«Τί μπορούμε να κάνουμε εμείς τώρα Tikka;» απόρησε η Melody, κοιτώντας τα πλεγμένα χέρια της. Δεν είχε ιδέα, πώς θα μπορούσε, να βοηθήσει τους δύο παλαιότερους ήρωες και τα kwami τους. «Είμαι σίγουρη, ότι κάτι θα σκεφτούμε» παρέμεινε θετική η Tikka. Η Melody κούνησε το κεφάλι της δυσκολευόμενη, να πιστέψει πώς θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Το ίδιο πρόβλημα συναντούσε και ο αδερφός της, λίγα μέτρα μακρύτερα από αυτήν, στο δικό του δωμάτιο, ακούγοντας τα τρελά του Plaggi.
«Για να καταλάβω. Έχουμε έναν παλαβιάρη Κτήτορα που ακουματοποιεί τον κόσμο, ποιός ξέρει για ποιό λόγο, δύο miraculous έσπασαν, τα kwami χάθηκαν και η Ladybug και ο Cat Noir δεν έχουν ιδέα ότι υπήρξαν ήρωες του Παρισιού. Πώς στην οργή θα ξεμπλέξουμε από αυτό τον χαμό Plaggi;». Ο Felix ήταν κυριολεκτικά έτοιμος να εκραγεί και δεν βοηθούσε το γεγονός, ότι το kwami του απλώς έτρωγε ανενόχλητο το τυρί του.
Ο Gabriel Agreste χτύπησε την γροθιά του στο τραπέζι με εκνευρισμό. Οι νέοι ήρωες είχαν νικήσει το akuma του. Βέβαια τώρα ήταν σίγουρος, ότι τα miraculous ήταν ασφαλή, αλλά θα έπρεπε να ανακαλύψει από την αρχή τα μειονεκτήματα των αντιπάλων του και τις ταυτότητές τους.
«Nooroo πώς γίνεται αυτό; Γιατί η Ladybug και ο Cat Noir έχουν τόσο διαφορετικές στολές και γιατί χρησιμοποιούν άλλα κωδικά-ονόματα;» φώναξε εκνευρισμένος στο τρεμάμενο kwami. Το ιπτάμενο μωβ πλάσμα τον κοίταξε τρομοκρατημένο. «Δεν ξέρω αφέντη», απάντησε με τρεμάμενη φωνή και ζάρωσε κάτω από το βλέμμα του Gabriel. «Nooroo απάντα στην ερώτησή μου. Είμαι σίγουρος, ότι κάτι ξέρεις. ΜΙΛΑΑΑ!!!». Το kwami έτρεμε σύγκορμο μπροστά στον εξαγριωμένο αφέντη του. «Ίσως να άλλαξαν οι Κτήτορες και να κλήθηκαν τα Πρώτα kwami;» απάντησε ο Nooroo.
«Θέλω λεπτομέρειες. Εξήγησέ τα όλα!» απαίτησε ο Gabriel και χτύπησε ανυπόμονα τα δάχτυλά του στο τραπέζι. Το μωβ kwami στρφογύρισε νευρικά στον αέρα. Δεν ήθελε, να προδώσει τα μυστικά των miraculous, αλλά δεν μπορούσε να το αποφύγει. Ο Αφέντης του ήταν πολύ σκληρός. Πήρε μια βαθιά ανάσα και εξήγησε τα πάντα για τα Πρώτα Miraculous της Δημιουργίας και της Καταστροφής.
Η Marinette γύρισε στο σπίτι της ανακουφισμένη, που όλα είχαν πάει καλά. Πραγματικά, τελευταία στιγμή κατάφεραν οι νέοι ήρωες, να σταματήσουν την Medοussa. Είχε αγχωθεί πολύ με την όλη κατάσταση, σα να έπρεπε η ίδια να σώσει το Παρίσι. Τί ανόητη σκέψη, χαμογέλασε στον εαυτό της, καθώς έμπαινε στο σπίτι της. Δεν πρόλαβε να κάνει βήμα και δύο ζευγάρια χέρια την άρπαξαν. Στην αρχή τρομοκρατήθηκε, αλλά αναγνωρίζοντας το σφιχταγκάλιασμα των γονιών της, χαλάρωσε αμέσως. «Μαμά, μπαμπά τί συνέβη;» ρώτησε ακόμα έκπληκτη από την αναπάντεχη έκφραση στοργής.
«Εσύ πες μας τί σκεφτόσουν, όταν άφησες το σπίτι και πήγες να τα βάλεις με το akuma, Marinette;» της απάντησε μια πολύ τρομαγμένη μητέρα της. Η κοπέλα δεν μίλησε. Πραγματικά δεν ήξερε και η ίδια καλά καλά, τί την είχε πιάσει και όρμησε έτσι στο μάτι του κυκλώνα. Ήταν ένα αίσθημα ευθύνης θαμένο βαθιά στο υποσυνείδητό της που προς στιγμήν την είχε καταλάβει. «Συγγνώμη που σας τρόμαξα έτσι. Πραγματικά δεν ξέρω, τί με έπιασε. Δεν θα το ξανακάνω. Σας το υπόσχομαι», είπε κρατώντας το βλέμμα της καρφωμένο στο πάτωμα, σα να είχε κάτι το εξαιρετικά ενδιαφέρον. Η έκφραση των γονιών της μαλάκωσε. «Θέλουμε απλά να είσαι ασφαλής. Την επόμενη φορά σε παρακαλώ, να μείνεις μακρυά από το Ακουματοποιημένο, εντάξει;». Η Marinette έγνεψε στην μητέρα της και ανέβηκε στο δωμάτιό της.
Έκλεισε την πόρτα πίσω της αφήνοντας μια ανακουφισμένη ανάσα, που τόσην ώρα κρατούσε. «Φτηνά τη γλιτώσαμε, Tikki» χαμογέλασε, αλλά το χαμόγελο πάγωσε στο πρόσωπό της. Δεν ήταν κανείς στο δωμάτιο. Σε ποιόν αλήθεια απευθυνόταν; Ποιά ήταν αυτή η Tikki. Μια κόκκινη θολούρα της ήρθε στο μυαλό, που αν και δεν ήταν ξεκάθαρο, πρέπει να χαμογελούσε. Η Marinette έπιασε με τα χέρια το κεφάλι της. Ένας πόνος χειρότερος από οποιονδήποτε πονοκέφαλο που είχε ποτέ νιώσει, βασάνιζε το κεφάλι της σαν εκατοντάδες σφυριά, να την βάραγαν ταυτόχρονα σε κάθε του σημείο. Έπεσε στο πάτωμα βγάζοντας αγωνιώδης κραυγές. Ο πόνος ήταν τόσο δυνατός, που νόμιζε, ότι θα την σκοτώσει.
Ο Gabriel κούνησε το κεφάλι του σκεφτικός, προσπαθώντας να αφομοιώσει τα όσα είχε ακούσει από το μικρό kwami. Ήξερε ότι ο Nooroo δεν του έλεγε ψέμματα, αλλά ακόμα κι έτσι δεν μπορούσε παρά να παραδεχτεί, ότι τα miraculous γίνονταν όλο και πιο περίπλοκα και μυστηριώδη. Γιατί πρέπει πάντα να είναι όλα μπερδεμένα. Δεν μου αρέσει καθόλου, να μην γνωρίζω το επόμενο βήμα των αντιπάλων μου, σκέφτηκε εκνευρισμένος, καθώς έμπαινε στο ασανσέρ. «Νοοroo, ανύψωσε τα σκοτεινά φτερά», είπε ο Agreste και χωρίς να έχει άλλη επιλογή, τo kwami χάθηκε στο εσωτερικό της καρφίτσας, που είχε στο λαιμό του.
