Ο Δράκοντας της Ζακύνθου

75 12 0
                                    

Κοντά στο χωριό Αγαλάς της Ζακύνθου υπάρχει ένα μεγάλο λαγκάδι, η σπηλιά Σαμιανού και η κοιλάδα Αντρονιός. Σ' αυτά τα μέρη βασίλευε κάποτε ένας δράκοντας που ήταν τόσο μεγάλος και ψηλός, που έβαζε το ένα πόδι πάνω στη σπηλιά όπου κατοικούσε και το άλλο στο απέναντι βουνό, και στεκότανε όρθιος ενώ είχε από κάτω του το μεγάλο λαγκάδι.
Ο δράκοντας ήταν ψηλός χιλιάδες χιλιάδες οργιές, μα παρ' όλα αυτά κοιμόταν στην μικρή σπηλιά Δαμιανού. Είχε επίσης πάντα κοντά του ένα αλογάκι μικρό σαν σκύλο, και το καβαλίκευε όταν ήθελε.
Ο δράκοντας για να χορτάσει ήθελε πολύ φαΐ. Και το φαΐ το ήθελε από το χωριό Αγαλά. Αν δεν του έφερναν φαΐ, έλεγε πως θα καταστρέψει το χωριό. Μαζεύονταν λοιπόν κάθε τόσο οι Αγαλιώτες για να σκεφτούνε πως να εξολοθρέψουν αυτόν το δράκοντα, μα ήταν αδύνατο να βρούνε τον τρόπο. Μια μέρα όμως, μια γριά τον βρήκε!
Μάζεψε από τους αγρούς σιτάρι πολύ, το άλεσε, το έκανε αλεύρι, και έκανε μια μεγάλη πίτα, που την έψησε και την έδωσε στο δράκοντα. Έπειτα από το φαΐ, ο δράκοντας δεν μπορούσε να κάτσει όρθιος - όλος ο κόσμος γύριζε - και έπεσε στην κοιλάδα του Αντρονιού και μούγκριζε τόσο δυνατά, που έτρεμε ολόκληρος ο κόσμος.
Στο άκουσμα του μουγκρητού έτρεξαν όλοι οι χωριάτες, μικροί, μεγάλοι, άντρες και γυναίκες, με πέτρες, λιθάρια, και από ύψος τον λιθοβολούσαν, μέχρι που σκοτώθηκε και γλίτωσε το χωριό.

-Απόσπασμα από τις Παραδόσεις (1904) του Νικόλα Πολίτη.

Μυθικές ΔιηγήσειςWhere stories live. Discover now