Chapter 61

6.1K 336 190
                                        

ΖΩ😌

«Πιο γρήγορα», φωνάζω και ο Στέφανος γουρλώνει τα μάτια του, πηγαίνοντας με τον ίδιο ρυθμό.

ΜΟΛΙΣ ΜΕ ΑΓΝΟΗΣΕ;

Γυρνάει το κεφάλι του μακριά μου και συνεχίζει τον αργό ρυθμό του ακα χελώνας παύλα σαλιγκάρι παύλα ότι αγρό ζωάκι υπάρχει σε όλο τον πλανήτη.

«ΠΙΟ ΓΡΗΓΟΡΑ ΕΙΠΑ!», φωνάζω πιο δυνατά αυτή τη φορά χτυπώντας το χέρι του και κερδίζω ένα χτύπημα.

Ο Στέφανος με κοιτάζει. «Πόσο πιο γρήγορα θες να πάω; Θα τρακάρουμε!», φωνάζει και εκείνος σαρκαστικά, και του χαρίζω μια εχθρική ματιά.

Α καλέ, και εσείς εδώ; Να σας εξηγήσω λίγο τι συμβαίνει. Το μαγαζί με τα ζαχαρωτά κλείνει σε δύο λεπτά και εμείς τρέχουμε για να προλάβουμε να πάρουμε.

ΑΛΛΑ Ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ, ΟΟΟΟΧΙ, ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΣΑΝ ΤΗΝ ΚΟΤΑ.

Σςςς, πως μιλάς έτσι; Έχεις παπάκια!

Ναι, και κοιμούνται στο σπίτι μου. Η χέζουν στο δωμάτιο μου. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΩΝ Η ΠΑΡΟΥΣΕΣ.

«Αν το μαγαζί έχει κλείσει μόλις φτάσουμε τι θα φάμε;», παραπονείται η Δάφνη, και βολεύεται καλύτερα πάνω στον Γιώργο.

Εκείνος βγάζει ένα επιφώνημα και κοιτάζει την περιοχή του.

«Εε παιδιά, εδώ είναι αμάξι. Της μάνας μου συγκεκριμένα, μην το κάνετε ξενοδοχείο», ακούγεται η φωνή του Στέφανου, με την οποία προσπαθώ να καταλάβω αν το εννοεί, ή αν κάνει πλάκα.

ΛΕΓΕΤΑΙ ΣΑΡΚΑΣΜΟΣ ΗΛΙΘΙΑ

Σορρυ που εγώ και η ορθογραφία ή η γραμματική Η ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΜΕ ΓΛΩΣΣΑ, είμαστε τσακωμενοι από το δημοτικό. Σορρυ ε, δε θα ξανα γίνει.

«Οντως φίλε. Δεν θέλω live τσόντα», γελάει ο Άλεξ και η Εύα του χτυπάει το κεφάλι.

«Το καλό που σου θέλω», τον προειδοποιεί και γυρίζει το κεφάλι της σε εμένα.

Το αυτοκίνητο σταματάει και εγώ με τα κορίτσια τρέχουμε κυριολεκτικά προς το μαγαζάκι, μα ο κύριος βγαίνει έξω κρατώντας τα κλειδιά του στα χέρια του.

Νομίζω μπορώ να με φανταστώ σε σλοου μοσιον να τρέχω προς εκείνον παρακαλώντας τον να μην κλείσει ακόμη για να αγοράσουμε τα γλυκά μας.

MINE? [✓]Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang