Η κατάρα που είχε πέσει πάνω στο βασίλειο του,έπρεπε να σπάσει!
Η προφητεία έλεγε πως ο μοναδικός τρόπος είναι να θυσιαστεί η γητευτρια των δράκων.Ο νεαρός βασιλιάς Σεμπάστιαν αποφάσισε να εκπληρώσει την προφητεία και να σώσει τον λαό του από τους α...
Η Άρια άκουγε σαν χαμένη την αφήγηση της μάγισσας. Η καρδιά της πονουσε με την μοίρα του αγαπημένου της. Μια μοίρα που μοναδικός επαιτιος ήταν ο πατέρας της. Ή μάλλον αυτό το τέρας που είχε για πατέρα. Ποτέ της δεν ένιωθε δεμένη μαζί του. Πάντοτε την αντιμετώπιζε ψυχρά,το μόνο που ήθελε απ' αυτήν ήταν να την κρατά φυλακισμένη σ' αυτό το κάστρο φυλακή για να μπορεί να ελέγχει τους δράκους,ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε. Αφού σύμφωνα με την ιστορία της μάγισσας αυτός είχε την δύναμη να εξουσιάζει τους δράκους και όχι η Άρια.
Τίποτα δεν έβγαζε νόημα μες στο μυαλό της. Είχε σταματήσει έναν δράκο τότε που την είχε απαγάγει ο Σεμπάστιαν. Πως το είχε κάνει αφού δεν είχε τέτοια δύναμη; Μήπως τελικά δεν ήταν τα λόγια της που σταμάτησαν τον δράκο, αλλά ο Σεμπάστιαν; Αυτό έβγαζε κάποιο νόημα. Τότε ο πατέρας της γιατί την κρατούσε φυλακισμένη; Γιατί είχε βάλει τους δράκους να την φυλάνε μέρα νύχτα;
Μια σκέψη πέρασε σαν αστραπή απ' το μυαλό της... Ήξερε... ήξερε και ήθελε να την κρατήσει μακριά του ή μήπως όχι! Φοβόταν πως η κόρη του θα έβρισκε κάποια στιγμή τον αγαπημένο της. Μήπως όλο αυτό...η δήθεν προφητεία για την γητευτρια των δράκων ήταν ένα καλοστημένο κόλπο του πατέρα της για να ξετρυπωσει τον Σεμπάστιαν;
Αυτή η σκέψη έκανε την καρδιά της να κτυπάει ακανόνιστα. Μπορούσε να χρησιμοποιήσει την κόρη του σαν δόλωμα για να βρεί την χαμένη της αγάπη και μετά να τον σκοτώσει; Ήταν ικανός για κάτι τέτοιο; Ποιόν κορόιδευε; Φυσικά ήταν! Γιατί όμως δεν έκανε καμία κίνηση τόσο καιρό που ήταν μαζί του; Κάτι δεν της κολλούσε σ' αυτήν την ιστορία. Προσπαθούσε απεγνωσμένα να βρεί απαντήσεις,όταν άκουσε τι ήθελε να κάνει ο Σεμπάστιαν.
Γύρισε και τον κοίταξε με απόγνωση.
"Δεν θα πας πουθενά,δεν πρόκειται να σ' αφήσω να ριψοκινδυνεύσεις την ζωή σου...δεν πρόκειται να σε ξαναχάσω" του είπε με τόση ένταση που το στήθος της ανεβοκατέβαινε βίαια,προκαλώντας της πόνο.
Ο Σεμπάστιαν σήκωσε τα μάτια του και την κοίταξε συμπονετικα.
"Πρέπει,αγάπη μου,δεν καταλαβαίνεις; Αν δεν ξεμπερδεψουμε από αυτή την ιστόρια δεν θα είμαστε ποτέ ελεύθεροι.Ξέρω πως είναι πατέρας σου..."
Δεν τον άφησε να συνεχίσει, μέσα της φούντωσε ο θυμός.
"Νομίζεις οτι φοβάμαι για αυτόν; Οτι δεν θέλω να πάθει κακό; Του αξίζει χίλιες φορές ο θάνατος. Δεν είναι πατέρας μου,ποτέ δεν ήταν" του φώναξε με δύναμη,ενώ τα μάτια της πετούσαν φλόγες.
"Για σένα φοβάμαι" τα λόγια της βγήκαν σαν ψίθυροι απ' τα τρεμάμενα χείλη της.
Δεν της μίλησε, παρά μόνο την έσφιξε γερά στην αγκαλιά του. Ακούμπησε απαλά το χέρι του κάτω απ' το πιγουνι της,σηκώνοντας το πρόσωπο της έτσι ώστε να μπορεί να τον κοιτάξει στα μάτια.
Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής μας και ο Σεμπάστιαν ήθελε η Άρια να δει μες στα δικά του την αγάπη που ένιωθε.
"Μην στενοχωριεσαι,δεν μπορώ να βλέπω τα μάτια σου θλιμμένα, σου ορκίζομαι οτι..."
Δεν πρόλαβε να τελειώσει την φράση του. Ένας εκκωφαντικός ήχος ακούστηκε απ' έξω. Θόρυβος από τεράστια φτερά που εσκιζαν τον αέρα και ποδοβολητα αλόγων. Ο Σεμπάστιαν έτρεξε στο παράθυρο, ενώ τον ακολούθησαν και οι δυο γυναίκες. Αυτό που αντίκρισε του έκοψε την ανάσα. Πέντε τεράστιοι δράκοι πετούσαν χαμηλά,γύρω απ' το κάστρο, ενώ στο διάβα τους ξερνουσαν φωτιά, καίγοντας τα πάντα πίσω τους. Ενώ ένας στρατός από δεκάδες άντρες βάδιζε πάνω στο μονοπάτι. Μπροστά πήγαινε ένας άντρας με περήφανη κορμοστασιά και σκληρά χαρακτηριστικά χαραγμένα στο πρόσωπο του.
Hoppla! Dieses Bild entspricht nicht unseren inhaltlichen Richtlinien. Um mit dem Veröffentlichen fortfahren zu können, entferne es bitte oder lade ein anderes Bild hoch.
Η μάγισσα έκανε ένα βήμα πίσω,ενώ στο πρόσωπο της φάνηκε ο θυμός.