Για την Ελένη

524 27 0
                                    

Ξημέρωσε των Φώτων. Καθόντουσαν αγκαλιασμένοι μέσα στη σπηλιά τους στη ρεματιά και απολάμβαναν ο ένας τη μορφή του άλλου. Σε λίγες μέρες θα αποχωρίζονταν πάλι, αλλά αυτή η φορά θα ήταν και η τελευταία. Ο Λάμπρος θα τακτοποιούσε κάποιες εκκρεμότητες που είχε αφήσει πίσω του στα Γιάννενα και μετά θα επέστρεφε μόνιμα στο χωριό, για να διδάξει ως δάσκαλος. Το όνειρο τους είχε πραγματοποιηθεί. Θα ζούσαν ευτυχισμένοι, μαζί. Θα έκαναν οικογένεια.

Έκλεισε το χέρι της μέσα στο δικό του και το πλησίασε στα χείλη του. Μύρισε το άρωμα της και φίλησε ένα-ένα τα δάχτυλα της. Του χαμογέλασε.

«Δεν χορταίνω να σε κοιτάω» της παραδέχτηκε «Δεν χορταίνω να σε κοιτάω να χαμογελάς, αγάπη μου»

«Εσύ με κάνεις να χαμογελάω!»

Τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω από τον λαιμό του. Την τράβηξε στην αγκαλιά του με δύναμη και ασφάλισε τα χέρια του γύρω της. Μα εκείνα δεν έμειναν ακίνητα. Χάιδευαν όλο το κορμί της. Πρώτα τα μαλλιά της, έπειτα την πλάτη της και μετά τα πόδια της. Δεν μπορούσε να σταματήσει να την αγγίζει. Ήθελε να την αισθάνεται όσο γίνεται πιο κοντά του.

Εκείνη έσκυψε προς το μέρος του, ακουμπώντας απαλά τα χείλη της στο δέρμα του λαιμού του, μα δεν το φίλησε. Χάιδεψε ίσα-ίσα με το στόμα της εκείνη τη φλέβα που πεταγόταν στη δεξιά πλευρά του λαιμού του, κάθε φορά που νεύριαζε ή κάθε φορά που αισθανόταν το πάθος του για εκείνη να φουντώνει. Αγαπούσε κάθε σημείο του κορμιού του και απολάμβανε να το παρατηρεί. Ήταν δικό της και ήταν δικιά του για πάντα.

«Επίτηδες το κάνεις, Σταμίρη...» είπε χαμηλόφωνα, βγάζοντας την από τις σκέψεις της

Τρόμαξε ελαφρά και απομάκρυνε τα χείλη της από πάνω του.

«Όχι» του απάντησε απλά, με μια ελαφριά παιδικότητα να διακρίνει τη φωνή της «Συγγνώμη, δεν θα το ξανακάνω...»

Ένα μικρό γέλιο ξέφυγε από το λαιμό της, μα κατάφερε να το πνίξει.

«Αχ, έτσι και παντρευτούμε...» ξεκίνησε εκείνος και δάγκωσε ελαφρώς τα χείλη του

«Τι;»

«Μια βδομάδα θα κάνουμε να βγούμε από την κάμαρη! Δεν θα επιτρέπω σε κανέναν να σε βλέπει, μόνο εγώ!» συνέχισε και η Λενιώ γέλασε δυνατά

«Φυλακισμένη θα με κρατήσετε, κύριε Σεβαστέ;»

«Φυλακισμένη στην αγκαλιά μου, δεσποινίς Σταμίρη!»

Μια μικρή, λευκή αχιβάδαOnde histórias criam vida. Descubra agora