Κεφάλαιο 15: «Το παρελθόν επαναλαμβάνεται»

246 32 10
                                    

Γαβριέλα

Η τρομακτική ανατριχίλα κατακλύζει το κορμί μου και το φθινωπορινό αεράκι μοιάζει με χειμωνιάτικη θύελλα. Τα μάτια μου θολώνουν και ένας κόμπος ανεβαίνει διαδοχικά από το στομάχι μου, στον οισοφάγο, κι από εκεί στο λαιμό μου απειλώντας με.

Το βλέμμα μου πλανάται γύρω στο κομμωτήριο, όπου άντρες με φόρμες εργασίας αλλάζουν τον χώρο. Μερικοί μετακινούν στην άκρη τον εξοπλισμό, τους πάγκους και τις καρέκλες τοποθετώντας τα στριμωγμένα το ένα δίπλα στο άλλο. Άλλοι πηγαίνουν στους μέσα χώρους μεταφέροντας διάφορα έπιπλα. Δεν είναι καλό αυτό. Δεν είναι καθόλου καλό αυτό.

Ένας βροντερός ίλιγγος με διακατέχει και πιέζω τους κροτάφους μου με τα δάκτυλα μου. Δεν μπορώ να δεχτώ αυτό που συμβαίνει. Απλά δεν θέλω να δεχτώ το γεγονός ότι θα καταστραφεί η ζωή μου για ακόμη μία φορά.

«Τι έγινε μωρό μου; Δεν σου αρέσει ο χώρος; Πες μου. Τι θες να αλλάξουμε;» με ρωτάει με ένα ειρωνικό χαμόγελο να έχει στεριώσει στα χείλη του. Πόσο θα ήθελα να τον χτυπήσω...

«Μαγαζί αν γίνεται.» λέω ψιθυριστά καθώς κοιτάζω και καλά τα ρούχα μου. Δεν φαίνεται να με άκουσε και πηγαίνω προς το μέρος του. Δεν θα μπορέσω να μάθω τι ακριβώς συμβαίνει, εάν δεν τον πλησιάσω. Η Αννέτα δεν φαίνεται να είναι εδώ, οπότε βρίσκομαι στο έλεος της μπίρας μου. Είπαμε με αντιπαθεί, αλλά ο Περικλής είναι ελάχιστα πιο μετρημένος μπροστά της. Μόνο ελάχιστα.

Το βλέμμα του δεν αφήνει το πρόσωπο μου μέχρι και που κάθομαι στην καρέκλα μπροστά από το προσωρινό, υποθέτω, γραφείο του.

«Θέλω να μου πεις τι γίνεται εδώ.» ζητάω, μα η φωνή μου μοιάζει περισσότερο σαν να το απαιτώ. Αναρωτιέμαι πως άφησα τον εαυτό μου να εκφράσει τέτοιο τόνο μπροστά του και κάθομαι καλύτερα στην καρέκλα λόγω νευρικότητας. Εκείνος δεν αφήνει την αλλαγή του ύφους μου να τον επηρεάσει, εκτός από εκείνο το πρώτο δευτερόλεπτο που σήκωσε ελάχιστα το φρύδι του.

«Ωραία λοιπόν. Αναλαμβάνω εγώ τα απογεύματα. Δεν μπορώ να περιμένω άλλο τη θεία σου, να μου δώσει τα χρήματα μου.» μου ανακοινώνει χαλαρός και κάθεται πίσω στην δερμάτινη πολυθρόνα του με άνεση. Ξεφυσάω. Έχει κι ένα δίκιο κι αυτός. Τα λεφτά του θέλει... Εγώ, όμως, τι φταίω;

«Γίνεται να μείνω ανεπηρέαστη από όλο αυτό;» τον ρωτάω σοβαρή. Αυτή τη φορά θα πολεμήσω για να μην εμπλακώ σε αυτή την ιστορία. Δεν θα το αντέξω. Δείχνει να το σκέφτεται. Μακάρι θεέ μου να τον φωτίσει ο Θεός και να με αφήσει να φύγω.

Murder at the Mandeline's Donde viven las historias. Descúbrelo ahora