Ναυάγια της ζωής

479 24 1
                                    

«Δηλαδή Ρίζω μου, όλα πάνε καλά, έτσι;»  ρώτησε ανήσυχος ο Λάμπρος

«Ναι, παλικάρι μου! Εκατό φορές με έχεις ρωτήσει...και η Λενιώ και το μωράκι σας χαίρουν άκρας υγείας!» απάντησε η γυναίκα «Άντε και σε λίγο καιρό, θα αρχίσετε να το νιώθετε...»

Τα μάτια του Λάμπρου έλαμψαν.

«Θα κλωτσήσει;» αποκρίθηκε ενθουσιασμένος

«Αμέ! Μια και δυο φορές; Συνέχεια θα κλωτσάει! Άμα αρχίσει, δεν θα σταματάει!»

Εκείνος χαμογέλασε, τρίβοντας νευρικά τα χέρια του από χαρά.

«Αυτό που σου ζήτησα, κατάφερες να το βρεις;»

Η γυναίκα ένευσε συνωμοτικά, κλείνοντας του το μάτι και έχωσε γρήγορα στην τσάντα του έχω μικρό πακέτο.

«Σε ευχαριστώ!» της ψιθύρισε

Η Ελένη βγήκε από το δωμάτιο, στρώνοντας την μπλούζα της.

«Έτοιμη, κορίτσι μου;» ρώτησε ο Λάμπρος

Εκείνη χαμογέλασε.

«Μην ξεχνάς να παίρνεις τα δυναμωτικά σου, κοκόνα μου, ε;»

«Έγνοια σου, Ρίζω και της τα δίνω εγώ πρωί βράδυ!» πετάχτηκε ο Λάμπρος «Ααα να μην το ξεχάσω!» συνέχισε «Για το πρήξιμο στα πόδια, τι να κάνουμε τελικά;»

«Να της τα τρίβεις δυο με τρεις φορές την ημέρα και θα ανακουφίζεται!» αποκρίθηκε η γυναίκα

Έπειτα γύρισε προς το μέρος της Ελένης και της ψιθύρισε κάτι στο αυτί, που ο Λάμπρος δεν κατάφερε να ακούσει.

«Για όλα εκείνος φροντίζει!» απάντησε η Ελένη και τον κοίταξε στα μάτια, χαμογελώντας του

Χαιρέτησαν την Ρίζω και άρχισαν να περπατούν προς το σπίτι τους.

«Το παλτό μου δώσε μου!» του είπε, όταν είδε ότι το κρατούσε

«Αμάν, βρε Λενιώ μου! Μπήκε ο Ιούνιος και εσύ ακόμα κυκλοφορείς λες και χιονίζει!» την πείραξε ο Λάμπρος

«Αφού κρυώνω! Το παιδί σου κρυώνει...» απάντησε με παράπονο

«Εεε άμα είναι για το παιδί μου, ορίστε!» αποκρίθηκε και πέρασε το παλτό γύρω από τους ώμους της

«Καλά, μην με κουμπώσεις κιόλας!»

«Όχι βέβαια, θα σκάσεις! Είπαμε κρυώνεις, κρυώνεις αλλά...»

«Α μπα! Και να θες να με κουμπώσεις δεν γίνεται!»

Εκείνος την κοίταξε παράξενα.

Μια μικρή, λευκή αχιβάδαOù les histoires vivent. Découvrez maintenant