Κεφάλαιο 17 Θλιμμένες καρδιές

106 14 14
                                    

Η Alya περπατούσε πλάι στον Nino, γλύφοντας αργά το παγωτό του Andrè. Είχαν βγει για μια βόλτα, που είχε καταλήξει σε ραντεβού χάρη στο παρορμητικό αγόρι της. Ήταν μια υπέροχη βραδυά, ήσυχη και ξάστερη. Κανείς δεν υπήρχε γύρω τους στο έρημο πάρκο, όπου κάθονταν. Μόνοι τους με μάρτυρές τους τον ουρανό, που τίποτα δεν του ξεφεύγει και την ολόγιομη σελήνη με το ασημένιο της φως. Η κοπέλα έριξε ένα πλάγιο βλέμμα στον Nino και χαμογέλασε, μισοκλείνοντας τα μάτια της. Ήταν πολύ τυχερή που η Marinette και ο Nino δεν είχαν καταλήξει ζευγάρι.
«Γιατί χαμογελάς;» ρώτησε απορημένο το αγόρι κάνοντας την ατρόμητη Alya να κοκκινίσει. Ουπς! Την είχε τσακώσει. «Απλά σκέφτομαι ότι η Marinette έχασε, όταν δεν θέλησε να σου δώσει μια ευκαιρία», απάντησε με ειλικρίνεια. Ήθελε η σχέση τους να βασίζεται στην εμπιστοσύνη και δεν σκόπευε να του κρύψει τις σκέψεις της. Την είχε ήδη αποδεχτεί για αυτό που ήταν, οπότε δεν υπήρχε λόγος για κρυφτό και ψέματα. Με τον Nino μιλούσε, τον κολλητό και αγόρι της. Αν ντρεπόταν αυτόν που αγαπούσε, θα καταντούσε μια δεύτερη Marinette.
«Μπα, δε νομίζω να είχε γίνει τίποτα. Η κοπελιά είναι υπερβολικά κολλημένη με τον Adrien. Δεν θα συνειδητοποιούσε καν την παρουσία μου», αποκρίθηκε ο Nino μισοαστεία μισοσοβαρά. Η Alya χαχανισε γνωρίζοντας, ότι είχε δίκιο. Πραγματικά αυτό έμοιαζε κάτι που θα έκανε η Marinette. «Άρα πιστεύεις ότι ήταν γραφτό μας να καταλήξουμε μαζί;» ρώτησε με ένα περιπαιχτικό βλέμμα να φωτίζει τα καστανά της μάτια. «Πες το όπως θες, Alya. Κάποιοι άνθρωποι απλά καταλήγουν μαζί ανεξαρτήτως περιστάσεων», χαμογέλασε ο Nino αφήνοντάς την άφωνη.
«Ξύπνησε ο εσωτερικός σου ποιητής ή ήσουν πάντα έτσι και μου το έκρυβές;», απόρησε η κοπέλα και ο Nino άρχισε να χαχανίζει. «Όχι, ο Adrien ονειροφανταζόταν τις προάλλες κι έλεγε κάτι τέτοια τρελά. Σα να προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό του ακουγόταν», της απάντησε χαζεύοντας τον ουρανό. «Είναι ερωτευμένος ο Agreste; Μια ψυχή θα τρελαθεί αν το μάθει» σχολίασε η Alya, γλείφοντας λίγο από το παγωτό της. «Μμμ... Δεν ξέρω στα σίγουρα, αλλά μπορώ να ρωτήσω αν θες να μάθεις», της έκλεισε το μάτι ο Nino.
Για λίγο ησύχασαν και οι δύο παρακολουθώντας απλώς τον ξάστερο ουρανό. Ξαφνικά δυο σκιές πέρασαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα από πάνω τους. «Ουάου! Η Ladybug και ο Cat Noir ήταν αυτοί;» αναφώνησε ο Nino. «Έτσι φαίνεται», απάντησε αδιάφορα η κοκκινομάλλα τρώγοντας λίγο ακόμα παγωτό. «Alya, δεν σε αναγνωρίζω. Τί σε έπιασε; Εσύ και μόνο στην αναφορά της Ladybug εξαφανιζόσουν κυνηγώντας την. Τώρα, γιατί... ;». Ο Nino είχε μείνει άφωνος με την στάση της κοπέλας του. Το ύφος της Alya σκοτείνιασε κι άφησε τις καστανοκόκκινες μπούκλες της να καλύψουν το πρόσωπό της.
