Το επόμενο, κιόλας, πρωί, σηκώθηκε αρκετά νωρίς. Δεν είχε καταφέρει να κλείσει τα μάτια του, παρά μόνο λίγες ώρες. Μία σκέψη τριγύριζε συνεχώς στο μυαλό του. Ο Κωνσταντής βρήκε το θάρρος να του εξομολογηθεί την αλήθεια, τώρα ήταν η δική του σειρά να αποκαλύψει όσα τον βάραιναν όλα αυτά τα χρόνια, όσα τον άφηναν ξάγρυπνο τα βράδια και όσα του δημιουργούσαν εφιάλτες.
Φόρεσε την ζακέτα του και κατέβηκε στην αυλή, να πάρει λίγο αέρα. Όταν γύρισε στο δωμάτιο, εκείνη ακόμα κοιμόταν. Το πρόσωπο της ήταν γαλήνιο, τα χαρακτηριστικά της ήρεμα και τα χέρια της ακουμπούσαν την κοιλιά της. Έμοιαζε πραγματικά με άγγελο.
Ξάπλωσε δίπλα της όσο πιο αθόρυβα μπορούσε, για να μην την ξυπνήσει. Τράβηξε ελαφρώς την κουβέρτα από πάνω της, για να χαϊδέψει την κοιλιά της. «Σαν να έχει φουσκώσει λιγάκι!», σκέφτηκε. Χαμογέλασε αχνά. Την ζήλευε, μα ντρεπόταν να της το εκμυστηρευτεί. Ζήλευε όλες τις γυναίκες που μπορούσαν να βλέπουν ένα τέτοιο δώρο να μεγαλώνει μέρα με την μέρα μέσα στο σώμα τους και να προσφέρει απλόχερα σε όλους τόση χαρά. «Εμείς οι άντρες είμαστε ντιπ χαϊβάνια σε αυτά!», είπε από μέσα του και γέλασε.
Πλησίασε τα χείλη του πάνω από το νυχτικό της, ακριβώς στο σημείο που ακουμπούσαν και τα δικά της χέρια, αφήνοντας ένα απαλό φιλί.
«Σ' αγαπάω, καρδούλα μου! Μπορεί να μην σε ξέρω, να μην σε έχω δει ποτέ από κοντά, μπορεί να μην σε έχω κρατήσει ποτέ στην αγκαλιά μου, μπορεί να έμαθα μόλις χθες την ύπαρξη σου, μα αισθάνομαι ότι σ' αγαπώ! Θέλω να σου προσφέρω τόσα πολλά, όσα μπορώ. Ελπίζω να φανώ αντάξιος των προσδοκιών σου και να μην σε απογοητεύσω. Σε ευχαριστώ που διάλεξες εμένα και την μανούλα μας, για γονείς σου. Μας έκανες το μεγαλύτερο δώρο της ζωής μας. Μπορεί οι μέρες που έρχονται να είναι δύσκολες, αλλά σου υπόσχομαι πως θα κάνω τα αδύνατα δυνατά για να μην φύγω ούτε στιγμή από το πλευρό σας» ψιθύρισε δακρυσμένος «Θα είμαι εδώ κοντά σου, να σε βλέπω να μεγαλώνεις μέσα στην κοιλίτσα της μαμάς και όταν γεννηθείς θα είμαι μαζί σας. Θέλω να είμαι ο πρώτος που θα σε κρατήσει στην αγκαλιά του. Εγώ θα σε νανουρίζω, θα σε ταΐζω, θα σε βοηθήσω να κάνεις τα πρώτα σου βήματα, να πεις τις πρώτες σου λέξεις και όταν μεγαλώσεις και γίνεις ολόκληρο παιδάκι, εγώ θα σου μάθω γράμματα. Θα σε παίρνω από το χεράκι και θα πηγαίνουμε μαζί σχολείο κάθε πρωί. Θα κάθεσαι στο πρώτο θρανίο, όπως εγώ και η μαμά, και θα σε βλέπω από μακριά και θα σε καμαρώνω...Μα θέλω να σου ζητήσω να με συγχωρέσεις, ψυχούλα μου. Δεν αντέχω άλλο να ζω με αυτό το βάρος. Δεν θα είμαι ο μπαμπάς σου, αν φερθώ ανέντιμα και κρυφτώ. Θέλω να είσαι περήφανο για μένα...και σου ορκίζομαι ότι δεν θα με χάσετε, δεν πρόκειται ποτέ να σας αφήσω μόνους σας! Στο υπόσχομαι!» συνέχισε και άφησε ακόμα ένα φιλί στην κοιλιά της
ВЫ ЧИТАЕТЕ
Μια μικρή, λευκή αχιβάδα
ФанфикΗ αγάπη είναι αρκετά δυνατή για να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο και δυσκολία. Είναι ικανή, όμως, να ξεπεράσει ακόμα και τον θάνατο; Δύο ερωτευμένες καρδιές, κλεισμένες μέσα σε μία μικρή, λευκή αχιβάδα, μπορούν να καταφέρουν τα πάντα...