Κεφαλαιο 12

96 11 0
                                    

Το άλλο πρωι ξύπνησα απο εναν τρομερό εφιάλτη. Ηταν λέει ο Luke και τσακώθηκε με τον Jai και ο Jai έφυγε απο το σπίτι και στο τέλος δε τον ξαναείδε κανείς. Πρεπει να με είχε επηρεάσει το χθεσινό συμβάν. Μ' αυτά και μ' αυτά σηκώθηκα και πήγα στη κουζίνα να φτιάξω πρωινό. Μάλλον απο οτι φαίνεται κάποιοι με είχαν προλάβει.

- Καλημέρα
Είπα μπαίνοντας στη κουζίνα.

- Καλημέρα!
Είπε ο Beau

- Καλημέρα...
Απάντησαν ο Luke και ο Jai.

- Ε! Εγώ πήγα πρώτος στο ψυγείο

- Ε και; Κια εγώ πήγα δεύτερος

- Jai άντε φύγε

- Όχι εσύ να φύγεις. Εγώ ήρθα για νερο και έχω πιο πολύ ανάγκη απο εσένα.

- ΑΡΚΕΤΆ!
Φωναξα δεν αντεχα άλλο τις φωνές τους.

-Luke Jai άλατα λίγο που σας θέλω.

- Τι είναι;
Ρώτησε ο Jai.

- Δε νομίζετε οτι το έχετε παρακάνει πια; Δεν αντεχω άλλο τους τσακωμούς σας.

- Εγώ παλι θα τη πληρώσω, ο Jai άρχησε.

- Δε με ενδιαφέρει ποιος άρχησε. Κάνετε σα μωρά. Αν δε τα βρείτε μέχρι το μεσημέρι μαζεύω τα πράγματα μου και πάω στη θεια μου. Έχω βαρεθεί να σας ακούω να τσακώνεστε.

- Όχι Alexia μη φύγεις.
Μου είπε με ενα βλεμα θλημενου κουταβιού.

- Απο εσάς εξαρτάται.

Είπα και πήγα στη κουζίνα. Ο Beau έφτιαχνε κρεπες. Έτσι είπα να τον πειραξω λίγο.

-.Ωχ...
Είπα μόλις μπήκα στη κουζίνα.

- Τι ωχ;

- Εσύ μαγειρεύεις;

- Ναι γιατί; Δε το κατάλαβα αυτό.

- Ε να ρε παιδι μου μη μας παει κόψιμο. Είσαι σίγουρος οτι έβαλες τα κατάλληλα υλικά μέσα;

- Μικρή μη μου λες εμένα τέτοια. Το κατάλαβες;

- Μπορεί... Άντε τελείωνε με αυτές τις κρεπες θα αργησω.

- Καλααα....

Μ' αυτά και μ' αυτά έφυγα για το σχολείο. Οταν εφτασα δεν υπηρχε ουτε ενα παιδι στην αυλη. " Ωχ σκατα" σκεφτηκα. Ειχα ηδη αργησει για τη πρωτη ωρα. Ετσι καθησα στο πραύλιο και περιμενα να χτυπήσει, για εξω.Ηταν η πιο βαρετη ωρα της ζωης μου. Μετα απο κατι αιώνες επιτελους το κουδούνι χτυπησε. Απο τη παεεα μου ομως κανείς δε κατέβηκε.

- Oliver μηπως ξερεις που είναι τα πιαδια;

- Οχ πότε ήρθες εσυ;

Καταλαθος ΤυχερηWhere stories live. Discover now