Αναμέτρησης

203 12 0
                                    

Ο Χρήστος έκανε νόημα σε μια παρέα από μαυροφορεμένους που ανάμεσα τους ήταν και ο Μάνος. Τον περιμέναμε να φύγει ενώ έπερνε συγχαρητήρια απο κάτι ομοίους του. Πλησιάσαμε με τη μηχανή πίσω από τη ζαρντινιέρα που κάθονταν για να ακούσουμε.

"Ναι ρε, δεν παίζει να ζεί η καριόλα. Αφού είναι μαχίμι η μικρή που έστειλα. Θα έφαγε δύο τζουριές και θα μείνε εκεί." Είπε ο Μάνος σίγουρος.

"Άντε γιατί τη κουράστηκα τη βρωμιάρα." Είπε ένας άλλος με μια ανακουφισμένη φωνή.

"Τα λέμε αύριο." Είπε βιαστικά ο Μάνος και έφυγε με άλλον ένα τύπο.

Ρίξαμε ένα βλέμμα στους άλλους και αρχίσαμε να τους ακολουθάμε. 

"Του κόβεις τα αρχίδια, εγώ τον λαιμό." Είπε η Κατρίνα και την κοίταξα χωρίς να μιλάω.

"Δεν είμαι σίγουρη πως μπορώ να τον σκοτώσω. Δεν έχω προετοιμαστεί ψυχολογικά. Και νομίζω φοβάμαι." Είπα και ένιωσα να φεύγει ένα βάρος από πάνω μου τώρα που παραδέχτηκα πως φοβάμαι. Δεν υπήρχε λόγος να πω ψέματα και να σταματήσω τελευταία στιγμή και να γίνω ρεζίλι. Φάνηκε σαν να ήταν έτοιμη να με κοροϊδέψει ή να προσπαθήσει να με πείσει, μα ο Χρήστος μπήκε στη μέση.

"Δεν είμαστε όλοι σκληραγωγημένοι σαν εσένα." Της είπε ειρωνικά, και εκείνη τον κοίταξε στραβά, χωρίς κακία. 

"Δεκτό. Απλά θα τον μαχαιρώσω σε σημείο που δεν θα τον σκοτώσει ακαριαία. Μπορεί να πεθάνει από τα τραύματα του αργότερα." Είπε η Κατρίνα χωρίς πολύ συναίσθημα μάλλον απογοητευμένη με εμένα. Ανατρίχιασα που το άκουσα αυτό και το φαντάστηκα, χωρίς να καταλαβαίνω αν λυπόμουν ή όχι να το δώ αυτό.

"Δεν υπάρχει περίπτωση να τον μαχαιρώσεις. Δεν θα γίνει αυτό." Είπε ο Χρήστος.

"Απλά θα του κόψω τη πούτσα." Είπε η Κατρίνα σαν να μην έγινε τίποτα.

"Σοβαρά τώρα;" Είπε ο Χρήστος.

"Ναι λέμε!"

"Κατρίνα, έχει δίκιο. Μη το κάνεις. Δεν έχουμε την ικανότητα να αντέξουμε τα αντίποινα τους μετά από αυτό." Είπε ο Μπίλυς. "Θα τον αρπάξουμε, θα τον σπάσουμε στο ξύλο και θα τον πετάξουμε έξω. Έχει ένα γιαπί πιο κάτω, δεν θα είναι δύσκολο να τον βάλουμε μέσα. Κατρίνα, πήγαινε με την Εβελίνα, είναι απέναντι από το σχολείο. Περιμένετέ μας εκεί."

"Πάμε τώρα ή ποτέ." Είπε η Κατρίνα και της έβγαλε ένα σχετικά μεγάλο σουγιά που η λαβή ήταν καλυμμένη με ένα κουρέλι. Ο Χρήστος φόρεσε γάντια μηχανής και έβαλε έναν άλλο μέσα στη τσέπη του. "Τον φίλο του τι θα τον κάνουμε;"

"Θα τον καθυστερήσω εγώ. Φύγαμε, θα τον χάσουμε." Είπε ο Μπίλυς και ανέβηκε στο μηχανάκι του με τον Χρήστο από πίσω και ανέβηκα πίσω στη μηχανή της Κατρίνα και φύγαμε αμέσως για να τους ακολουθήσουμε. Είδαμε τον Μάνο μαζί με έναν άλλο άντρα με κοντά μαλλιά μαύρο μπουφάν και καπέλο.

