Chapter eight

1K 187 16
                                    

Στεκόταν μπροστά από τη μεγάλη άσπρη πόρτα. Ερωτήσεις μέσα στον κεφάλι της δεν έπαυαν να γεννιούνται και να παραμένουν αναπάντητες.

Βρες λίγο θάρρος επιτέλους.

Κάνε αυτό που λέει η καρδιά σου χωρίς να το σκέφτεσαι για μία φορά.

Πήρε μία βαθειά ανάσα και χτύπησε την πόρτα.

Την έπιασε νευρικότητα και το άγχος δεν έλεγε να την αφήσει σε ησυχία.

Η μονη λύση που φαινόταν σωστή για την καταπολέμηση της αγωνίας της, ήταν να φύγει.

Και προσπάθησε.

Γύρισε από την άλλη πλευρά μα πριν προλάβει να κανει κάποιο βήμα, η πόρτα άνοιξε.

Μια κουρασμένη, αλλά γλυκιά και οικεία φωνή ήχησε στα αυτιά της.

"Amelia;"

Γύρισε να την κοιτάξει.

"Μαμά."

"Μην στέκεσαι στην πόρτα παιδί μου, πέρασε μέσα."

Το εσωτερικό του σπιτιού δεν είχε αλλάξει καθόλου.

Οι τοίχοι ειχαν ένα μουντό, κιτρινωπό χρώμα.

Το σαλόνι όχι ιδιαίτερα μεγάλο, με τον ίδιο γκρι καναπέ.

Όλα όμως ήταν τακτοποιημένα.

"Κάθισε στον καναπέ, θέλεις να σου φέρω κάτι να πιείς;"

"Μαμά όχι. Έλα μαζί μου και θα σου πω γιατί είμαι εδώ. Δεν χρειάζεται να παίζουμε θέατρο."

Κάθισαν στον μεγάλο καναπέ.

Η μία απέναντι από την άλλη.

Μάνα κοίταζε την κόρη από πάνω μέχρι κάτω λες και προσπαθούσε να καταλάβει αν αυτό ήταν το παιδί της, ή κάποια που της έμοιαζε.

"Παιδί μου, πολύ αδύνατη σε βλέπω. Δεν τρως καλά."

"Μαμά. Τρώω."

Ακολούθησε σιωπή.

Οχι άβολη, ίσα ίσα.

Ήταν όμορφη σιωπή.

Σκεπτική η Amelia, κοιτούσε έξω από το παράθυρο.

Προσπαθούσε να επιλέξει τα σωστά λόγια.

Να βάλει το σωστό χρώμα.

Δεν ήθελε να την στεναχωρησει.

Δεν ήθελε να απογοητεύσει το είδωλο της.

Γιατί για αυτήν, η μητέρα της ήταν το πρότυπό της.

Τη θαύμαζε.

Αν και δεν ήταν τίποτα σπουδαίο.

Για την Amelia ήταν η τέλεια μάνα.

Αλλά δεν θα της το έλεγε ποτέ.

Demons~CompletedWhere stories live. Discover now