κεφάλαιο 19

34 4 2
                                    


Α. Ανοίγω την πόρτα, μπαίνω μέσα, όλα σκονισμένα, όλα έτσι όπως τα είχα αφήσει, εκείνη την ημέρα που έγινε η επίθεση, δεν προλάβαμε να πάρουμε τίποτα, έπρεπε να κρυφτούμε, όλα διαδραματίστηκαν σε κλάσματα δευτερόλεπτα. Κανείς ποτέ δεν έμαθε πως κατάφεραν να μας βρουν, ψίθυροι ακούγονται για εκείνη την νύχτα, ότι κάποιος μας πρόδωσε, δεν μπορούμε να είμαστε και εκατό τοις εκατό σίγουροι. Μετά την επίθεση μας μετέφεραν στις καινούργιες εγκαταστάσεις, τα πράγματα μας, μας είπα ότι θα μας επιτρεπόταν να τα πάρουμε όταν ελεγχθεί το κτήριο. Αλλά εγώ δεν επέστρεψα ποτέ μέχρι τώρα, τα άφησα ως φόρο τιμής προς το πρόσωπο του, εκεί ήταν η θέσεις του και εκεί οι αναμνήσεις του. Εδώ άνηκε πλέον!

Προχώρησα ποιο μέσα, πήγα στο κρεβάτι του και έκατσα, θυμόμουν που παίζαμε μαξιλαροπόλεμο. Όταν ήμουν στεναχωρημένη με έπαιρνε αγκαλιά και μου έφευγαν όλα, κοίταξα απέναντι στο γραφείο του και είδα την φωτογραφία του, σηκώθηκα και την πήρα στα χεριά μου.Την επεξεργάστηκα, ήταν το άλλο μου μισό.

"Γιατί μπήκες μπροστά μου;"ρώτησα την φωτογραφία περιμένοντας κάποια απάντηση, άλλα ήξερα πως σε αυτή την ερώτηση δεν θα έπαιρνα πότε την σωστή ή την κατάλληλη απάντηση που θα ήθελα να ακούσω.

Την αφήνω πάνω στο τραπέζι και προχωράω προς την βιβλιοθήκη, έχω αφήσει κάποια αγαπημένα μου βιβλία εδώ, το μάτι μου έπεσε στο αγαπημένο μας βιβλίο που είχε κάποια αστεία ανέκδοτα, τα ήξερε απέξω και κάθε φορά μου έλεγε μερικά δάκριζα από τα γέλια, το ανοίγω και πέφτουν κάτω κάποιες φωτογραφίες. 

Τις παίρνω στα χεριά μου και τις χαζεύω. Στιγμές που είμαστε μικροί, όταν μπήκαμε στο τάγμα, η πρώτη μας αποστολή, η αποτυχημένη προσπάθεια του να κατασκευάσει ένα μικρο ελικόπτερο και άλλες τόσες με αφηρημένες, ξέγνοιαστες και τόσες ωραίες στιγμές που τώρα μόνο πόνο φέρνουν. 

Μπαίνει μέσα ο Αχιλλέας με ένταση να είναι ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του, με κοιτάει

"Η Ρέιβεν, ξύπνησε!"είπε και κατάλαβα ότι ήθελε την δόση της .

**********

Άφησα ότι κρατούσα και πήγαμε στο ιατρείο. Η Ρέιβεν προσπαθούσε να φύγει από τον Έκτορα και να λύσει τις χειροπέδες. Πήγα κοντά της

"Ρέιβεν, Ρέιβεν πρέπει να ηρεμήσεις" 

 Ρ. Μετά από λίγο και αφού ήδη πονούσε το σώμα μου από την προσπάθεια , είδα στο οπτικό μου πεδίο την Αριάδνη , μου έλεγε να ηρεμήσω , αχ πόσο ήθελα να ηρεμήσω αλλά ο άλλος μου εαυτός , το σώμα μου, ήθελε εκείνο.Το φάρμακο .. 

Πεδία ΜαχώνМесто, где живут истории. Откройте их для себя