κεφάλαιο δεκαπέντε

327 30 1
                                    

Ο Βύρων είχε μόλις γυρίσει από το ταξίδι του στο Παρίσι για διαπραγματευσεις, και η όμορφη, αγαπημένη του, παγωμένη Ρωσία τον περίμενε. Αφού πήγε στο αφεντικό του πλήρη αναφορά των ανδραγαθηματων στο Παρίσι, ζήτησε πενταημερη άδεια άνευ αποδοχών. Και φυσικά την πήρε.

Όμως, και ενώ απολάμβανε το χαλαρωτικό του μπανακι υπό το φως των κεριών στο σπίτι του στην Μόσχα και σκεφτόταν πως θα αξιοποιουσε την άδειά του, το αφεντικό του του έστειλε γράμμα και του έδωσε λύση στο πρόβλημά του. "Ξέρω, λέει, πως είσαι διακοπές. Αλλά πρέπει να στείλω κάποιον Ελλάδα να παραλάβει το φορτίο μου, και είσαι ο πλέον κατάλληλος και προτιμότερος, αφενός γιατί είσαι Έλληνας και θα τα πας καλά με την συνεννόηση και αφετέρου γιατί είσαι ο μόνος που χαίρεις την πλήρη εμπιστοσύνη μου. Τα μεταφορικά είναι πληρωμένα. Δεξου το σαν άδεια και αυτό: διακοπές με διαλείμματα εργασίας, για να μην πλήττεις. Σε παρακαλώ μην αρνηθείς. Φεύγεις αύριο." Ο Βύρων άρχισε να τρίβει τα χέρια του. Ελλάδα σκεφτόταν να πάει, Θεσσαλονίκη μάλιστα, και η κάλυψη της δουλειάς ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε.

Την άλλη μέρα πρωί πρωί ήταν στο πρώτο πλοίο για Ελλάδα, χωρίς φυσικά ούτε να του περνάνε από το μυαλό οι δύσκολες συνθήκες την χώρας. Το '40 δυστυχώς η Ελλάδα βρισκόταν σε πόλεμο με τους Ιταλούς. Και η Θεσσαλονίκη ήταν πολύ κοντά στα σύνορα....

Αφού μπαρκαραν το καράβι, και ήρθε παράλληλα και το εμπόρευμα που ήταν να ελέγξει, και αφού έκανε την δουλειά του, αποφάσισε να περιπλανηθει στην πόλη. Εκεί, στο παζάρι, συνάντησε μια γνωστή φιγούρα που είχε να συναντήσει πάνω από  δεκαπέντε χρόνια και έκανε την παγωμένη του καρδιά να σκιρτησει ξανά. Κοίτα τύχη...

Εκεί, ανάμεσα στα κολοκύθια και τις μελιτζάνες (που ευτυχώς ακόμα δεν είχαν ακριβηνει τόσο) βρισκόταν η ελπίδα, με ένα καλαθάκι στο χέρι. Δεν περίμενε ότι θα την συναντούσε εκεί. Ήταν, άλλωστε, κυρά μεγάλη στον Πειραιά, και, καθώς μάθαινε, μεγάλη και τρανή μοδίστρα στην Θεσσαλονίκη. Και το παζάρι... δηλαδή το να πάει εκείνη μόνη της... του ξενιζε κάπως. Έπειτα από τόσα χρόνια στην Ευρώπη, θα έλεγε κανείς...

Μα έλα που σε ξέρω... Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora