Η προφητεία

5.5K 357 38
                                    

Δεν άντεχε άλλο!Το λουτρό αίματος που προκαλούσαν κάθε χρόνο τέτοια εποχή οι δράκοι στο βασίλειο του ήταν ανυπόφορο.Αυτό το μαρτύριο έπρεπε να σταματήσει!
Δεκάδες ζωές αθώων ανθρώπων χάνονταν από την μανία των αιμοσταγων αυτών τεράτων.

Η ημέρα της επίθεσης πλησίαζε,είχε μόνο δεκαπέντε μέρες μέχρι την επόμενη έκλειψη ήλιου.Έπρεπε να βρει μια λύση,δεν μπορούσε ν' αφήσει τον λαό του να υποφέρει ακόμα.
Από μικρός είχε μάθει ότι αυτό ήταν το αντίκτυπο ενός μοιραίου λάθους που είχε κάνει ένας πρόγονος του,προκαλώντας την οργή ενός πανίσχυρου άντρα. Όλοι οι προηγούμενοι βασιλιάδες κρατούσαν παθητική στάση, αποδεχόμενοι αυτή την κατάσταση ως ένα αναγκαίο κακό.
Εκείνος όμως είχε μεγαλώσει μαζί μ' αυτούς τους ανθρώπους, τους νοιαζόταν. Ως πρίγκηπας πνιγόταν στα στενά όρια του κάστρου και το εσκαγε κρυφά για να βρεθεί κοντά στους χωρικούς ωστε νοιώσει αυτή την αίσθηση ελευθερίας που τόσο πολύ ζητούσε.

Το πλακόστρωτο δάπεδο του κάστρου ετριζε από τα βαριά,θυμωμένα του βήματα.
"Πως τολματε να μου λέτε πως δεν υπάρχει τρόπος να λυθεί αυτή η απαίσια κατάρα; Θέλω κάποιον που να γνωρίζει τα πάντα για την προφητεία"είπε με την βαθιά φωνή του,κτυπώντας το χέρι του στο τραπέζι με δύναμη.
Οι σύμβουλοι κοιταχτηκαν έντρομοι μεταξύ τους.Τον λόγο πήρε ο πιο ηλικιωμένος απ' αυτούς. Ένας άνδρας με αδρά χαρακτηριστικά και καθαρά μάτια.
" Βασιλιά Σεμπάστιαν,το νεαρό της ηλικίας σας,σας κάνει τόσο παρορμητικό, πιστέψτε με αυτό που τόσο ποθειτε είναι αδύνατο" είπε κοιτάζοντας με θάρρος τον βασιλιά του.
"Γέρο Φίλιπ, σέβομαι την γνώμη σου απεριόριστα, όμως δεν μπορώ να δεχτώ οτι δεν μπορούμε με κάποιον τρόπο να αποτρέψουμε τις επιθέσεις των δράκων. Ο λαός μας θρηνεί χρόνια ολόκληρα,κάθε οικογένεια έχει χάσει κι έναν δικό της άνθρωπο. Καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό;" του απάντησε με θλιμμένο βλέμμα.
Τα κάστανα μάτια του σκοτεινιασαν,ενώ τα χέρια του σφίχτηκαν σε γροθιές.
"Πρέπει να υπάρχει κάποιος" είπε με πονεμένη φωνή, σκύβοντας το κεφάλι.
"Υπάρχει κάποιος, βασιλιά μου,...ένας γέρος,ονόματι Έντουαρντ, είναι ο βιβλιοθηκάριος του κάστρου, γνωρίζει τα πάντα απ' τα αρχαία βιβλία"του είπε ένας απ' τους συμβούλους του με ελπιδοφόρο βλέμμα.
" Φέρτε τον αμέσως εδώ, θέλω να του μιλήσω."
Οι σύμβουλοι αποχώρησαν απ' την μεγάλη,επιβλητική αίθουσα,κάνοντας ο καθένας τους,μια υποκληση ως ένδειξη σεβασμού.
Ο Σεμπάστιαν έμεινε μόνος του στην τεράστια ψυχρή αίθουσα. Το μυαλό του ταξίδεψε στα μονοπάτια του παρελθόντος. Είχε ζήσει από κοντά μια από τις επιθέσεις αυτών των τεράτων. Στην μνήμη του ήρθε η εικόνα που είχε αντικρίσει, αυτή η αποτρόπαια θύμηση δεν θα έφευγε ποτέ από το μυαλό του.
Εκείνος δέκα χρόνων παιδί,ένας νεαρός τότε πρίγκιπας,με ελεύθερο πνεύμα που δεν δεχόταν περιορισμούς.
Ο πατέρας του του είχε απαγορεύσει να απομακρυνθεί εκείνη την μέρα απ' το κάστρο κι αυτός όπως πάντα τον είχε παρακούσει.
Θυμόταν τα βλέμματα των χωρικών που τον κοιτούσαν με περιέργεια καθώς βάδιζε ανάμεσα τους στους στενούς λασπωμένους δρόμους του χωριού.Και ξαφνικά τα βλέμματα όλων, μαζί και το δικό του υψώθηκαν στον ουρανό,που σκοτείνιασε μέσα σε μια στιγμή. Απαίσια τέρατα έκαναν την εμφάνιση τους,σκορπώντας φωτιά και τρόμο παντού. Τα τεράστια φτερά τους κύκλωναν τους ανθρώπους που έτρεχαν πανικόβλητοι να σωθούν και τα κοφτερά δόντια τους ξέσκιζαν τις σάρκες τους με μανία.Η παιδική ψυχή του δεν άντεχε τόσο πόνο.

Από τις ψυχοφθόρες αυτές αναμνήσεις τον έβγαλε ο ήχος από τον κτύπο της πόρτας.
"Περαστε" φώναξε σχεδόν αμέσως παίρνοντας μια βαθιά ανάσα για να ηρεμήσει την καρδιά του που κτυπούσε με ανεξέλεγκτο ρυθμό.
Όταν άνοιξε η πόρτα, αντίκρισε έναν ηλικιωμένο άνδρα γυρω στα ογδοντα,με άσπρα μαλλιά και άσπρη μακριά γενειάδα. Τα μάτια του ήταν μικρά, κρυμμένα πίσω από κατι μεγάλα χοντροκομμένα γυαλιά. Το περπάτημα του ηταν σταθερό και δεν ταίριαζε καθόλου σ'εναν άνδρα αυτής της ηλικίας.
Πλησίασε τον Σεμπάστιαν κάνοντας μια υποκληση όλο χάρη.
"Βασιλιά μου,μου είπαν οτι με ζητήσατε" του είπε ευγενικά.
"Ναι,θέλω να μου πεις οτι ξέρεις για την κατάρα των δράκων και την προφητεία που την συνοδεύει" του είπε με σταθερή φωνή.
"Βασιλιά μου,η κατάρα ξεκίνησε πριν εκατοντάδες χρόνια,ο τότε βασιλιάς Ερρίκος, μακρινός πρόγονος σας,ορκίστηκε συνεργασία και σεβασμό στον αφέντη των δράκων, αλλά τον πρόδωσε με τον χειρότερο τρόπο. Λίγο πριν πεθάνει ο αφέντης των δράκων καταράστηκε το βασίλειο μας,με τις γνωστές επιθέσεις των δράκων μια φορά τον χρόνο, όταν ο ήλιος κρύβεται πίσω απ' την σελήνη."
"Τα γνωρίζω όλα αυτά,αυτό που ζήτω,είναι να μου πεις εναν τρόπο να λυθεί η κατάρα.Γνωρίζεις αν η προφητεία λέει κάτι σχετικό;" τον ρώτησε με ανυπομονησία στην φωνή του.
Ο ηλικιωμένος έμεινε για λίγο σκεφτικός και μετά με σίγουρο βλέμμα κοίταξε τον βασιλιά του.
"Υπάρχει τρόπος, μόνο που είναι πολύ δύσκολος,έως ακατόρθωτος" του είπε με μια χροιά θλίψης στην φωνή του.
"Σε ακούω, πες μου γέρο" τον παρότρυνε, αφού δεν άντεχε άλλο αυτή την δυσπιστία του ηλικιωμένου άνδρα.
"Για να λυθεί η κατάρα, πρέπει να χυθεί το αίμα της τελευταίας απογόνου του αφέντη Ντραγκομιρ.Ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα,γιατί οι δράκοι προστατεύουν την κυρά τους και είναι αδύνατο να την πλησιάσεις χωρίς να σε πάρουν χαμπαρι,θα έχεις γίνει κάρβουνο προτού κάνεις ένα βήμα προς το μέρος της" του είπε σε τόνο σοβαρό, για να λάβει ο βασιλιάς υπόψην του το κίνδυνο που διατρέχει.
Ο Σεμπάστιαν δεν πτοήθηκε από τα λόγια του άνδρα. Αντίθετα,ήθελε να μάθει περισσότερα γι' αυτήν την γυναίκα.
"Τι γνωρίζεις γι' αυτήν; Πως μπορώ να την βρω;"
"Δυστυχώς δεν γνωρίζω τίποτα γι' αυτήν. Ξέρω μόνο πως ζεί βόρεια, στην γη των δράκων."
"Εντάξει, δεν σε χρειάζομαι άλλο, μπορείς να φύγεις" του είπε αποφασιστικά.
"Πριν φύγω,βασιλιά Σεμπάστιαν, πρέπει να σου πώ,να το σκεφτείς καλά,πριν κάνεις κάτι ριψοκίνδυνο" του είπε ο γέρος με ήρεμη φωνή.

Ο Σεμπάστιαν δεν του απάντησε. Μέσα του,η απόφαση είχε ήδη παρθεί.Αν έπρεπε να ρισκάρει την ζωή του για να σώσει τον λαό του,θα το έκανε χωρίς δισταγμό!

Η κατάρα των δράκων #TBA2018Kde žijí příběhy. Začni objevovat