Τετάρτη σήμερα

292 10 2
                                    

Άδειος ο δρόμος, μόνο τα φώτα κάνουν αισθητή την παρουσία τους αναβοσβήνοντας. Τρέχω να προλάβω το τελευταίο αναθεματισμένο λεωφορείο, πόσο μισώ τα λεωφορεία και τον αδιάκριτο κόσμο που κουβαλάνε. Είναι εκεί, μπροστά στη στάση που θα έπρεπε να βρίσκομαι ήδη, είναι εκεί και φεύγει. Δεν έχει νόημα να τρέξω άλλο, η ανάσα μου αγκομαχεί να κρατήσει το ρυθμό της χαμηλό. Αλλά έφυγε. Μου είναι πάρα πολλά όλα αυτά για μια μέρα, κάθομαι κάτω, το πρόσωπο χωμένο στα γόνατα και βγάζω αυτή τη κραυγή που σαν νέφος είχε μαζευτεί ολημερίς στα πνευμόνια μου. Ούτως ή άλλως ο δρόμος είναι άδειος. Μετά ακολουθούν τα κλάματα. Μετά οι σκέψεις. Σε σκέφτομαι και μου λείπεις. Μετά σκέφτομαι τα λόγια σου και σε μισώ. Όμως μου λείπεις γαμώτο. Αυτά τα ανόητα αποχαιρετιστήρια λόγια σου. Ας έφευγες και συ όπως το λεωφορείο, ας σε έβλεπα από μακριά να τρέχεις, ας έτρεχα εγώ από πίσω σου, και ας μη προλάβαινα. Όμως τώρα σε είχα, στη στάση ήμουν, απλά εσύ δε σταμάτησες στη στάση και γω δεν έτρεξα ξοπίσω σου.

My writingsWhere stories live. Discover now