Ο Hawkmoth μόλις που πρόλαβε να μεταμορφωθεί. Η πόρτα του ασανσέρ άνοιξε, αποκαλύπτοντας το κρησφύγετό του με θέα όλο το Παρίσι. Ο γιος του καθόταν ακόμα δεμένος ανίκανος και να κουνηθεί. Ίσως να είχε παρασφίξει τα σκοινιά. Ένα ήταν σίγουρο, δεν μπορούσε να τον κρατήσει εδώ για πάντα. Πλησίασε το αγόρι με το μπαστούνι του, να αντηχεί δυνατά στο ακάλυπτο πλακάκι. Είδε το σώμα του Adrien να σφίγγεται, μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία του. Ο Hawkmoth δαγκώθηκε, μα έδιωξε γρήγορα το συναίσθημα. Έβγαλε από την τσέπη του ένα μαντήλι και με αυτό έκλεισε την μύτη του εφήβου. Αυτός προσπάθησε να τραβηχτεί πίσω, αλλά σχεδόν αμέσως το κεφάλι του κρέμασε άτονο στο πλάι. Ο Adrien ξύπνησε στο κρεβάτι του. Όλο του το σώμα ήταν πιασμένο και με δυσκολία κατάφερνε, να κάνει την παραμικρή κίνηση. Ένιωθε το κεφάλι του βαρύ και οι σκέψεις του ήταν μπερδεμένες σαν κουβάρι μαλλιών. Ανοιγόκλεισε τα μάτια του προσπαθώντας μάταια, να διώξει την ανίκητη υπνηλία. Πώς βρέθηκα εδώ; Και τί απέγινε ο Hawkmoth; Οι ερωτήσεις άρχισαν να ζωηρεύουν, μιας και το μυαλό του κατάφερνε σιγά σιγά, να ξυπνήσει. Σηκώθηκε από το κρεβάτι του, για να πέσει αμέσως την επόμενη στιγμή, αφού το σώμα του δεν ήταν έτοιμο για μια τόσο δραστική αλλαγή. Μουγκρίζοντας ξανασηκώθηκε, πιο προσεχτικά αυτή τη φορά.
Βγήκε από το δωμάτιο και στον διάδρομο πέτυχε την Natalie, που ερχόταν να τον ξυπνήσει. «Α, σηκώθηκες. Ωραία. Μην ξεχάσεις ότι μετά το σχολείο έχεις φωτογράφιση» του πέταξε στρίβοντας ήδη την γωνία. Ο Adrien απόρησε, γιατί δεν τον ρώτησε, πού ήταν μια ολόκληρη μέρα. Μην το σκέφτεσαι. Ο έφηβος υπάκουσε στην άγνωστη σκέψη και ετοιμάστηκε για το σχολείο.
Χώθηκε πίσω στο δωμάτιό του να αλλάξει χωρίς να αναρωτηθεί, από που είχε προέλθει εκείνη η σκέψη, που μόνο δική του δεν ήταν.
Ο Adrien ετοιμάστηκε κι έφυγε βολίδα για το σχολείο. Ανυπομονούσε, να ξαναδεί τους φίλους του και να τους εξιστορήσει την συνάντησή του με τον Hawkmoth. Δεν θα μιλήσεις για αυτό. Μια ακόμα άγνωστη σκέψη εισέβαλλε στο μυαλό του, κάνοντας αισθητή την παρουσία της. Ο Adrien έγνεψε ανεπαίσθητα.
Έφτασε στο σχολείο δέκα λεπτά πριν χτυπήσει το κουδούνι και βρήκε τον Nino και την Alya να συζητούν στα σκαλιά. Ένα χαμόγελο άνθισε στο πρόσωπό του, καθώς τους πλησίαζε. «Καλή μέρα» τους χαιρέτησε και εισέπραξε ένα έκπληκτο και συνάμα ερωτηματικό βλέμμα από αυτούς. «Φίλε, δεν σε ξέγραψε ο γέρος σου από το σχολείο; Αυτό μου έγραψες προχθές το βράδυ», είπε ο Nino ολοφάνερα μπεφδεμένος. Τί; Πότε έγραψα εγώ τέτοιο πράγμα; Προχθές το βράδυ ήταν τότε, που με άρπαξε ο Hawkmoth. Έστειλες το μήνυμα στον Nino, αλλά μετά με μεγάλο κόπο έπεισες τον πατέρα σου, να σε αφήσει να συνεχίσεις. Όχι! Είμαι πολύ σίγουρος, ότι δεν συνέβη κάτι τέτοιο, ανταπάντησε ο Adrien.
«Α, ναι! Κατάφερα τελικά, να τον πείσω να με αφήσει, να συνεχίσω το δημόσιο σχολείο», είπε τρίβοντας το πίσω μέρος του λαιμού του. Οι φίλοι του τον κοίταξαν έκπληκτοι, ιδιαίτερα ο Nino, που είχε γνωρίσει προσωπικά τον πατέρα του και σχεδόν ο Gabriel του είχε απαγορεύσει, να κάνει παρέα με τον Adrien. «Μπράβο φίλε. Έτσι σε θέλω» επιδοκίμασε ο Nino. «Χαίρομαι, που θα μείνεις στο σχολείο μας, Adrien. Είμαι σίγουρη ότι η Marinette θα ενθουσιαστεί, μόλις το μάθει. Είχε στενοχωρηθεί πολύ επειδή θα σταματούσες», είπε η Alya, χαμογελώντας πονηρά. Ο Nino της έσφιξε με νόημα το χέρι.
Εκείνη την ώρα χτύπησε το κουδούνι, σημαίνοντας την αρχή των μαθημάτων. Οι τρεις φίλοι κατευθύνθηκαν προς το εσωτερικό του σχολείου. Γιατί είπα ψέμματα στους φίλους μου; Αυτή η φωνή μες το κεφάλι μου πρέπει, να έκανε κάτι. Αλλά τί ήταν αυτή η σκέψη. Έμοιαζε τόσο δυνατή, σκέφτηκε ο Andrien, καθώς έμπαινε στην τάξη πίσω από την Alya. «Marinette; Τί κάνεις;» απόρησε έκπληκτη η κοπέλα βρίσκοντας την φίλη της να κοιμάται πάνω στο θρανίο. Ο Adrien πλησίασε κι αυτός, ανήσυχος για την Marinette. «Ξύπνα κορίτσι μου». Η Alya ταρακουνούσε την κολλητή της, που δεν έδειχνε να ξυπνάει με τίποτα. «Nino, Adrien κάντε κάτι», αγριοκοίταξε νευριασμένη τα αγόρια που την παρακολουθούσαν.
H Marinette άκουσε ανάμεσα στα μουρμουρητά των ονείρων μια φωνή. Δεν την αναγνώριζε, αλλά ένα ήξερε στα σίγουρα, την ενοχλούσε πάρα πολύ. Κάποιος άρχισε να την ταρακουνάει, μα αυτό το πέρα-δώθε την νανούριζε. «...Adrien...». Η φράση που έλεγε η φωνή, δεν έφτασε ολοκληρωμένη στα αυτιά της, αλλά κατάφερε να ακούσει το όνομα, που της άρεσε τόσο. Τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα, απλά για να ξανακλείσουν ένα δευτερόλεπτο αργότερα τυφλωμένα από το έντονο φως. Όταν τα ξανάνοιξε αντίκρυσε την Alya από πάνω της, ολοφάνερα ανήσυχη και τον Nino με τον Adrien λίγο πιο πέρα, να αλληλοκοιτάζονται. Τα γεμάτα ανησυχία λόγια της φίλης της δεν έφτασαν ποτέ στα αυτιά της, καθώς όλη της η προσοχή είχε στραφεί στο ξανθό αγόρι μπροστά της.
«A... Adrien; Το σχολείο σε σταμάτησε...εεε... ήθελα να πω... δεν σταμάτησες το σχολείο;» μπέρδεψε τα λόγια της ως συνήθως. Ο Adrien έδωσε την ίδια απάντηση με πριν. Η κοπέλα τον είδε να δίνει μια εσωτερική μάχη, σα να διχαζόταν ανάμεσα σε δύο γνώμες, αλλά σύντομα έληξε και ο έφηβος επανήλθε στον κανονικό του εαυτό. Ή τουλάχιστον σε κάτι, που έμοιαζε με τον κανονικό του εαυτό. Η Marinette δεν μπορούσε να πει στα σίγουρα τί συνέβαινε, αλλά ένιωθε, ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Η συνηθισμένη λάμψη στα μάτια του Adrien δεν ήταν πια εκεί. Αντίθετα την θέση της είχε καταλάβει μια νωθρότητα και απορία. Μάλλον το παρακάνω. Μπορεί απλά να είναι κουρασμένος, σκέφτηκε.
Και μιλώντας για κουρασμένους αυτοί οι δύο φαίνεται, να είχαν πολύ άσχημη νύχτα. Το βλέμμα της είχε πέσει στα δύο αδέρφια, που χασμουριόνταν ανεξέλεγκτα. Ο Felix και η Melody πραγματικά έδειχναν να έχουν τα χάλια τους. Δεν μπορούσαν, να περπατήσουν καν όρθιοι. «Τί πάθατε εσείς οι δύο;» ρώτησε από ενδιαφέρον και παρατήρησε μια ελαφριά αλλαγή στην διάθεσή τους. «Εεεεε... δεν κοιμήθηκα καλά εχθές», απάντησε βιαστικά η Melody, ενώ ο Felix δεν νοιάστηκε να μιλήσει. Η Marinette συνοφρυώθηκε πειραγμένη.
Η Melody κοίταξε εκνευρισμένη τον αδερφό της, που παρέμενε σιωπηλός, αγνοώντας ολοκληρωτικά την Marinette. Δεν τον αντέχω άλλο. Γιατί πρέπει να είναι τέτοιος κόπανος ώρες-ώρες; Εκείνη τη στιγμή την προσοχή της τράβηξε το αγόρι, με το οποίο μιλούσε η Marinette προτού εμφανιστούν οι ίδιοι. Έμεινε έκπληκτη βλέποντας πόσο της έμοιαζε. Πραγματικά ήταν στην κυριολεξία, η ίδια σε αγόρι. Συνέχιζε να τον κοιτάζει από πάνω μέχρι κάτω ακριβώς όπως έκανε κι εκείνος, προφανώς απορώντας κι αυτός με τις ομοιότητές τους. Η Marinette τους κοίταξε κι αυτή και κόντεψε να λιποθυμήσει.
«Είστε ίδιοι!» κατάφερε μόνο να ψελλίσει η κοπέλα, τραβώντας τη προσοχή του Felix, που τόσην ώρα αγνοούσε τους πάντες. Αντικρύζοντάς τους άρχισε να γελάει ανεξέλεγκτα, κάνοντας τα μάγουλα της Melody να κοκκινίσουν. «Πού το βρίσκεις το αστείο;» του φώναξε εκνευρισμένη. «Πάντα ήθελα να δω πώς θα έμοιαζες αν ήσουν αγόρι», της απάντησε, κερδίζοντας μια γερή αγκωνιά από μέρους της. Προτού προλάβει ο Felix να παραπονεθεί η κ. Bustier μπήκε στην τάξη και κατευθύνθηκε προς το μέρος τους. «Felix, Melody μόλις λύθηκε το μπλέξιμο, που είχε γίνει με τις τάξεις σας και βρέθηκε χώρος στο κανονικό σας τμήμα. Το τμήμα, με το οποίο παρακολουθήσατε μαζί μάθημα εχθές, προφανώς δεν ήταν το δικό σας. Η τάξη σας θα είναι το Β1 στην αίθουσα 5. Βιαστείτε να μην αργήσετε στο μάθημά σας», είπε η καθηγήτρια, ωθώντας διακριτικά τα δυο παιδιά έξω από την τάξη.