Βυθίστηκαν σε μια αμήχανη σιωπή. Ο Nino ένιωθε ότι η έφηβη ήθελε να του πει κάτι, αλλά δεν μπορούσε εύκολα να το διατυπώσει με λόγια. Έτσι περίμενε. «Nino, πιστεύεις κι εσύ ότι είμαι πολύ κολλημένη με τη Ladybug;» ρώτησε τελικά η Alya. Ο έφηβος την κοίταξε ξαφνιασμένος. «Μμμ... Ίσως να το παρακάνεις μερικές φορές. Όπως όταν διαδίδεις κάθε κουτσομπολιό που μαθαίνεις για την ηρωίδα είτε είναι αλήθεια είτε όχι ή όταν βουτάς στο στόμα του λύκου για ένα κοντινό πλάνο της Ladybug». Με κάθε του κουβέντα το πρόσωπο της Alya χανόταν όλο και πιο πολύ πίσω από την θάλασσα των μαλλιών της.
«Ναι, αυτά μου είπε και η Marinette. Πριν από κανά δυο μέρες, ξέρεις την βδομάδα που είχε την τάση να μην αργεί, τότε λοιπόν τσακωθήκαμε. Φαίνεται είχα αρχίσει μια ακόμα διάλεξη για την εξαφάνιση των δύο ηρώων και φανταζόμουν διάφορα σενάρια, όταν ξαφνικά σηκώθηκε κι άρχισε να φεύγει. Την ρώτησα, λοιπόν τί έγινε και μου απάντησε ότι δεν ήθελε να ακούσει άλλο για υπέρ-ήρωες και ότι είχε να ασχοληθεί με την δική της ζωή. Τέλος πάντων, μου έδωσε τη διάλεξη της ζωής μου για το πόσο μανιακή ήμουν με την Ladybug και ανταλλάξαμε κάποιες βαριές κουβέντες».
Η Alya έκανε μία παύση αφήνοντας αργά μια τρεμάμενη ανάσα. «Όταν σκέφτηκα ήρεμα τα λόγια της μετά, συνειδητοποιήσα ότι είχε δίκιο και με το παραπάνω και... Θέλω να αλλάξω. Να μην είμαι τόσο εθισμένη. Φυσικά δεν θα φτάσω στο άλλο άκρο να αγνοώ την ύπαρξη των ηρώων, αλλά θα ιεραρχήσω ξανά τις προτεραιότητές μου», τελείωσε. Ένιωσε ένα χέρι να παραμερίζει τα μαλλιά της. Γύρισε προς το μέρος του Nino και τον βρήκε να χαμογελάει με περηφάνια.
«Χαίρομαι που το ακούω. Είμαι σίγουρος ότι αυτό που ήθελε να σου πει η Marinette, είναι αυτό που θέλουμε όλοι. Να προσέχεις περισσότερο τον εαυτό σου και να ασχοληθείς λίγο παραπάνω με τη δική σου ζωή και λιγότερο με της Ladybug», της είπε απαλά αγκαλιάζοντάς την. «Ναι, το ξέρω τώρα. Γιʼ αυτό δεν έτρεξα πίσω από τους ήρωες αυτή τη φορά. Σήμερα η νύχτα είναι δικιά μας». Ο νεαρός DJ ένιωσε τα μάγουλά του να φλογίζονται και ακούμπησε το κεφάλι του πάνω στην Alya, που με τη σειρά της έγειρε πάνω του.
«Nino, θέλω να μου το πεις, αν κάποια άλλη συμπεριφορά μου σε ενοχλεί», μουρμούρισε η κοπέλα χαϊδεύοντας το χέρι του. «Μόνο αν κάνεις κι εσύ το ίδιο», χαμογέλασε το αγόρι. «Έγινε!» αναφώνησαν και οι δύο μαζί με ένα περιπαιχτικό ύφος, τελειώνοντας το παγωτό τους. «Πάμε μια βόλτα», πρότεινε η Alya τραβολογώντας το μανίκι του εφήβου, που γέλαγε χαζοχαρούμενα. «Ό, τι πεις, Alya» αποκρίθηκε ενώ την ενώ την άφηνε να τον οδηγεί, ένας Θεός ξέρει πού.
Λίγο μακρύτερα από αυτούς τους δύο, ψηλά στην κορυφή του πύργου του Άιφελ ο καυγάς της Buglady και του Cat Blanc έληξε άδοξα όταν το ρολόι χτύπησε μεσάνυχτα. Σα να τους χτύπησε κεραυνός οι δύο ήρωες σχεδόν ταυτόχρονα σταμάτησαν τη διαφωνία και με τις χειρότερες δικαιολογίες, που μπόρεσαν να σκεφτούν, βιάστηκαν να γυρίσουν ο καθένας στο σπίτι. Δεν ήθελαν να ανησυχήσουν τα αδέρφια τους και χωρίς να το ξέρουν και οι δύο πήραν την ίδια κατεύθυνση με τη μοίρα να τους παίζει άσχημα παιχνίδια.
