της κι έτρεξε στην κουζίνα. Λίγο αργότερα, αφού είχε ετοιμάσει τα πάντα, επέστρεψε στην κάμαρη και γλίστρησε δίπλα του στο κρεβάτι. Χάιδεψε τα μαλλιά του, μπλέκοντας τα δάχτυλά της στις μπούκλες του. Τον είδε να προσπαθεί να ανοίξει τα μάτια του. Πλησίασε τα χείλη της στα δικά του και τον φίλησε γλυκά. "Το πιο όμορφο ξύπνημα" ψέλλισε ο Λάμπρος θαυμάζοντας την ευτυχία που αντίκριζε στο πρόσωπο της αγαπημένης του. Του χαμογέλασε όπως μόνο εκείνη ήξερε. "Καλημέρα κυρία Σεβαστού" είπε κι άφησε ένα φιλί πάνω στη βέρα της. "Καλημέρα" ψιθύρισε εκείνη και το βλέμμα της βυθίστηκε στο δικό του. Έμειναν για λίγες στιγμές να κοιτάζονται. 

Τράβηξε τα σκέπασμα τα από πάνω του προκαλώντας του μια δυσαρέσκεια. "Σήκω" πρόσταξε "Σου έχω μια έκπληξη". Είδε την απορία στο βλέμμα του. Ο Λάμπρος σηκώθηκε από το κρεβάτι κι η Ελένη του ζήτησε να κλείσει τα μάτια του. Στάθηκε πίσω του και έφερε τα χέρια της στο πρόσωπό του για να βεβαιωθεί πως δε θα ανοίξει τα μάτια του. Προχώρησαν μαζί ως το σαλόνι, με τον Λάμπρο να διαμαρτύρεται και να ζητά να τον αφήσει να δει επιτέλους, κι εκείνη τον μάλωνε γλυκά για την γκρίνια και την ανυπομονησία του, ενώ κατά βάθος διασκέδαζε με την παιδικότητα του. 

Μια νέα αρχήWhere stories live. Discover now