Λίγο πιο κάτω τους είδαμε και ετοιμαστήκαμε, και έτρεμα ολόκληρη. Το στομάχι μου ήταν κόμπος και δεν το έκρυβα. Ήξερα πως όλοι μας είχαμε τραγικό άγχος, όσες φορές και να το ζούσες αυτό ποτέ δεν το συνήθιζες. Ο Χρήστος του σφύριξε, ώστε να εξαλειφθεί η δικαιολογία πως τους τη φέραμε πισώπλατα.

Εγώ και η Κατρίνα γυρίσαμε στο δίπλα στενό προτού δούμε την αντίδρασή τους. Με μεγάλη ταχύτητα φτάσαμε μπροστά από το μισο-εγκαταλειμμένο κτήριο. Η πόρτα είχε σπάσει από την μέση της και πάνω, και με μια μεγάλη δρασκελιά περνούσες εύκολα. Άναψα τον φακό του κινητού καθώς η Κατρίνα έκρυβε την μηχανή ανάμεσα στο δίπλα δρόμο. Κάτω υπήρχαν κάποιες χρησιμοποιημένες σύριγγες και πολλά σκουπίδια. Αλλά σίγουρα οτιδήποτε σκόπευαν να κάνουν στον Μάνο, θα ήταν δύσκολο να τον ακούσουν. Τα Σεπόλια ήταν πυκνοκατοικημένη περιοχή, και γεμάτη Αθηναίους που κοιτάνε τη δουλειά τους.

Ο Χρήστος με τον Μπίλυ έσυραν μέσα τον Μάνο και τον κράτησαν ακίνητο στο πάτωμα με κεφαλοκλείδωμα. Ο Χρήστος τον πέταξε κάτω και άρχισαν και οι δύο τους να τον χτυπούν. Ο Μάνος δεν αντιστάθηκε ούτε λίγο και απλά κάθισε ακίνητος με καλυμμένο το πρόσωπό του.

"Κράτα τον μια!" Είπε η Κατρίνα, άφησε το μαχαίρι δίπλα της και του ξεκούμπωσε το παντελόνι.

"Τι θα κάνεις, θα μου δώσεις πίπα;" Κορόιδεψε ο Μάνος και ο Χρήστος τον χτύπησε με την γροθιά του στο πρόσωπο.

"Δεν θα έχεις όρεξη να αστειευτείς σύντομα, πουστράκι." Είπε και ο Μάνος άρχισε να αγκομαχά, μα μιας και τον κρατούσαν δύο άτομα δεν μπορούσε να κάνει πολλά. Κατάφερε να κλωτσήσει τη Κατρίνα και να την  εκνευρίσει παραπάνω.

"Δεν πήγες να βιάσεις τη κοπέλα ρε γαμημένε;" Είπε ο Χρήστος. "Αφού σε πιάσαμε τόσα άτομα. Δεν θα πειράξεις ξανά καμία. Δεν θα κάνεις ούτε παιδιά για να συνεχιστεί το μπάσταρδο σου αίμα." Πρόσθεσε. Τώρα μάλλον ο Χρήστος συμφώνησε με τον απώτερο σκοπό της Κατρίνα, και ήταν πρόθυμος να βοηθήσει αλλά ήξερα πως θα τις τα έψελνε μετά.

Γύρισα τη πλάτη μου στους τέσσερις τους καθώς κοιτούσα την πηγή του ημίφους που έμπαινε από τα σπασμένα παράθυρα. Μετά άκουσα τον Μάνο να τσιρίζει και να τσιρίζει σαν χτυπημένο ζώο.

Δεν ένιωσα ένοχα όπως περίμενα, αλλά ο κρύος ιδρώτας της αδρεναλίνης με ανακούφιζε μιας και ήξερα πως η ζωή του Μάνου καταστράφηκε. Δεν φοβόμουν. Απλά ήθελα να δω ανθρώπους σαν εκείνον να πονάνε. 

Τα Πουλιά Δεν Κελαηδούν Την ΝύχταTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon