Κεφάλαιο Δύο

512 61 18
                                    

"Τι λες να συνέβη;" ρώτησα τον Κάρτερ καθώς μπαίναμε στο δωμάτιό μου.
Εκείνος πέταξε το πανωφόρι του στην πολυθρόνα και χαλάρωσε την γραβάτα του.
"Δεν ξέρω. Ειλικρινά, έχω πιο... σοβαρές ασχολίες από μια απαιτητική Νεράιδα που είχε αποφασίσει να κάνει ό, τι περνάει από το χέρι της για να μας διαλύσει". Το χαμόγελό του ήταν πονηρό και στραβό. Τον πλησίασα, τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από τη μέση του και αφήνοντας το κεφάλι μου να πέσει στην πλάτη του. "Όχι, πονηρή" σχολίασε. "Μην πας να μου το παίξεις γλυκούλα πίσω από την πλάτη μου" πρόσθεσε γελώντας με το λογοπαίγνιο. "Μπροστά μου θα έρθεις".
Χαμογέλασα από μέσα μου και στάθηκα μπροστά του, ακουμπώντας στο ξύλο του κρεβατιού. "Δηλαδή δεν έχεις την παραμικρή περιέργεια να μάθεις τί συνέβη στη Βασίλισσα;" ρώτησα.
"Όχι" είπε εκείνος αδιάφορα, φέρνοντας τα χέρια του στη μέση μου, και λύνοντας σιγά σιγά τα κορδόνια του κορσέ μου.
"Ούτε τόσο δα; Πώς αντέχετε εσείς οι άντρες χωρίς καθόλου περιέργεια για τέτοια θέματα;" αναστέναξα, ξεχνώντας προς στιγμήν πού βρίσκονταν τα χέρια του.
Ο Κάρτερ γέλασε. "Αν έβλεπες αυτό που βλέπω εγώ τώρα, πίστεψέ με, ούτε εσύ θα είχες περιέργεια" σχολίασε πονηρά.
Ανασήκωσα το φρύδι. "Μάλιστα" του απάντησα, σέρνοντας τα χέρια μου στο στέρνο του, ανοίγοντας σιγά σιγά τα κουμπιά του πουκαμίσου του.
Με φίλησε, κόβοντάς μου την ανάσα. Όχι ότι είχα ανάγκη να αναπνέω, αλλά και πάλι, με έπιασε απροετοίμαστη. Με έσπρωξε κτητικά πίσω στο κρεβάτι όπου και προσγειώθηκα στα μαξιλάρια. Χαμογέλασε μία φορά, πριν βρεθεί από πάνω μου.

====================*====================*=====================*=========


Μόλις επέστρεψε ο Ντεβ από την δουλειά που του είχε αναθέσει ο πατέρας μου, άρχισε να κοπανάει σαν μανιακός την πόρτα απαιτώντας από τον Κάρτερ να βγει. Ο Κάρτερ από την άλλη, πετώντας μια όχι και πολύ κομψή κουβέντα στον αδερφό μου, σηκώθηκε τραβώντας μαζί το σεντόνι του και ντύθηκε. Δεν είχε προλάβει να φορέσει το πουκάμισο όταν ο Ντέβερελ όρμησε στο δωμάτιο, είδε τον Κάρτερ μόνο με το παντελόνι και ξαναβγήκε βρίζοντας.
"Να πάρει, Κέιν! Μαζέψου, στο δωμάτιο της αδερφής μου βρίσκεσαι γαμώτο! Σας είπε κανείς ότι παρουσιάζετε θέαμα που θα ήθελα να δω;"
"Δεν μας ρώτησες αν μπορείς να μπεις, Ντέβι" έκανε ο Κάρτερ απολαμβάνοντας τη στιγμή. Όσο κούμπωνε το πουκάμισο, χώθηκα πίσω από το παραβάν και τυλίχτηκα σε μια ρόμπα. "Καλύτερα που δεν μπούκαρες εδώ μέσα νωρίτερα" σχολίασε, αρκετά χαμηλόφωνα για να μην τον ακούσει ο Ντέβ, αλλά αρκετά δυνατά ώστε να τον ακούσω εγώ. Μόλις φόρεσε και τα παπούτσια του και καλύφθηκα επαρκώς με την μαύρη μου ρόμπα, ο Κάρτερ άνοιξε την πόρτα και συνάντησε τον Ντέβερελ. "Τι με θες και με διακόπτεις;" έκανε θεατρινίστικα.
"Βρήκα χτυπημένο έναν Λυκάνθρωπο και τον έφερα εδώ. Η κατάσταση έχει ξεφύγει, κι εσείς κάνετε λες και είστε νιόπαντροι!"
"Δεν θυμάμαι να μας ζήτησε κανείς να επέμβουμε, θυμάσαι εσύ, Χιονάτη;" έκανε ο Κάρτερ τραβώντας με από τη μέση.
Ο Ντεβ μας κοίταξε έτοιμος να κοπανήσει το κεφάλι του στον τοίχο.
"Δεν νομίζω" σχολίασα.
"Θεέ μου, αφού βρεθήκατε εσείς οι δύο στο ίδιο στρατόπεδο, δεν πρόκειται να γλυτώσει κανείς μας" μονολόγησε ο αδερφός μου και μας γύρισε την πλάτη. "Όταν ξεκολλήσετε από τα σιρόπια, σας περιμένουμε κάτω. Και όχι, δεν πρόκειται να σας καλύψω για την αργοπορία σας".
Με αυτά τα λόγια, κατέβηκε τις σκάλες.
Ο Κάρτερ με φίλησε βιαστικά. "Πάω να τον ηρεμήσω. Θα σε δω κάτω".
"Ντύνομαι και έρχομαι" του απάντησα. Εκείνος μου έκλεισε το μάτι και ακολούθησε τον αδερφό μου.
"Ντέβι, περίμενε τον κολλητό σου!"


