ΚΕΦΑΛΑΙΟ 36

181 7 0
                                    

Η Καλλίστη βρισκόταν κοντά στα κύματα μιας ήρεμης θάλασσας. Το λευκό της φόρεμα κυμάτιζε καθώς ένα ελαφρύ αεράκι φυσούσε.

'' Είσαι ευτυχισμένη εδώ;'' ακούστηκε η φωνή του Άλεξ πίσω της και εκείνη έτρεξε στην αγκαλιά του.

'' Όπου και να ήμουν μαζί σου αγάπη μου θα ήμουν ευτυχισμένη!'' είπε με ένα χαμόγελο. Ξαφνικά το χαμόγελό της άρχισε να γίνεται έκφραση πόνου. '' Άλεξ;'' το φόρεμά της γινόταν κόκκινο. Δάκρυα πόνου ξέφυγαν από τα μάτια της. '' Άλεξ πονάω. Άλεξ κάνε κάτι...'' η φωνή της άρχισε να γίνεται πιο αδύναμη και ο λιγμός της δυνάμωνε. '' ΆΛΕΞ;''

'' Καλλίστη; ΚΑΛΛΙΣΤΗ;'' μια αντρική φυγούρα εμφανίστηκε αναμεσά τους.

'' Μην την αφήσεις να έρθει να με βρει... Θέλω να ξέρω ότι είναι καλά και ας είναι μακρυά μου. Μην την αφήσεις να έρθει να με βρει. Μην την αφήσεις!''

Σκέψεις Άλεξ:

'' Άλεξ...'' πετάχτηκα ξαφνικά λουσμένος στον ιδρώτα από την φωνή της. Γύρισα να συναντήσω το βλέμα της, να δω αν είναι καλά. '' Έβλεπες όνειρο, ή μάλλον εφιάλτη. Ήσουν πολύ ανήσυχος δεν μπορούσα να σε αφήσω έτσι.'' είπε σιγά και ήρθε πιο κοντά μου.

'' Είσαι εδώ. Είσαι καλά; Δεν πονάς; ''

'' Γιατί να πονάω αγάπη μου; Απλώς το στομάχι μου έχω δεν τα είπαμε αυτά; '' άρχισα να καταλαβαίνω ότι όλο αυτό ήταν ένα όνειρο, ένα κακό όνειρο αλλά τόσο ζωντανό ταυτόχρονα. '' Τι είδες;''

'' Δε- δεν θυμάμαι...''

'' Είσαι αρκετά ανήσυχος αυτές τις μέρες. Ακόμα και το δείπνο της κλινικής που ήταν την προηγούμενη βδομάδα τελευταία στιγμή το μετέφερες για την αυριανή μέρα.'' μου είπε και έπιασε το στομάχι της. '' Είναι η τελευταία φορά που παραγγέλνουμε από αυτό το εστιατόριο.'' είπε και πριν προλάβω να αντιδράσω βρέθηκε στο μπάνιο. Σηκώθηκα και πήγα στην κουζίνα. Έβαλα ένα ποτήρι κρύο νερό και έμεινα όρθιος μπροστά από το παράθυρο. Ένιωσα το αγγιγμά της στον ώμο μου.

'' Πώς είσαι; Είσαι σίγουρα καλά''

'' Απλώς με πείραξε το φαγητό.''

'' Είσαι έτσι εδώ και τρεις μέρες. Μήπως να κάνεις εξετάσεις. Ίσως είναι κάποια ίωση.'' το βλέμμα της ήταν ήρεμο και ένα ελαφρύ χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη της. '' Τι έγινε;''

'' Τίποτα τίποτα. Έλα είναι πολύ νωρίς ακόμα πάμε για ύπνο. '' μου είπε και πήρε το ποτήρι από τα χέρια μου.
Ξαπλώσαμε στο κρεβάτι και εκείνη χώθηκε στην αγκαλιά μου. Άρχισα να της χαϊδεύω τα μαλλιά ώσπου την πήρε ο ύπνος. Νιώθω ολοκληρωμένος όταν είμαι κοντά της. Στην σκέψη ότι μπορεί να την χάσω τρελαίνομαι. Ο Χάρης μετά το τηλεφώνημά του εκείνο το βράδυ δεν έδωσε κανένα σημείο ζωής. Έγώ όμως δεν ηρεμώ. Φοβάμαι ακόμα περισσότερο. Κάτι ετοιμάζει και φοβάμαι πως σύντομα θα μάθω. Ελπίζω όμως να έχω προλάβει να κάνω κάτι... Να έχω κάνει κάτι πριν να είναι πολύ αργά... Γύρισα πάλι να την κοιτάξω. Έπιασα το μετωπό της για να βεβαιωθώ μήπως έχει πυρετό αλλά ήταν πιο δροσερή και από εμένα. Τρεις μέρες τώρα είναι χάλια με το στομάχι της και δύο τρεις φορές την λεχω δει να παραπατά-
Όχι όχι όχι... ζαλάδες, έμετοι... κούραση και υπνηλία... Όχι Χριστέ μου όχι! Δεν μπορεί, δεν μπορεί να είναι έγκυος... Δε-
Την κοιτάω σαν μαλάκας και θυμάμαι τις φορές που δεν πήραμε προφύλαξη. Όχι, όχι, όχι! Δεν μπορεί να είναι έγκυος. Δεν πρέπει!
Και αν είναι και το ξέρει; Γιατί δεν μου το λέει; Δεν έχω δικαίωμα να ξέρω; Μα τι λέω; Πόσες φορές πήγε να μου κάνει συζήτηση για το θέμα παιδιού και την έκοψα; Πόσες φορές μαλώσαμε επειδή εγώ δεν θέλω να κάνω παιδιά; Πόσο μαλάκας είμαι; Ασυναίσθητα τοποθέτησα το χέρι μου στην κοιλιά της. Λες και θα καταλάβω κάτι. Τώρα να καταλάβω τι; Την ένιωσα να ακουμπάει με το χέρι της το χέρι μου και να ανοίγει τα μάτια της.

ΣΕ ΕΣΕΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ Where stories live. Discover now