Το δάσος των ξωτικών

1.4K 160 6
                                    

Μπροστά τους αντίκρισαν το δάσος των ξωτικών.
Το μέρος αυτό ήταν εξωπραγματικό.
Θεωρατα δέντρα δέσποζαν ολόγυρα του,ενώ πολύχρωμα μικρά λουλουδακια ξεφύτρωναν
παντού.
Οι ακτίνες του ήλιου που έμπαιναν ανάμεσα απ' τα φυλλώματα των δέντρων χόρευαν ασταμάτητα σε κάθε φύσημα του ανέμου.
Το νεαρό ζευγάρι παρά το μαγευτικό τοπίο που είχαν γύρω τους,αποφάσισαν να διασχίσουν το δάσος γρήγορα και αθόρυβα.
Ήθελαν ν' αποφύγουν αυτά τα μικρά σκανταλιαρικα πλασματακια που θα έκαναν σίγουρα την ζωή τους δύσκολη. Αλλά μερικές φορές το τι θες είναι τελείως διαφορετικό απ' το τι γίνεται.
Ξαφνικά εκεί που βάδιζαν προς την έξοδο του δάσους είδαν δεκάδες μικρά ανθρωπάκια να τους περικυκλώνουν.
Τα πρόσωπα τους σοβαρά αλλά και περίεργα παρατηρούσαν τους δυο ξένους που εισέβαλλαν στην γή τους.
Πολλές φωνές σε μια άγνωστη γλώσσα έφταναν στ' αυτιά του ζευγαριού, χωρίς να καταλαβαίνουν τι λένε.
Με μιας ο κύκλος άνοιξε και μπροστά τους εμφανίστηκε ένας άντρας,σχετικά νέος σε ηλικία και λίγο πιο ψηλός απ' τους υπόλοιπους.
Ο Σεμπάστιαν κατέβηκε απ' το άλογο του και πλησίασε τον άγνωστο άντρα.
Εκείνος κοιτούσε τον νεαρό βασιλιά με διερευνητικο βλέμμα.
"Ονομάζομαι Έιμος και είμαι ο αφέντης των ξωτικών" συστήθηκε "μπορώ να μάθω τ' ονόματα των δύο ξένων που εισέβαλλαν στην γή μας" του είπε με χροιά απαιτητική.
Ο Σεμπάστιαν τον κοίταξε ήρεμα.
Η φωνή του βγήκε ευγενική απ' τα χείλη του.
"Αφέντη Έιμος, ονομάζομαι Σεμπάστιαν και είμαι βασιλιάς σ' έναν τόπο πολύ μακριά απο  'δω,κι αυτή είναι η γυναίκα μου η Άρια"του είπε δείχνοντας με το χέρι του την κοπέλα.
Ο αφέντης των ξωτικών έμεινε για λίγο σκεφτικός.
" Μπορώ να μάθω για ποιό λόγο είστε τόσο μακριά απ' το βασίλειο σας;" τον ρώτησε καχύποπτα.
Ο Σεμπάστιαν είχε μια αξιοθαύμαστη ηρεμία,οι κινήσεις του δεν πρόδιδαν καθόλου ταραχή.
"Ο λόγος είναι αυστηρά προσωπικός.Πάντως αυτό που πρέπει να γνωρίζετε είναι οτι οι προθέσεις μας είναι φιλικές.Το μόνο που ζητάμε από εσάς είναι να μας αφήσετε να περάσουμε απ' την γή σας για να συνεχίσουμε το ταξίδι μας" του είπε με γαλήνιο ύφος.
Ο Έιμος τον κοίταξε,ενώ ένα χαμόγελο είχε χαραχθεί στο πρόσωπο του.
"Τα ξωτικά είναι γνωστά για την φιλοξενία τους.Εφόσον ήρθατε εδώ, θα μας κάνετε την τιμή να δειπνησετε μαζί μας" του είπε με φιλική διάθεση.
Ο Σεμπάστιαν γύρισε και το βλέμμα του συναντήθηκε με αυτό της Άρια.
Επικοινωνούσαν με τα μάτια.
Κανείς απ' τους δυο τους δεν ήθελε να παραμείνουν πιο πολύ σ' αυτό το μέρος, αλλά θα ήταν μεγάλη αγένεια εκ μέρους τους αν αρνηθούν.
"Θα ήταν μεγάλη τιμή για μας,αλλά ξέρετε..." ξεκίνησε να λέει.
"Τα φαγητά των ξωτικών είναι ξακουστά παντού" τον διέκοψε ο Έιμος "δεν είναι σωστό ν' αρνηθειτε" συμπλήρωσε ευγενικά.
"Θα ήταν τιμή μας" είπε ο νεαρός βασιλιάς αποδεχόμενος την πρόσκληση.
Τους οδήγησαν στο χωριό τους.
Το θέαμα δεν ταίριαζε καθόλου μ' αυτό που είχαν στο μυαλό τους.
Αντί για μικροσκοπικά σπιτάκια, αντίκρισαν μεγάλα πολυτελή σπίτια με κήπους φυτεμένους με κάθε λογής λουλούδια.
Κτισμένα σ' ένα ξέφωτο του δάσους.
Το κάστρο του Έιμος ήταν λίγο πιο μικρό από τα κανονικά κάστρα των ανθρώπων,αλλά το ίδιο πολυτελές.
Η Άρια που τόση ώρα περπατούσε δίπλα στον Σεμπάστιαν, με το χέρι της περασμένο μέσα στο δικό του,παρατηρούσε μαγεμένη το υπέροχο αυτό τοπίο.
Σκεφτόταν πως αν κάποια στιγμή παντρευόταν τον Σεμπάστιαν θα
'θελε να ζουν σ' ένα τέτοιο κάστρο.
Φαντάστηκε τα παιδιά τους να παίζουν γελώντας μέσα σ' έναν τέτοιο κήπο.
Τότε πέρασε απ' το μυαλό της μια σκέψη.
Πλησίασε το πρόσωπο της κοντά στο πρόσωπο του Σεμπάστιαν.
"Γιατί είπες ψέμματα οτι είμαι γυναίκα σου;" τον ρώτησε ψιθυριστά στ' αυτί.
Εκείνος την κοίταξε χαμογελώντας της πονηρά.
"Δεν μετράει για ψέμα αυτό,αφού πολύ σύντομα θα γίνεις γυναίκα μου."
Το ήξερε, αλλά κάθε φορά που το άκουγε απ' τα χείλη του η ψυχή της γέμιζε χαρά.
Στάθηκε μπροστά του και αγκαλιάζοντας τον του έδωσε ένα φιλί στο στόμα.
Αδιαφορώντας για τα δεκάδες αδιάκριτα βλέμματα που ήταν στραμμένα πάνω τους.