===============*===============*===============*================*==========


Μόλις κατέβηκα στην αίθουσα συνεδριάσεων, έπιασα μια καρέκλα δίπλα στον Κάρτερ, μιας και οι υπόλοιποι την είχαν προφανώς αφήσει επίτηδες κενή και μάζεψα το φόρεμά μου.
"Ήρθα" είπα.
Ο πατέρας μου με κοίταξε χωρίς πολλά πολλά και σηκώθηκε όρθιος. "Ο Ντέβερελ επέστρεψε με ενδιαφέρουσες πληροφορίες".
"Ο Τρόι, ο Λυκάνθρωπος που βρήκα χτυπημένος, πιστεύω πως δεν χτυπήθηκε από την αγέλη του" είπε. "Από τον πόλεμο και μετά, εκδιώχθηκαν μόνο όσοι Λύκοι είχαν συμμαχήσει με τον Μπρένταν. Οι δεσμοί ανάμεσα σε Λυκανθρώπους και Νεράιδες έσπασαν, αλλά όχι αρκετά ώστε να υπονομεύουν ο ένας τον άλλον και σίγουρα δεν τον κατέσφαξαν δικοί μας. Πιστεύω πως ότι χτύπησε τον Τρόι, δεν τα έχει μόνο με τους Λύκους".
"Πιθανότατα" πετάχτηκα εγώ. "Ίσως αυτοί που τον χτύπησαν να σχετίζονται με την απαγωγή της Βασίλισσας".
"Δεν ξέρουμε σίγουρα αν είναι απαγωγή, Ρέιβεν" είπε ο πατέρας μου.
"Ειλικρινά τώρα" του είπα "τι μπορεί να είναι; Βαρέθηκε τα μεγαλεία η ψωνάρα; Μην τρελαθούμε, είναι σίγουρα απαγωγή".
"Δυστυχώς δεν έχεις χειροπιαστή απόδειξη. Κι εγώ το πιστεύω, αλλά δεν μπορώ να βασιστώ σε αυτό" είπε και πάλι.
"Ναι, μα-" Τότε ο Κάρτερ έριξε το χέρι του ψηλά στον μηρό μου, αγνοώντας το φόρεμα και πασχίζοντας να μου καταστρέψει το λόγο. Κατάπια σοκαρισμένη από τον τόπο που διάλεξε για μια τέτοια χειρονομία, αλλά προσπάθησα να συγκρατηθώ.
"Ναι;" έκανε η Έμπονι.
"Ξεχάστε το" είπα και έριξα την πλάτη μου στην καρέκλα, παίρνοντας βαθιές ανάσες.
"Συμφωνώ με τη Ρέιβεν" πετάχτηκε ο Κάρτερ, με το αριστερό του χέρι να χαϊδεύει το πόδι μου και το δεξί του πάνω στο τραπέζι, χτυπώντας το ξύλο για να δίνει έμφαση στα λόγια του. "Πιστεύω πως η μόνη πιθανότητα είναι η απαγωγή και θεωρώ σωστό να το πάρουμε σαν βάση". Το δάχτυλό του σύρθηκε στο μηρό μου ξανά. "Δηλαδή, πιστεύω πως είναι... η καλύτερη... τακτική".
Η μία τσιμπιά ακολούθησε την επόμενη, κάνοντάς με να ρίξω το κεφάλι μου στο τραπέζι.
"Είσαι καλά;" ρώτησε ο Ντέβερελ που καθόταν απέναντί μου.
"Μια χαρά" είπα χαμηλόφωνα. "Δεν έχω φάει καλά, αυτό είναι όλο".
"Ναι" παρενέβη ο Κάρτερ με ύφος ειδικού διατροφολόγου. "Δεν έχει φάει σε ικανοποιητικό βαθμό".
Ω, θα μου το πληρώσεις αυτό, Κάρτερ Κέιν, σκέφτηκα, ευχόμενη για μια στιγμή, να μπορούσε να διαβάσει τις σκέψεις μου.
Το βλέμμα που μου έριξε όμως, σε συνδυασμό με τον τρόπο που δάγκωσε τα χείλη του, με έκανε να πιστεύω πως ίσως και να μπορούσε.


