Έθνικ

15 1 0
                                    

Ίσως κάπως έτσι να ξεκινάν οι ζωές που μια μέρα αποφάσισαν να αλλάξουν και να παρασύρουν ό,τι τις περιτριγυρίζει. Ίσως μετά από ένα καλοκαίρι γεμάτο παρέες, φωτιές, σκηνές και ιστορίες που θα θυμάσαι για πάντα με κάθε λεπτομέρια. Ένα καλοκαίρι με ανακαλύψεις πολλών ειδών, με νύχτες φιλιών ή και χωρίς κάτω από ουρανούς με άστρα που σε κάνουν να θες να γίνεις και συ ένα. Με έρωτες που είχες φτιάξει στο μυαλό σου και σε μια νύχτα γίναν καπνός γιατί κατάλαβες πόσο απίθανη είναι η πραγματοποίηση τους, με άλλους που μόλις αντιλήφθηκες πως ίσως να έχουν μια ελπίδα να ζήσουν για λίγο. Με νέα άτομα που γνώρισες ή και με γνωστά που έμαθες καλύτερα, με ποτά που σε κάνουν να ξεχνάς, να αφήνεσαι και να λες ίσως και άθελα σου όσα σκέφτεσαι. Με καπνούς, πολλούς καπνούς, με τράκες που σου υπόσχονται πως κάποια μέρα θα σου δώσουν όλο τον καπνό που σου χρωστάνε, κάποια μέρα που θα σου διαβάζουν μέχρι να αποκοιμηθείς. Εξάλλου το χες γράψει και κάποτε, θα σαι απο κείνους που θα ακούσουν κάθε λέξη μέχρι να σε πάρει ο ύπνος. Με μέρη καινούργια, μαγικά, σε κάποιες παραλίες ερημικές, σε κάτι γκρεμούς που θέλησες να κατέβεις και σου άφησαν μελανιές ως αναμνηστικά της αφέλιας σου, ή ίσως και των ρίσκων που πρώτη φορά άρχισες να παίρνεις. Με χορό, με άφθονο χορό που προσελκύει άγνωστα άτομα να σε κοιτάζουν επίμονα, να σου μιλήσουν έπειτα. Με ρουτινιασμένες νύχτες πάνω σε βράχια, μακάρι κάθε ρουτίνα να ταν έτσι, με ταινίες πάνω στα σύννεφα, ινδιάνες που τρέχουν και γέλια για την ασυλλογισία που σου προκάλεσαν μάλλον κάτι βιταμίνες. Μέχρι να αντιληφθείς πως όλη σου η ζωή είναι εξίσσου ασυλλόγιστη. Με θάλασσες γαλάζιες, τιρκουάζ, με νερά διάφανα σαν κάποιος να τράβηξε κάθε ίχνος ψέματος, σαν η θάλασσα να ναι το πιο αγνό μέρος. Και να μένεις μέσα με τις ώρες γιατι φοβάσαι να ξαναβγείς στην πραγματικότητα. Μέχρι που αναγκάζεσαι, και η επιστροφή είναι ανυπόφορη, και η ρουτίνα καταντάει ξανά αηδιαστική, και οι φωνές στο σπίτι σου σε αδειάζουν από κάθε ανάμνηση και καταλήγεις να κλειδώνεσαι στο δωμάτιό σου. Ποιά; Εσύ που σιχένεσαι τη μοναξιά. Και αρχίζεις να μισείς μια ζωή που ανγκαστικά πρέπει να ζήσεις, γιατί έμαθες πως θα ταν η ζωή που θα θελες να ζείς. Ένα αιώνιο καλοκαίρι να ταν η ζωή σου, τίποτα άλλο. Γιατί να ναι η πραγματικότητα τόσο σκληρη.

My writingsWhere stories live. Discover now