Η Buglady πέταξε το γιο-γιο της τραβώντας τον εαυτό της πάνω από τον νυχτερινό ουρανό του Παρισιού με χάρη. Ένιωθε ανάλαφρη σαν πούπουλο. Όλες τις οι έγνοιες είχαν χαθεί τη στιγμή που τα πόδια της άφησαν το έδαφος και τις γήινες ανησυχίες. Εκεί ψηλά ο αχός του κόσμου ήταν μόνο ένα σιγανό μουρμουριτό στα αυτιά της και τίποτα παραπάνω. Για λίγο μπορούσε να ηρεμίσει και να ξεχάσει τους πάντες και τα πάντα. Τί ήσυχη νύχτα; Ίσως μπορώ να πάω λίγο αργότερα σπίτι. Εξάλλου υποτίθεται ότι διαβάζω στο σπίτι μιας φίλης τώρα. Μπορώ να πω ότι έχασα την ώρα.
Έχοντας πάρει την απόφασή της, προσγειώθηκε στο ψηλότερο κτήριο της περιοχής, που για κακή της τύχη ήταν το ξενοδοχείο της Chloe. Κάθισε πάνω στα κάγκελα του μπαλκονιού με την πλάτη προς την πισίνα πίσω της και τα πόδια της να κρέμονται στο κενό. Άφοβα έγειρε προς τα πίσω απολαμβάνοντας το δροσερό αεράκι με τα μάτια κλειστά. Αν τα είχε ανοίξει θα είχε δει τον Cat Blanc να περνά από μπροστά της και να τρυπώνει στο σπίτι τους, αλλά τί κρίμα που η μοίρα δεν τα θέλησε έτσι τα πράγματα.
«Ωστέ αυτή είναι η μεγάλη Chloe, ε; Ένα μυξιάρικο που κρύβεται πίσω από το όνομα του πατέρα της. Μπορεί ο μπαμπάς σου να είναι δήμαρχος του Παρισιού, αλλά οι δικοί μας γονείς έχουν την οικονομία της Γαλλίας τυλιγμένη στα δάχτυλά τους. Με μια τους κίνηση μπορούν να χρεοκοπήσουν τη χώρα ή να την αναδείξουν ανάμεσα στις πλουσιότερες». Η εγωιστική φωνή τρύπησε τα αυτιά της Buglady, που ένιωσε το αίμα να της ανεβαίνει στο κεφάλι. Είναι μερικές φωνές τις οποίες το ανθρώπινο αυτί απλά δεν τις αντέχει και αμέσως προκαλούν κύματα οργής στα εγκεφαλικά κύτταρα. Τέτοιου είδους φωνή ήταν αυτή. Τσιριχτή, κοριτσίστικη, ερειστική γεμάτη κακία και δηλητήριο.
Περίεργη η Buglady κατέβηκε προσεχτικά και κρεμάστηκε έξω από το παράθυρο απʼ όπου ακουγόταν ο χαμός. Έριξε μέσα μια κλεφτή ματιά για να αντικρύσει ένα πολυτελέστατο δωμάτιο, καμωμένο για πριγκίπισσες. Είχε ένα κρεβάτι με ουρανό και οι τοίχοι ήταν γεμάτοι κίονες λες και ήταν μέρος ανακτόρου. Το κομοδίνο ήταν από γερασμένο ξύλο με σκαλιστές παραστάσεις πουλιών και φρούτων, ενώ ο μεγάλος χρυσός καθρέφτης είχε αμπελόφυλλα και σταφύλια να τριγυρίζουν το αψεγάδιαστο γυαλί του. Όλα μες το δωμάτιο ήταν βαμμένα στις αποχρώσεις του ροζ και του χρυσού δίνοντας έναν σχεδόν αρρωστημένο τόνο πλούτου και κοριτσιού.
Στο κέντρο του δωματίου αναμετριόνταν τρία κορίτσια, η Cloe με τα ξανθά της μαλλιά πιασμένα σε μια σφιχτή κοτσίδα και δύο κοκκινομάλλικα κορίτσια, ολόιδια σα δυο σταλιές νερό. Η Buglady τις αναγνώρισε αμέσως από τα περιοδικά. Ήταν οι δίδυμες Mardini, Francheska και Paola, κόρες του Ιταλού μεγαλοεπιχειρηματία Antonio Mardini. Είχε στα χέρια του αλυσίδες ιταλικών εστιατορίων σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά αυτό ήταν μια νέα δοκιμή του. Το πραγματικό του πεδίο ήταν τα οικονομικά και η ρομποτική. Η εταιρεία του ήταν η MardiniRob και κατασκεύαζε το 1/10 των μηχανικών εξοπλισμών του κόσμου για αυτοκίνητα και μηχανές μέχρι και για διαστημόπλοια.
Οι δίδυμες λεγόταν ότι ήταν αστέρια της ρομποτικής και είχαν αποφοιτήσει από τη σχολή τους δύο χρόνια νωρίτερα από το κανονικό. Αμέσως μετά προσλήφθηκαν στην εταιρεία του πατέρα τους, φέρνοντας φρέσκιες ιδέες και καινοτομίες στον χώρο της ρομποτικής. Είχαν κερδίσει επάξια τον τίτλο Δίδυμος Τυφώνας, γιατί πραγματικά έφερναν τα πάνω-κάτω στον κόσμο των μηχανικών βραχιόνων όπως οι στρόβιλοι. Ήταν, ωστόσο, τρομερά ανταγωνιστικές, απαιτητικές και ανελέητες, όλα χαρακτηριστικά του πατέρα τους.
Οι δίδυμες λάτρευαν να προκαλούν αμηχανία στους γύρω τους με κάθε τρόπο κι έτσι ντύνονταν όμοια και μίλαγαν σα μία. Έτσι και τώρα φορούσαν ακριβώς τα ίδια. Μια λευκή μπλούζα με μια βαθυκόκκινη, λεπτή ζακέτα από πάνω ενός διάσημου σχεδίαστη και κόκκινο παντελόνι ως τη γάμπα. Το σύνολο συμπληρωνόταν από μαύρα ψηλοτάκουνα. Στα χέρια τους είχαν μεταλικά βραχιόλια με το λογότυπο της εταιρείας του πατέρας τους και γύρω από τους λαιμούς τους κρέμονταν λεπτεπίλεπτα μενταγιόν με χάλκινα γρανάζια.
Είχαν και οι δύο κόκκινα μαλλιά, πιασμένα σε σφιχτές αλογουρές για να φαίνονται τα σκουλαρίκια-χάντρες τους. Τα μάτια τους ήταν καταπράσινα σα τον χυμό του κομμένου γρασιδιού την άνοιξη και το δέρμα τους ήταν ξεροψημένο από τον ήλιο της Μεσογείου. Ροζ κραγιόν τόνιζε τα άχρωμα χείλη τους και μια ελαφριά σκιά ρουζ αναδείκνυε τα παμπόνηρα μάτια τους. Φορούσαν και οι δύο γυαλιά μυωπίας, αλλά για την ώρα τα είχαν βγάλει και τα κρατούσαν νωχελικά με τα δυο τους δάχτυλα.
«Μπροστά στην εταιρεία του πατέρα μας το δημαρχιλίκι του πατέρα σου δεν πιάνει μία, γιʼ αυτό να μιλάς καλύτερα στις ανώτερές σου. Ξέρουμε κι εμείς να κλαιγόμαστε στον μπαμπά, αλλά τουλάχιστον εμείς μπορούμε να κάνουμε κάτι. Δεν είμαστε άχρηστες σαν εσένα», είπε μία από τις δίδυμες και έκαναν ταυτόχρονα μεταβολή βγαίνοντας από το δωμάτιο. Η Cloe είχε μείνει στήλη άλατος στη θέση της, μα, όταν έστριψε, λίγο και το ηλεκτρικό φως χτύπησε το πρόσωπό της, μαργαριταρένια δάκρυα έτρεχαν στο πρόσωπό της.
Η Buglady βιάστηκε να τραβήξει τον εαυτό της μακρυά από το παράθυρο, καθώς η Cloe έβγαινε στο μπαλκόνι της. Η δακρυσμένη έφηβη χάζεψε το Παρίσι από ψηλά πνίγοντας στη σιωπή του τη θλίψη της. Η ηρωίδα παρακολουθούσε προσεχτικά μην ξέροντας πραγματικά τί να κάνει. Δεν ήθελε να μπερδευτεί στις προσωπικές σχέσεις της Cloe ως Buglady, αλλά δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να την πλησιάσει ως Melody. Διακριτικά, όπως είχε έρθει, έφυγε έχοντας ένα σωρό σκοτούρες στο μυαλό της. Ήταν αποφασισμένη, όμως, να βρει λύση για κάθε μία τους.
Η Buglady γύρισε σπίτι και χώθηκε στο κρεβάτι της αμέσως μόλις ξεμεταμορφώθηκε. Άφησε την Tikka να πάρει μόνη της ένα κρουασάν από το ντουλάπι και η ίδια έπεσε σε λήθαργο με το που άγγιξε το μαξιλάρι. Όπως να το κάνεις ήταν μια επεισοδιακή μέρα και δεν είχε περάσει λίγα. Πλέον όλοι οι ήρωες του Παρισιού κοιμόντουσαν ήσυχοι και ήσυχες στα κρεβάτια τους εκτός από έναν. Ο Cat Noir ταξίδευε από ταράτσα σε ταράτσα με τα μάτια του υγρά και τα γατίσια του αυτιά πεσμένα.
Λίγο νωρίτερα, όταν είχε επιστρέψει σπίτι του και ξεμεταμορφώθηκε, βρήκε τον πατέρα του να τον περιμένει στο δωμάτιό του με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος και τα γκρίζα μάτια του πιο ψυχρά από ποτέ. «Adrien, θα σε πείραζε να μου εξηγήσεις τί σημαίνει αυτό; Από πότε είσαι ο Cat Noir;» ρώτησε εκνευρισμένος ο Gabriel κάνοντας τον ανήξερο. Τα πράσινα μάτια του εφήβου μεγάλωσαν από τον τρόμο και οι λέξεις σκάλωσαν στο πίσω μέρος του λαιμού του.
«Adrien, σου απαγορεύω να είσαι πια ο Cat Noir. Είναι πάρα πολύ επικίνδυνο και το έκανες χωρίς την άδειά μου. Δεν θα το ανεχτώ άλλο. Δώσε μου επιτέλους τo miraculous και κόψε τις ανοησίες με τους ήρωες. Δεν είσαι ήρωας παρά ένα μικρό παιδί που παίζει κλέφτες κι αστυνόμους. Δεν καταλαβαίνεις τί κάνεις. Άσε τέτοια θέματα στους μεγάλους και τις αρχές», είπε ο πατέρας του με κάθε λέξη πιο κοφτερή και από μαχαίρι. «Μα... Πατέρα εγώ... Δεν...». Η γλώσσα του νέου δεν συνεργαζόταν με το μυαλό του. «Δεν υπάρχει "μα". Φέρε μου το miraculous», αγρίεψε ο Gabriel αφήνοντας την σκοτεινή του πλευρά να τον καταλάβει και να φανεί ο Hawkmoth, που έκρυβε βαθιά μέσα του.
Ο Adrien κοίταξε τρομαγμένος τον πατέρα του και το μυαλό του άδειασε προδίδοντάς τον. «Plagg, νύχια έξω», φώναξε αποφασιστικά. Το γνωστό πρασινόμαυρο φως τον μετέτρεψε σε Cat Noir και με ένα σάλτο πετάχτηκε έξω από το παράθυρό του. Ο Gabriel έτρεξε ξοπίσω του φωνάζοντάς του άδικα να γυρίσει. «Να πάρει!», καταράστηκε την τύχη του πριν πηδήσει ανυπόμονα ο ίδιος έξω από το παράθυρο. «Nooroo, ανύψωσε τα σκοτεινά φτερά», φώναξε ενώ έπεφτε κατακόρυφα προς τη γη. Ένα λευκομώβ φως τον τύλιξε, αφήνοντας πίσω του τον Hawkmoth, που με τη βοήθεια του σκήπτρου του ανέκοψε την πτώση του. Όπως και η ράβδος του Cat Noir είχε την τάση να επεκτείνεται.
Ο Hawkmoth ακολούθησε τον μαυροντυμένο ήρωα εν αγνοία του πλησιάζοντας ύπουλα. Χωρίς την Ladybug ή κάποιο άλλο σπαστικό ήρωα τριγύρω μπορούσε να νικήσει τον γιο του και να του πάρει το miraculous. Επιτέλους, το δαχτυλίδι της Καταστροφής θα γινόταν δικό του. Είχε μεγαλύτερη εμπειρία με τα miraculous απʼ ότι ο Cat Noir και γνώριζε αρκετά από τα μυστικά τους. Μόνος του ο νεαρός ήρωας δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα. Άραγε όμως αυτή θα ήταν η αρχή της πτώσης των ηρώων; Η κακοτυχία της μαύρης γάτας θα έφερνε την καταστροφή;

Οι ήρωες του Παρισιού (Βιβλίο πρώτο) Donde viven las historias. Descúbrelo ahora