Κεφάλαιο 3

563 94 18
                                    

Επιστροφή στο παρόν

"Η  λαίδη Κλερ βρίσκεται ήδη στην άμαξα καρδούλα μου,έλα φόρεσε το καπέλο σου και πάνε σιγά σιγά".

Τα μάτια της Ρενέ  ήταν κόκκινα και πρησμένα απ το κλάμα.Φόρεσε το μαύρο καπέλο της και έριξε μπροστά το δίχτυ για να τα καλύψει. Στην είσοδο της έπαυλης ,η άμαξα με την Κλερ,μαυροφορεμένη και αμίλητη, περίμενε υπομονετικά το κορίτσι να κατέβει.
Ο καιρός ήταν μουντός και συννεφιασμένος και κάπου κάπου έφευγε και από μία ψιχαλα. Αν και είχε μπει για τα καλά η άνοιξη η Ρενέ  ένιωθε ένα ρίγος να διαπερνά όλο της το κορμί.
Η  κηδεία έγινε σε κλίμα οδύνης, με όλη την καλή κοινωνία του Λονδινου παρούσα. Κανείς  δεν μπορούσε να πιστέψει πως έφυγε έτσι ξαφνικά ο κόμης Τέρλιγκτον , πόσο μάλλον η γυναίκα και η κόρη του.

" Ρενέ  μου,ξέρω ότι δεν είναι κατάλληλη η στιγμή αλλά τις επόμενες μέρες θα ήθελα να έχω μία συνάντηση μαζί σου. Ξέρεις ο πατέρας σου,πάντα προνοητικός,είχε φροντίσει και είχε κάνει τη διαθήκη του".
Ο κύριος Λάμπτον δικηγόρος και έμπιστος παιδικός φίλος του πατέρα της ,ήταν για εκείνη σαν συγγενής.
Κούνησε το κεφάλι της ,καταφατικά και του έσφιξε το χέρι.
Η  λαίδη Κλερ παρόλο το πένθος και τη στεναχώρια που βίωνε με τον ξαφνικό χαμό και του δεύτερου συζύγου της ,δεν μπόρεσε να προσπεράσει τα λόγια του δικηγόρου. Μέσα της,ένιωσε μία ανακούφιση διότι εάν ο σύζυγος της είχε κάνει διαθήκη, δεν θα μπορούσε να μην έχει συμπεριλάβει και την ίδια σε αυτήν.
Τουλάχιστον αυτή τη φορά δεν θα έμενε άφραγκη και χωρίς ένα κεραμίδι πάνω απ το κεφάλι της.
Στο σπίτι παρατέθηκε δείπνο στους πολύ κοντινούς φίλους της οικογένειας και συνεργάτες του πατέρα της.Η  ατμόσφαιρα ήταν άκρως φορτισμένη και η Ρενέ  δεν έβλεπε την ώρα να φύγουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι για να μπορέσει και πάλι να εκφράσει τον πόνο της.

"Μαρί ,βοήθησε με να βγάλω τον κορσέ μου. Κοντεύω να σκάσω ,τόσο που τον έχεις σφίξει".
Η  Μαρι πλησίασε την κυρά της μα όταν τα ζεστά χέρια άγγιξαν την επιδερμίδα της,εκείνη γύρισε με μιας αγκάλιασε τη γυναίκα και ένας λυγμός που με κόπο κρατούσε τόση ώρα,έφυγε απ το στόμα της. Έχωσε  το πρόσωπο της στην κοιλιά της γυναίκας και αρχισε να κλαίει με αναφιλιτα.

" Σώπα,σώπα τώρα καρδούλα  μου ,και μου ματώνεις την ψυχή.Ο Θεός, εκείνος ξέρει γιατί κάνει ότι κανει. Όλα θα πάνε καλά, ο κύρης μου θα έχει φροντίσει για όλα είμαι σίγουρη Δεν θα άφηνε έτσι τη μονάκριβη του. Σώπασε εσύ, κι εγώ είμαι εδώ για σένα".

