Κεφάλαιο 3

57 10 8
                                    

Επιτέλους σιγά σιγά ξημέρωνε και η Κλειώ ανακάθισε στο κρεβάτι της. Όλη νύχτα στριφογύρναγε ανήσυχη περιμένοντας να χαράξει η μέρα, να γίνει η γιορτή, να δούνε αν θα γινόταν κάτι πια με την αρχέγονη πηγή δύναμης που υφίσταται ο μαγικός κόσμος, αν θα πραγματοποιούνταν η προφητεία ότι το παιδί που θα γεννιόταν από την ένωση δύο μυθικών, μαγικών πλασμάτων θα συγκέντρωνε όλη τη δύναμη της φύσης και της μαγείας και θα ήταν ένα ανίκητο πλάσμα.

Σίγουρα αυτό περίμεναν όλοι σήμερα και όχι να γιορτάσουν την ενηλικίωση της πριγκίπισσάς τους. Ειδικά οι σοφοί γηραιοί, ένας σοφός από κάθε μαγική φυλή, ουσιαστικά αυτοί που θέσπιζαν τους άγραφους αλλά απαράβατους κανόνες του κόσμου τους. Ανάλογα με την σημερινή εξέλιξη θα έπαιρναν απόφαση και για την τύχη της, ουσιαστικά.

Ένας θόρυβος τράβηξε την προσοχή της και αμέσως κατάλαβε ποιος ήταν και έτρεξε ν'ανοίξει την ξύλινη εβένινη πόρτα του δωματίου της πέφτοντας στην αγκαλιά του Αττίλα. Ένοιωθε ασφάλεια στην ζεστή αγκαλιά του και χώθηκε ακόμα πιο μέσα. "Πως βρέθηκες εδώ? τέτοια ώρα?" ρώτησε σηκώνοντας τα μάτια της προς τα πάνω, ν'αντικρίσει το πρόσωπό του.

"Καλημέρα και σε σένα, ομορφιά μου" της απάντησε φιλώντας την στο κεφάλι.

"Ήθελα να είμαι ο πρώτος που θα σου ευχηθεί χρόνια πολλά και να δω πως είσαι" είπε δίνοντάς της άλλο ένα φιλί. "Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα τόσο θερμή υποδοχή, αλλά δεν με στενοχώρησε κόλας".

"χα" είπε η Κλειώ πιάνοντας το χέρι του και σπρώχνοντάς τον στην μεγάλη πράσινη πολυθρόνα που βρισκόταν απέναντι από το ψηλό ξύλινο κρεβάτι της. Μόλις κάθισε ο Αττίλας βολεύτηκε ξανά μέσα στην αγκαλιά του περνώντας τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του και ακουμπώντας το κεφάλι της στο στήθος του, ¨αυτό μας έλειπε να στενοχωρηθείς κιόλας" αντιγύρισε χαμογελώντας και δίνοντάς του ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο.

"Μμμ, κάθισε λιγάκι φρόνιμα μικρή μου, γιατί αγοράκι είμαι κι εγώ" της είπε με νόημα κοιτάζοντάς την με μάτια που γυάλιζαν.

"Συγνώμη" είπε η Κλειώ κοκκινίζοντας ελαφρά και συνειδητοποιώντας ότι φόραγε μόνο το΄λευκό ημιδιάφανο νυχτικό της σκέπασε με τα χέρια της το κορμί της, "δεν ήθελα να σε φέρω σε δύσκολη θέση, απλώς χάρηκα πολύ που σε είδα και απομάκρυνες τις σκέψεις μου".

Ο Αττίλας την έκλεισε σφικτά στην αγκαλιά του "Κλειώ, σε πειράζω. Σε θέλω κολασμένα αλλά σίγουρα μπορώ να περιμένω μέχρι το βράδυ που θα είμαστε πια ελεύθεροι".

"Δεν θέλω ν'ανησυχείς για τίποτα, θα είμαι δίπλα σου πάντα, δεν γλιτώνεις πια από εμένα, πριγκίπισσά μου. 'Εχεις καταδικαστεί στην αιωνιότητα μαζί μου."

Η Κλειώ χαμογέλασε "Τι να κάνω, τότε? Θα δεχθώ αναγκαστικά την ισόβια καταδίκη μου" και ανακάτεψε τα μαλλιά του. Κοίταξε προς το μπαλκόνι και είδε τον ήλιο να ανατέλει. "δυστυχώς όπου να'ναι θα έρθει η μητέρα μου με τα κορίτσια, πρέπει να φύγεις" είπε και ο Αττίλας ανασηκώθηκε από την πολυθρόνα κρατώντας την ακόμα αγκαλιά.

Το απόλυτο όπλοOù les histoires vivent. Découvrez maintenant