Λίγες μέρες μετά την κηδεία της Ελεονόρας, δεν πίστευα ότι το παρελθόν θα με ξαναχτυπούσε, ώσπου ένα βράδυ στον ύπνο μου, ξαναβρέθηκα σε εκείνο το σπίτι. Είχαν περάσει τόσα χρόνια και μου φαινόταν απίστευτο το γεγονός ότι για ακόμα μία φορά βρέθηκα εκεί. Όλα ήταν ίδια όπως τα είχα αφήσει την τελευταία φορά. Η εξώπορτα ανοιχτή, Η πρώτη πόρτα στα αριστερά, που ήταν το γραφείο και εκείνη ανοιχτή. Το μόνο που είχε αλλάξει ήταν ότι η δεξιά πόρτα ήταν μισάνοιχτη. Ήταν σαν να με παροτρύνει το σπίτι να ελέγξω αυτό το δωμάτιο. Έτσι χωρίς δεύτερη σκέψη έσπρωξα την πόρτα και αντίκρισα ένα παιδικό δωμάτιο θα έλεγε κανείς, γεμάτο με κουτιά από παιχνίδια και χρώματα, τα οποία είχαν ξεθωριάσει από τα πολλά χρόνια.
Είχε ένα μικρό κρεβάτι και ένα μεγάλο παράθυρο, όπου από κάτω του ήταν ένα μεγάλο μπαούλο με παιχνίδια, το οποίο και πλησίασα γιατί μου τράβηξε την προσοχή μία κούκλα που προεξείχε από αυτό. Ήταν μία κούκλα πάνινη με κουμπιά για μάτια και μοβ μαλλιά. Στο μέγεθος ήταν όπως οι σημερινές κούκλες, που είναι βρέφη, τα οποία η κοινωνία έμαθα στα κοριτσάκια να παίζουν μαζί τους, με σκοπό να τους περάσουν έμμεσα το μήνυμα της μητρότητας ως ο βασικός στόχος του μέλλοντος τους. Με έπιασε μία μεγάλη νοσταλγία όσο την κρατούσα και θυμήθηκα τα δικά μου παιδικά χρόνια. Οι γονείς μου με άφηναν να διαλέγω ότι παιχνίδι ήθελα χωρίς να τους ενδιαφέρει αν είναι για αγόρια ή κορίτσια, διότι ήξεραν ότι όλο αυτό το σκεπτικό είναι ένα κοινωνικό κατασκεύασμα για να μας κάνει να μπούμε σε ακόμα περισσότερα κουτάκια. Χαμογέλασα μόνο και μόνο στην ιδέα ότι οι γονείς μου πήγαιναν κόντρα σε όλο το στερεοτυπικό πατριαρχικό πρότυπο κοινωνίας και ένιωσα για άλλη μία φορά περήφανος που ήταν γονείς μου. Ωστόσο το χαμόγελο μου χάθηκε όταν η κούκλα σήκωσε το χέρι της.
Πανικοβλήθηκα τόσο πολύ και την πέταξα από τα χέρια μου. Μέσα σε όλο τον πανικό είδα ότι το χεράκι της, έδειχνε προς την πόρτα του δωματίου. Για μια στιγμή θεώρησα πως απλά ήταν η φαντασία μου λόγω του φόβου και της ανασφάλειας που ένιωθα. Παρ' όλα αυτά όμως γύρισα το βλέμμα μου προς την πόρτα και προς έκπληξη μου, η πόρτα έκλεισε απότομα και η ατμόσφαιρα στο δωμάτιο βάρυνε. Τότε σιγά σιγά άρχισαν τα παιχνίδια να βγαίνουν μόνα τους από το μπαούλο. Φρίκαρα στο θέαμα αυτό αλλά δεν μπορούσα να κουνηθώ, είχα μουδιάσει. Γέλια μικρού παιδιού άρχισαν να ακούγονται από όλες τις γωνίες του δωματίου και τα παιχνίδια κουνιόνταν σαν κάποιος να παίζει μαζί τους. Μπορεί να έρχονται όμορφες εικόνες στο μυαλό κάποιου όταν σκέφτεται μία τέτοια σκηνή, όμως για μένα το μόνο που μου προκαλούσε ήταν ανατριχίλα.
YOU ARE READING
Η υπόθεση των ονείρων μου
HorrorΉμουν τέσσερα χρονών όταν βρέθηκα εκεί για πρώτη φορά. Το σπίτι αυτό όμως με στοίχειωσε για πολλά χρόνια. Βρέθηκα πολλές φορές εκεί και πάντα έβλεπα κάτι καινούργιο. Δωμάτια με διαφορετική ιστορία το καθένα να ξετυλίγονται το ένα μετά το άλλο στα όν...