Φαίη.

132 16 1
                                    

"Λοιπόν Φαίη πως σου φάνηκε όλο αυτό το σκηνικό;" ρώτησε ο Ορέστης χαμογελώντας.

"Ο Ορέστης μου έδωσε πολλές ιδέες." Εξήγησε ο Ηλίας.

"Τα ήξερες ρε μουσιτσα και δεν έλεγες τίποτα;" ρώτησα με καχύποπτο βλέμμα τον Ορέστη.

"Συγγνώμη αλλά κι ο Ηλίας είναι φίλος μου." Μου απάντησε.

"Αχ αυτές οι συνωμοσίες θα με φάνε." Γελάσαμε.

"Αλλά κι εσείς... Ολόκληρο αρραβώνα και να μην πείτε τίποτα;" είπε ο Ορέστης.

"Ο θείος μου τα κανόνισε όλα. Εμείς δεν κάναμε τίποτα." Εξήγησα

"Καμιά φωτογραφία;" Ζήτησε φωτογραφία. Του έφερα την φωτογραφοθήκη από το κομοδίνο μου.

"Τι όμορφοι που είστε... Άντε τώρα και στον γάμο με το καλό." Είπε ο Ορέστης

"Ο οποίος δεν αργεί." Δήλωσε ο Ηλίας.

"Πότε με το καλό;" ρώτησε χαμογελώντας ο Ορέστης.

"Για 20 Ιουλίου σκεφτόμαστε. Στη γιορτή του." Απάντησα.

"Απλός γάμος φαντάζομαι..." Υπέθεσε ο Ορέστης

"Ε ναι..." Ειπε ο Ηλίας.

"Φαίνεστε πραγματικά ευτυχισμένοι και χαίρομαι που πάτε τη σχέση σας ένα βήμα παρα πέρα. Εύχομαι να σας πάνε όλα καλά γιατί το αξίζετε. Και οι δύο. Οι δύο σας." Είπε ο Ορέστης με το τρυφερό βλέμμα και την ήρεμη φωνή.

"Είσαι τόσο καλός Ορεστούκο μου..." είπα και κάθισα δίπλα του. "Για αυτό ποιος θα ήταν πιο κατάλληλος για κουμπάρος;" είπα και μας κοίταξε.

"Δηλαδή....."

"Ναι σε θέλουμε για κουμπάρο." Τον διέκοψε ο Ηλία.

Ο Ορέστης μας αγκάλιασε.

"Είναι τιμή μου να γίνω ο κουμπάρος σας. Μαζί με τον Φίλιππο υποθέτω. Ωραία τον συμπαθώ." Είπε χαμογελώντας.

"Τι λέτε θέλετε να περάσουμε στο τραπέζι;" πρότεινα.

Φάγαμε λοιπόν...

Είχαμε μια υπέροχη βραδιά.

Η επόμενη ημέρα ήταν γεμάτη.

Μέχρι το μεσημέρι στο σχολείο προετοιμάζοντας τα πιτσιρίκια για την παράστασή τους.

Γύρισα από το σχολείο, έπεσα για ύπνο.

Το απόγευμα, ζήτησα από τον Ηλία να με βοηθήσει με το σπίτι. Κατεβάσαμε τις κουρτίνες από το πατάρι. Εγώ άρχισα να σιδερώνω τις κουρτίνες. Ο Ηλίας πήγε να πλύνει το μπαλκόνι. Κάπως έτσι πέρασε το απόγευμα μας.

Περίπου στις 10 το βράδυ Καθίσαμε στον καναπέ.

"Πάω να φτιάξω τοστ." Είπα.

"Κάτσε κάτω ρε μωρό μου." Είπε και με τράβηξε από το χέρι με αποτέλεσμα να πέσω πάνω του."Μα καλά δεν κουράστηκες;" Πρόσθεσε

"Τι να κουραστώ Ηλία μου. Δεν έκανα και τίποτα. Έξι κουρτίνες σιδερωσα." Εξήγησα.

Σηκώθηκα ξανά και πήγα να κόψω λαχανικά. Δεν ήθελα τοστ.

Μας τηλεφώνησε ξανά η μητέρα του Ηλία. Είπε ότι θα έρθει αύριο το απόγευμα.

Γουρλωσα τα μάτια όταν μου το είπε. Σηκώνομαι από τον καναπέ με αργές κινήσεις. Ξάπλωσα στο κρεβάτι. Κοιμήθηκα.

Ξύπνησα το πρωί. Σήμερα πρέπει να τρέχω για να προλάβω. Ο Ηλίας λέει να ηρεμήσω. Δεν έγινε κάτι τρομερό. Δεν ξέρω γιατί αγχώνομαι. Τον βάζω κι εκείνον στη δουλειά ξανά. Αρχίσαμε ξεσκόνισμα, σκούπισμα και σφουγγαρισμα. Κρεμασαμε κουρτίνες, αλλάξαμε τραπεζομάντιλα και σεντόνια. Σε όλα τα βάζα βάλαμε λουλούδια. Ανοίξαμε παράθυρα να μπει αέρας σε όλο το σπίτι. Έδωσα ιδιαίτερη προσοχή στον ξενώνα. Αφού τελειώσαμε με όλα αυτά, έφτιαξα κουλουράκια κι ένα σουφλέ. Να έχουμε κάτι να τους κερασουμε.

Η μητέρα του Ηλία θα φτάσει σε λίγο. Μπαίνω στο μπάνιο. Το καθάρισα κι αυτό κι έκανα μπάνιο. Βγάζω το άγχος από πάνω μου. Φοράω ένα απλό φόρεμα και πιάνω τα μαλλιά μου τον κλασικό απαλό κότσο.

Το κουδούνι χτυπά. Η καρδιά μου σταματάει. Πηγαίνοντας στην πόρτα ακούω το λεπτό τακούνι του παπουτσιού μου να χτυπά απαλά το πάτωμα και σκέφτομαι την πιθανή αντίδρασή της όταν μάθει για τον αρραβώνα. Θα θυμώσει πολύ.

Παίρνω μια ανάσα κι ανοίγω την πόρτα.

"Νυφούλα μου..." Λέει και με φιλάει στο μέτωπο καθώς σκύβω για να με φτάσει.

Μήπως τελικά ξέρει;

Τι Γίνεται Με Εμάς; (1,5)Where stories live. Discover now