Το σωστό χάνεται
στο ατέρμονο του βυθού των ιδεών.
Το λάθος ακολουθεί την ίδια μοίρα.
Κανένα δε στέκει εμπρός σου,
κανένα δε κοιτά ευθεία
μες τις φλεγόμενες για απαντήσεις
κόρες σου.
Χορεύουν ένα θλιμμένο βαλς αγκαλιά,
μπερδεύονται τα σώματά τους,
και σε μέμφονται.
Μα εσύ να μη δυστάσεις ,
να γδυθείς γοργά και να βουτήξεις
στο θαλάσσιο πυθμένα.
Να συλλέξεις ένα- ένα
τα ωραιότερα μαργαριτάρια.
Με αυτά να κοσμήσεις τα γυμνά σου στήθη.
Τα διαμάντια μη φθονήσεις ,
μήτε άλλων ναυαγών τη θάλασσα.
Στάσου με το θησαυρό σου,
που τυλίγει την ιερή σου γύμνια
απέναντι από τον καθρέφτη σου απόψε.
Ξέρω πως σιχάθηκες του προσωπείου
το νοσηρό ένδυμα.
Φόρεσε το όμως πάλι το πρωί
για εκείνους που σε βλέπουν στο δρόμο να βαδίζεις
όσο εσύ ανενόχλητα
μαργαριτάρια στο βυθό αναζητάς.
Το σωστό ποτέ δε θέλησε
το ταπεινό της συντροφιάς μας.
Το λάθος ακολούθησε την ίδια μοίρα.
Μα εσύ έχε σιμά σου την αλήθεια σου
και της καρδιάς σου την απόκρυφη φλόγα,
σαν προσευχή
σε παιδικού κρεβατιού
το προσκεφάλι.