Μέρος 5ο : Έρωτας απ΄τη πρώτη ματιά; ΧΑ ΧΑ ΧΑ.. ας ξεράσω

62 5 2
                                    

   Η ώρα ήταν εφτά και εγώ ήμουν μέσα στο αμάξι καθ'οδόν για το σπίτι της Ειρήνης. Προς μεγάλξ μου έκπληξη δεν περίμενα καθόλου, αφού με περίμενε ήδη έξω αν και δεν το συνηθίζει. Κοιτούσε το πάτωμα σκεπτική, αλλά με το έκλεισα την πόρτα του αμαξιού σηκώθηκε ξαφνιασμένη και με κοίταγε με ένα απογαυνωμένο ύφος. Δεν έδωσα σημασία και της πρότεινα την ιδέα που μου ήρθε μόλις τώρα. Αντί δηλαδή να πάμε για καφέ, όπως συνήθως, της είπα να πάμε για μπάνιο, έτσι εκείνη έτρεξε φουριόζα μέσα στο σπίτι και με το που βγήκε κρατούσε μια τσάντα με δύο μαγιό, δύο πετσέτες μιά ψάθα και δύο ζευγάρια σαγιονάρες. Βολευόμαστε λοιπόν μέσα στο αμάξι και ξεκινάμε για τον προορισμό μας, τον οποίο δεν είχαμε αποφασίσει ακόμα.

  '' Πού θα πάμε;'' Με ρωτάει

  '' Εεμ, τι λές για αυτή την παραλία που απέχει σαράντα λεπτά από εδώ; Μου διαφεύγει το όνομα της...'' 

  ''Ναι κατάλαβα ποιά λές, πάμε εκεί.'' Είπε και άρχισε να πασαλείβετε με το αντιηλιακό.

  '' Πρώτον θα λερώσεις τα καθίσματα και δεύτερον ποιος ο λόγος να βάλεις τώρα αφού σε λίγο θα εξαφανιστεί ο ήλιος.'' Ναι το πρώτο ακούστηκε κάπως, αλλά είναι καινούριο το αμάξι...

  ''Καλά μις ιδιότροπη, με συγχωρείτε θα πληρώσω για το καθάρισμα. Μου λέει σαρκαστικά.''

  '' Δεν είπα αυτό...'' Πάω να απολογηθώ, αλλά με προλαβαίνει.

 '' Ναι ναι ξέρω πολύ καλά τι ήθελες να πείς.'' Λέει δήθεν πληγωμένη.

 '' Βρε αντε βάλε κάτι να ακούσουμε και σταμάτα τώρα.'' Λέω και την τσιμπάω στα πλευρά, με αποτέλεσμα να βγάλει ια κραυγή με συνδυασμό γέλιου και πόνου ταυτόχρονα.

 '' Αφού μου πείς τις εξελίξεις...'' Λέει και σταυρώνει τα χέρια στο στήθος σαν μικρό παιδί.

  ''Μόλις φτάσουμε.'' Αποκρίνομαι λακωνικά και ανοίγω το παράθυρο.

    Βγάζει έναν αναστεναγμό αγανάκτησης και βάζει έναν τυχαίο σταθμό στο ραδιόφωνο. Μετά από τριάντα λεπτά είχαμε ήδη παρκάρει και αλλάζαμε μέσα στο αμάξι. Αφού φορέσαμε και τα τζίν σορτσάκια κάναμε την εκρηκτική μας εμφάνιση στην παραλία, βρήκαμε ένα ώραιο σημείο κάτω από έναν ίσχιο και βολευτήκαμε. Η ώρα ήταν εφτάμιση και οι παρέες άρχισαν να φεύγουν σιγά σιγά, μόνο δύο ανδροπαρέες είχαν μείνει. Χάζευα το ωραίο περιβάλλον τριγύρω μου, τις ηλιαχτίδες του ήλιου που σιγά σιγά ξεθώριαζαν και έπαιρναν ένα πιο απαλό χρώμα, δίνοντας στον ουρανό τις τέλειες αποχρώσεις. Ο καιρός αυτή την ώρα είναι ο καλύτερος, ούτε πολύ ζέστη ούτε κρύο... σχεδόν καθόλου κρύο δηλαδή, όνο αυτό το δροσερό αεράκι που σε αγκάλιαζε θερμά. 

Ψυχοσύνθεση Место, где живут истории. Откройте их для себя