Μόλις έκλεισε πίσω τους την πόρτα η Melody έμεινε, να κοιτάζει σαν χαμένη. Δεν μπορούσε να καταλάβει τί στην οργή είχε γίνει. Μας έβαλαν σε λάθος τάξη; Μα πώς; Τί στο καλό είχαν στο μυαλό τους; αναρωτήθηκε η κοπέλα, κουνώντας μπερδεμένη το κεφάλι της. Άραγε η αφηρημένη μάνα τους, να είχε δώσει λάθος την ηλικία τους; Δεν πρόλαβε να απορήσει άλλο, καθώς ένας εκκωφαντικός κρότος ακούστηκε. Η Melody κοίταξε τρομοκρατημένη προς την μεριά του ήχου και ενστικτωδώς άρπαξε τα σκουλαρίκια της. «Θα πάω στην τουαλέτα Felix μια στιγμή. Μην με περιμένεις. Τράβα στην τάξη», του πέταξε βιαστικά, καθώς χανόταν ήδη στην γωνία.
«Φαίνεται πως έχουμε δουλειά Tikka» χαμογέλασε στο μικρό kwami, που εμφανίστηκε μέσα από την τσάντα της. Κλείδωσε την τουαλέτα και στράφηκε προς την Tikka. «Tikka βάλε τις βούλες», είπε ενθουσιασμένη, ενώ παρακολουθούσε το λευκό και ροζ φως, να καλύπτει το σώμα της. Χαμογέλασε αρπάζοντας εκστασιασμένη το γιο-γιο της και βγαίνοντας από το μπάνιο προσεχτικά.
Ο Adrien ένιωσε έναν ηλεκτρισμό, να τον διαπερνά. Ώρα για δράση. Αυτή τη φορά σχεδόν ξέχασε, να απορήσει με την μυστηριώδη σκέψη. «Μπορώ να πάω στην τουαλέτα;» ρώτησε διακόπτοντας το μάθημα. Η κ. Bustier τον κοίταξε απαυδισμένη, μιας και δεν είχαν περάσει ούτε δέκα λεπτά μαθήματος, αλλά έγνεψε. Ο έφηβος πετάχτηκε έξω από την τάξη και χώθηκε στις τουαλέτες, προλαβαίνοντας να δει μια μαύρη φιγούρα, να περνά ξυστά από δίπλα του. Ladybug; σκέφτηκε, αλλά βλέποντας τα ξανθά μαλλιά της ηρωίδας κατάλαβε, ότι δεν ήταν η δική του.
Όταν ήταν πια ασφαλής μέσα στην τουαλέτα, ένα μαύρο σύννεφο τον κάλυψε. Μόλις καθάρισε το σύννεφο, στην θέση του Adrien ήταν ο γνωστός ήρωας του Παρισιού, Cat Noir. Φέρε τα miraculous και θα σου φέρω την δική σου Ladybug πίσω, υποσχέθηκε ο Hawkmoth και ένα χαμόγελο άνθισε στο πρόσωπό του ήρωα.
YOU ARE READING
Οι ήρωες του Παρισιού (Βιβλίο πρώτο)
FanfictionΌλοι γνωρίζουμε τους απόλυτους ήρωες του Παρισιού την Ladybug και τον Cat Noir. Καιρός λοιπόν να μάθουμε τί θα συμβεί αν τα miraculous ξαφνικά σπάσουν και το Παρίσι βρεθεί απροστάτευτο. Θα καταφέρουν οι νέοι ήρωες να σώσουν την κατάσταση ή ο Hawkmot...