Για αρκετές μέρες η σιωπή κυριαρχούσε μέσα σε κάθε δωμάτιο του σπιτιού. Ακόμη και οι δύο γυναίκες αντάλλασσαν ελάχιστα  λόγια  μεταξύ τους. Η  καθεμία βίωνε απ τη δική της πλευρά το χαμό του κόμη.
Μετά από δύο εβδομάδες περίπου ένα χτύπημα της πόρτας έσπασε τη σιωπή τόσων ημερών.

"Ο κύριος Λάμπτον  ,βρίσκεται στον προθάλαμο και θα ήθελε να δει τις κυρίες".
Η  λαίδη Χάμιλτον  πετάχτηκε σχεδόν, απ την πολυθρόνα που καθόταν και διάβαζε ένα βιβλίο και κοίταξε τον μπάτλερ.

" Ας περάσει στο μεγάλο γραφείο, Τζειμς και... θα έρθουμε κι εμείς ". Έπειτα, κοίταξε τη Ρενέ  στα μάτια και την πλησίασε.

" Το ξέρω καλή μου ότι σου είναι πολύ δύσκολο,είναι όμως κάτι που πρέπει να γίνει. Ας τελειώνουμε μία ώρα αρχήτέρα δεν συμφωνείς "?

Η  Ρενέ  που είχε ήδη σηκωθεί απ τον καναπέ εγνεψε στην Κλερ και απλώνοντας το χέρι της ,πήρε το δικό της και μαζί μπήκαν στο μεγάλο γραφείο.
Μία ώρα αρχητερα ήταν  μία κουβέντα γιατί ,όπως αποδείχτηκε, ήταν τόσο μεγάλη η περιουσία του κόμη Τέρλιγκτον  που πήρε σχεδόν πέντε ώρες στο δικηγόρο να ενημερώσει για το κάθε τι που περιελάμβανε η διαθήκη.

Η  Κλερ,πηγαινοερχόταν  στην τεράστια κρεβατοκάμαρα της ,με απίστευτο εκνευρισμό. Μπορεί να μην έδωσε δικαίωμα σε κανέναν και πολύ περισσότερο στη Ρενέ  να καταλάβει πόσο πολύ είχε εξοργιστεί  απ τη διαθήκη του συζύγου της,που αν και τόσο τεράστια εκείνης της άφηνε σχεδόν ψίχουλα, αλλά όταν ανέβηκε στο δωμάτιο της ,με το πρόσχημα ότι είχε πονοκέφαλο,ήθελε να ουρλιάξει και να σπάσει ότι υπήρχε εκεί μέσα. Πολύ περισσότερο ότι της θύμιζε εκείνον.
Βέβαια ο κόμης την είχε εξασφαλίσει με ένα αρκετά ικανοποιητικό πόσο το χρόνο και με ένα διαμέρισμα στην καλύτερη περιοχή του Λονδινου. Με τα χρήματα θα μπορούσε να έχει όσους υπηρέτες επιθυμούσε, οσο για τα προσωπικά της έξοδα έφταναν και περίσσευαν. Η  λογική του κόμη ήταν ότι ίσως η γυναίκα του δεν ένιωθε άνετα να ζει πλέον με την κόρη του και γι αυτό της είχε εξασφαλίσει ένα πιο προσωπικό χώρο.
Εκείνη ,αν και το σκέφτηκε ,δεν μπορούσε να δεχτεί ότι πήρε τόσα λίγα,σχεδόν ψιχουλα, μπροστά στην τεράστια περιουσία που άφηνε στη κόρη του.
Όχι , αυτή τη φορά δεν θα έμενε έτσι.Έπρεπε να σκεφτεί, έπρεπε να σκεφτεί πολύ καλά την επόμενη της κίνηση. Αν έπρεπε να φύγει απ την έπαυλη για το δικό της διαμέρισμα τότε έπρεπε να βιαστεί ακόμα περισσότερο.

"RENE"Donde viven las historias. Descúbrelo ahora