- Δύο λεπτά μόνο, όλοι μαζί. Μετά να μείνετε λιγότεροι, τους είπε ο γιατρός κλείνοντας την πόρτα.
Η Ασημίνα, σκυμμένη στην άκρη του κρεβατιού, πάνω από τον ώμο του, σήκωσε το βλέμμα της. Είχαν έρθει η Μυρσίνη, ο Δούκας, ο Κωνσταντής και η Πηνελόπη.
Πρώτη ειδοποιήθηκε η Πηνελόπη, αφού οι γιατροί κάλεσαν στο σπίτι του Νικηφόρου. Εκείνη με τη σειρά της έψαξε κατευθείαν την Ασημίνα και, αφού δεν την έβρισκε, ζήτησε να της μεταφέρουν το μήνυμα. Ύστερα τηλεφώνησε στον Κωνσταντή και, τέλος, στους γονείς τους. Μόλις ενημερώθηκαν, έσπευσαν να τον δουν. Ήθελαν όλοι τους να σιγουρευτούν με τα μάτια τους.
- Αγόρι μου, ξεφώνισε η Μυρσίνη.
Έσκυψε και τον φίλησε στο κεφάλι. Είχαν περάσει τόσες μέρες που περίμενε να τον δει. Να αισθανθεί από κοντά τον γιο της. Του χάιδεψε το πρόσωπο, ενώ έκλαιγε απʼ τη συγκίνηση.
Η Πηνελόπη πήγε από την πλευρά της Ασημίνας, του έπιασε το χέρι και το έφερε στο μάγουλό της.
- Αχ βρε Νικηφόρε, τι θα κάναμε χωρίς εσένα;
- Το ʼξερα ότι είναι γερό σκαρί ο αδερφός μας, Πηνελόπη. Είδες που στα ʼλεγα;
Ο Δούκας πήγε και στάθηκε πλάι στη Μυρσίνη. Ήταν εμφανώς συγκινημένος. Όμως δε μιλούσε. Καθόλου.
Η Ασημίνα, καθόταν ακόμη εκεί, πλάι του και τους κοιτούσε σιωπηλή.
- Πότε πρόλαβες και ήρθες τόσο γρήγορα; στράφηκε προς το μέρος της η Πηνελόπη.
- Έτρεχα σαν τρελή. Ούτε κι εγώ κατάλαβα. Με το που μου είπε η Βιολέτα ότι κάλεσες, έφυγα τρέχοντας. Πήγα να πεθάνω απʼ την αγωνία μου.
- Συγγνώμη βρε κορίτσι μου που σε τρόμαξα. Δεν ήθελα όμως να το πω σε άλλον, μέχρι να σιγουρευτούμε. Είδες όμως που ανησυχούσες; Δες τον, τα κατάφερε!, είπε σφίγγοντάς την στην αγκαλιά της.
- Ναι... τα κατάφερε, απάντησε συγκινημένη.
- Ασημίνα, μίλησα και με τη Δρόσω. Θα περάσουν αργότερα με τον Λάμπρο και την Ελένη. Το βράδυ που θα γυρίσω, να μεταφέρω στο χωριό τα ευχάριστα, έτσι;
- Ναι Κωνσταντή, να τους τα πεις. Να... φεύγω εγώ τώρα, να σας αφήσω μόνους σας.
- Ασημίνα, αν θέλεις κάθισε, δεν υπάρχει πρόβλημα.
- Δούκα, καλύτερα να μείνουμε λίγο μόνοι μας με τον γιο μας, έτσι δεν είναι;
- Ναι, Μυρσίνη, της απάντησε κοφτά η Ασημίνα, που φαίνεται να συμφώνησε με την ιδέα της. Έτσι κι αλλιώς, ο γιατρός είπε να μη μείνουμε πολλοί ταυτόχρονα. Θα βγω εγώ, μην ανησυχείς. Αγάπη μου, ψιθύρισε, σκύβοντας να του δώσει ένα φιλί στο γυμνό του χέρι. Θα ξανάρθω.
YOU ARE READING
Καταιγίδα
Fanfiction|| τι έρωτας, τι θάνατος δεν έχεις να διαλέξεις || •1968• Δικτατορία. Άνθρωποι του καθεστώτος, κρύβουν ένοχα μυστικά, που μπορούν να τους προδώσουν. Στοιχεία που, αν βγουν στη φόρα, οι ίδιοι θα καταστραφούν. Πώς θα αντιδράσουν, όταν κάποιος σκαλί...