Η αίθουσα υποδοχής ήταν πολύ μεγάλη.
Ένα τεράστιο τραπέζι υπήρχε στην μέση, ενώ γύρω του είχε χρυσές καρέκλες με κόκκινα βελούδινα μαξιλαράκια.
Ο Έιμος αφού σύστησε την οικογένεια του στους δυο ξένους,
κάθισε στην κεφαλή του τραπεζιού.
Το ίδιο έκαναν και ο Σεμπάστιαν με την Άρια, ενώ όταν και όλοι οι υπόλοιποι πήραν την θέση τους στο τραπέζι, άρχισαν να έρχονται πιάτα με λαχταριστα φαγητά.
Ενώ τα ποτήρια γέμισαν με κόκκινο κρασί.
Μια υπεροχή μουσική αντιχουσε στο χώρο από την άρπα και το λαούτο των μουσικών.
Τα ξωτικά κατάφεραν να κάνουν το νεαρό ζευγάρι να ξεχάσει για λίγο όλα τα προβλήματα τους και ν' αφεθούν σε μια χαρούμενη, ευδιαθετη διάθεση.
Η Άρια δεν είχε ξαναζήσει κάτι τέτοιο, ενώ και ο Σεμπάστιαν ήταν για πρώτη φορά στην ζωή του τόσο χαλαρός.
Αυτό που δεν γνώριζαν ήταν οτι δεν έφταιγε η ευγενική φιλοξενία των ξωτικών αλλά το κρασί που τους είχαν ποτίσει.

Η κατάρα των δράκων #TBA2018Место, где живут истории. Откройте их для себя