Πρώτη συνάντηση

483 7 0
                                    

«Δεσποινίς, σταθείτε να σας βοηθήσω»
«Σας ευχαριστώ πολύ»

Μια άγνωστη παρουσία, της απευθύνθηκε. Έσκυψε να σηκώσει τα υφάσματα που της είχαν πέσει απ' τα χέρια. Σήκωσε το βλέμμα της. Οι ματιές τους συναντήθηκαν.

Ανοιγόκλεισε τα μάτια της για μια στιγμή. Άνοιξε διστακτικά την πόρτα. Τα μάτια της αντίκρυσαν εκείνον. Δεν ήταν μια άγνωστη παρουσία. Ήταν ο άνθρωπός της.

«Σας συμβαίνει κάτι;»

Πρόσεξε την αναστάτωση στις κινήσεις της. Ήταν νευρική. Κάτι την ενοχλούσε. Εκείνος ενδιαφέρθηκε. Κάτι τον τράβηξε σ' εκείνη. Θέλησε να μάθει τι της συνέβαινε.

Τον είδε εκεί, ξαπλωμένο, ακίνητο, ταλαιπωρημένο. Πλησίασε προς το μέρος του. Ήταν ανήμπορος, μόνος. Ήθελε να τη νιώσει κοντά του.

«Όχι, είμαι μια χαρά»

Δεν ήταν καλά. Είχε στα χέρια της το αίμα ενός ανθρώπου. Η ευαίσθητη ψυχή της δεν μπορούσε να σηκώσει αυτό το βάρος. Η ενοχή αποτυπωνόταν στο βλέμμα της. Οι ανάσες της ήταν επιτακτικές. Η καρδιά της χτυπούσε δυνατά από τη σύγχυση.

Δεν ήταν καλά. Το σώμα του δεν άντεξε τα ξυλοκοπήματα. Είχε τραύματα παντού. Ίσα που ανέπνεε. Οι χτύποι της καρδιάς του αργοί και σταθεροί. Περισσότερο ελπιδοφόρο, παρά ανησυχητικό. Όσο υπήρχαν, του έδιναν ζωή.

«Αν μπορώ να κάνω κάτι για σας»

Προσφέρθηκε να τη βοηθήσει. Η παρουσία της ήταν εκλυστική. Αισθάνθηκε την ανάγκη να εκδηλώσει το ενδιαφέρον του.

Άπλωσε το χέρι της να του χαϊδέψει τα μαλλιά. Θέλησε να του προσφέρει το χάδι της. Η εικόνα του αποζητούσε λίγη παρηγοριά.

«Σας είπα είμαι μια χαρά. Σας ευχαρίστησα. Μπορώ να φύγω τώρα;»

Αυθόρμητα, εκδηλώθηκε ο εκνευρισμός της. Ο τρόπος της ήταν απότομος. Δεν ήθελε πολλές κουβέντες.

Του χάιδεψε απαλά τα μαλλιά, το μέτωπο. Να τη νιώσει. Το χάδι της τρυφερό. Οι κινήσεις της ήρεμες, απαλές.

«Δε σας εμποδίζω. Ούτε ήθελα να φανώ φορτικός. Καλή σας μέρα»

Ένιωσε ανεπιθύμητος. Εκείνος της μίλησε ευγενικά. Της πρόσφερε βοήθεια. Κι εκείνη, την αρνήθηκε. Έκανε να φύγει.

Καταιγίδα Where stories live. Discover now