=================*=================*====================*=================


"Πλάκα είχε η συνάντηση" σχολίασε ο Κάρτερ, καθώς με ακολουθούσε έξω από το Σάντοουφορτ Μουρ. "Πολύ το διασκέδασα".
Γρύλισα σε απάντηση, αλλά το μόνο που κατάφερα, ήταν να κάνω το χαμόγελό του πλατύτερο.
"Εννοώ, πως είχε πάνω από όλα εικαστικό ενδιαφέρον. Πέρα από τα προβλήματα που έχουμε - ξανά - παρουσίασε έντονα και γλαφυρά τη σχέση μας, δεν βρίσκεις;"
"Το διασκεδάζεις, έτσι δεν είναι;" ρώτησα στρίβοντας για να βγούμε στην δασώδη έκταση πίσω από το κτίριο.
"Δεν φαίνεται;" έκανε ανασηκώνοντας το φρύδι.
"Σου αρέσει πολύ να μου διαλύεις το λόγο, ε;" πέταξα ξανά, ούτε κατά διάνοια το ίδιο εκνευρισμένη με πριν. Η αλήθεια είναι πως δεν με βοήθαγε και ο ίδιος και δεν μπορούσα να του κρατήσω μούτρα για πολύ. Είχε βρει τα κουμπιά μου, από τότε που έγινε ό, τι έγινε μεταξύ μας και τα χρησιμοποιούσε ασταμάτητα.
"Να μου κάνεις τη χάρη, Ρέιβεν" σχολίασε σταματώντας και σηκώνοντας το χέρι αυστηρά. "Δεν έκανα τίποτα, μόνη σου μπέρδεψες τα λόγια σου. Με την ευκαιρία, να το κοιτάξεις, δεν είναι καλό αυτό".
Τον κοίταζα σοκαρισμένη έτοιμη να αρχίσω να φωνάζω, αλλά οι λέξεις δεν έβγαιναν. Μπορούσα μόνο να παρακολουθώ το πρόσωπό του, το λευκό του δέρμα και τα πονηρά, γαλάζια του μάτια που κυκλοφορούσαν πάνω μου. Ο Κάρτερ δάγκωσε τα χείλη του χαμογελαστός και με πλησίασε.
"Ξέρεις..." άρχισε κόβοντας βόλτες γύρω μου "... είναι ωραία τέτοια ώρα, μέσα στο δάσος... και είμαστε και μόνοι μας... και έχουμε όλη τη νύχτα για να βρούμε τροφή..."
"Γιατί κάτι που λέει πως ξέρω που το πας;" τον ρώτησα, απλώνοντας τα χέρια μου για να με τραβήξει κοντά του.
"Πάντα ξέρεις πού το πάω, Ρέιβεν" σχολίασε χαμογελαστός, φέρνοντας το πρόσωπό του σε απόσταση αναπνοής από το δικό μου.
Και τότε το ακούσαμε.
Το βλέμμα και των δυο μας στράφηκε προς το βάθος του δάσους. Με την άκρη του ματιού μου έπιασα μια κίνηση ανάμεσα στα πυκνά φύλλα και η μύτη μου οσφρίστηκε φρέσκο αίμα. Άφησα ένα φιλί στα έκπληκτα χείλη του και τον τράβηξα από το χέρι. "Πρώτα δείπνο. Διασκέδαση αργότερα".






Το άτιμο το ελάφι, μας είχε παιδέψει αρκετά. Τελευταία ανέπτυσσα μια λατρεία για κάθε ζωντανό οργανισμό, ειδικά αφού έφτασα στο χείλος του να χάσω τον Κάρτερ εξαιτίας του Μπρένταν και έτσι κάθε φορά που έτρωγα, φρόντιζα να μην σκοτώνω το υποψήφιο θύμα. Ο Κάρτερ με είχε πάρει στο ψιλό αμέτρητες φορές, λέγοντάς μου πως καμιά μέρα θα έκανα λάθος και θα το δηλητηρίαζα και θα έφτιαχνα τον δικό μου στρατό από αθάνατα ζώα του δάσους, αλλά από την μάχη με τον αλαζόνα πρώην μέλος της οικογένειας, είχαν αλλάξει πολλά. Έδειχνα άλλο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή καθώς και την πανίδα του τόπου.
"Καλά ήταν" σχολίασε ο Κάρτερ, κρατώντας με από τη μέση καθώς επιστρέφαμε στο Σάντοουφορτ Μουρ. "Δεν σχετίζεται σε καμία περίπτωση με την επίδραση που έχει το δικό σου αίμα πάνω μου, αλλά κάτι κάνει και αυτό εδώ".
Είχαμε αποφασίσει από κοινού να μην καταναλώνουμε ο ένας το αίμα του άλλου μιας και σε πολλές έντονα φορτισμένες καταστάσεις αυτή η τακτική έφερνε αναμνήσεις της ανθρώπινης ζωής, εκτός και αν δεν μπορούσαμε σε καμία περίπτωση να βρούμε φαγητό, αλλά γινόμασταν συχνά θύματα των "περιστάσεων" και δεν μπορούσαμε να απαρνηθούμε την ικανοποίηση που προσέφερε αυτή η δραστηριότητα σε μερικές... ιδιαίτερες στιγμές.
Ο Κάρτερ δεν είχε καμία απολύτως αντίρρηση στο να με αφήνει να τρέφομαι από τον ίδιο, ειδικά πριν από κάποια μεγάλη μάχη, αλλά γνωρίζοντας πως αυτό αποδυνάμωνε τον ίδιο, προσπαθούσα να το αποφεύγω. Μετά την φάση με τον Μπρένταν, είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου να κάνω ό, τι περνάει από το χέρι μου για να μην χρειαστεί να ζήσω ξανά ούτε λεπτό μακριά από τον γαλανομάτη βρικόλακά μου.
Γύρισα να τον κοιτάξω και ξεκούρασα το κεφάλι μου στον ώμο του, σκουπίζοντας τα χείλη μου. Τα δάχτυλά μου βάφτηκαν κόκκινα. "Συμφωνώ" σχολίασα χαμηλόφωνα, μιας και είχα ξαφνικά ένα περίεργο προαίσθημα.
Ο Κάρτερ σταμάτησε δίπλα μου, με τη μύτη του στα μαλλιά μου και τσιτώθηκε. "Τι έγινε;"
Τον έπιασα από το χέρι και ανέβασα τα χείλη μου στο αυτί του. "Γυρίζουμε σπίτι" είπα χαμηλόφωνα. "Τρέχοντας".
Είχε μόλις μπλέξει τα δάχτυλά του στα δικά μου όταν με μια ασυναίσθητη κίνηση του χεριού μου τον μετατόπισα ελαφρώς,σώζοντάς του τη ζωή. Το βέλος καρφώθηκε χαμηλά στην κοιλιά του, γλιτώνοντας τον από τα χειρότερα.
Το βλέμμα του πάγωσε για μια στιγμή και έπειτα το χέρι του κατευθύνθηκε προς την πληγή που αιμορραγούσε.
"Όχι!" φώναξα τινάζοντας μακριά το χέρι του. "Πρέπει να τρέξεις" του είπα, βλέποντας ξαφνικά φιγούρες ολόγυρα στο δάσος.
Ο Κάρτερ έγνεψε ταραγμένος και με ακολούθησε τρέχοντας στον δρόμο της επιστροφής.


Fangs (Midnight Series: Book Two)Where stories live. Discover now